Μετά από σχεδόν 3,5 χρόνια διακυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και με τα όσα απίστευτα προέκυψαν κατά τη διάρκεια αυτής της θητείας, η κυβέρνηση προχωρά αλώβητη. Ακόμα και η υπόθεση της νόμιμης επισύνδεσης δεν άφησε πληγές, μόνον γρατσουνιές. Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ προσεγγίζει αυτή των βουλευτικών εκλογών του 2019.
Αν δε θέλουμε να καταφύγουμε σε μεταφυσικές αναλύσεις ή να επικαλούμαστε τις συνωμοσιολογικές ερμηνείες των «πετσωμένων» δημοσκοπήσεων, θα πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία αυτού του φαινομένου με αποκλειστικό εργαλείο την λογική. Είναι νομίζω αυτονόητο πως για να χάσει κάποιος επιρροή θα πρέπει κάποιος άλλος να έχει την ικανότητα να την καρπωθεί. Η πολιτική επιρροή φεύγει από κάπου και πηγαίνει κάπου αλλού. Δεν περιφέρεται στον αέρα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί για λόγους που δρουν σωρευτικά να προκαλέσει ζημία στη Νέα Δημοκρατία. Κερδίζει ελάχιστα έως τίποτα από αυτά που αυτή χάνει.
Είναι γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα το μόνο που καταφέρνει είναι να κρατά συσπειρωμένο αυτό το 25% το οποίο βεβαίως δεν είναι ευκαταφρόνητο ποσοστό, αλλά δεν αρκεί για να τον επαναφέρει στην εξουσία. Τόσο η φυσιογνωμία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ όσο και τα κυβερνητικά πεπραγμένα του απωθούν και τρομάζουν εκείνη την κρίσιμη μάζα των πολιτών που με την ψήφο τους αναδεικνύουν τον νικητή στις εκλογές.
Φαίνεται πως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είτε δε μπορεί είτε δε θέλει να μετασχηματίσει το κόμμα, εγκαταλείποντας ακραία συνθήματα, ακραίες συμπεριφορές και κυρίως απομονώνοντας ακραία στελέχη. Υπάρχουν φωνές εντός του κόμματος που έχουν επισημάνει αυτή την κατάσταση, αλλά δεν βρίσκουν ανταπόκριση. Βέβαια, σχεδόν πάντα η στροφή ενός μεγάλου καραβιού είναι δύσκολη, όμως ο καλός ο καπετάνιος εδώ φαίνεται, στη διαχείριση τέτοιων δυσκολιών.
Αυτό που μετρά είναι το αποτέλεσμα, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απειλεί τη Νέα Δημοκρατία που πλην δραματικού απροόπτου -δηλαδή αν δεν αυτοκτονήσει- βαδίζει σε μια ακόμα εκλογική νίκη.
Εξίσου βασικό πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως βαδίζει προς τις εκλογές χωρίς πειστικό στόχο. Πού αποβλέπει; Μέχρι στιγμής ουδείς σοβαρός αναλυτής εκτιμά πως μπορεί να κερδίσει τις εκλογές με την απλή αναλογική. Η παράσταση νίκης είναι 60% προς 20% υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Αυτό στο οποίο ποντάρει και προβάλλει είναι η προοδευτική κυβέρνηση από τις πρώτες εκλογές. Ένας στόχος που κινείται στον χώρο του μη εφικτού και φυσικά δεν πείθει, εκτός από τον πολύ στενό κύκλο του. Και το κυριότερο, αυτός ο στόχος εξαρτάται από τη βούληση τουλάχιστον άλλων δύο κομμάτων, ίσως και τριών.
Από την άλλη την πλευρά η Νέα Δημοκρατία, εκτός από τον αέρα της νίκης, έχει και έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο. Την αυτοδυναμία. Πάνω σε αυτόν τον στόχο θα κινητοποιήσει όλο το πλέγμα των ευρύτερων δυνάμεων που την υποστηρίζουν. Εννοείται πως η αυτοδυναμία δεν είναι εύκολη, αλλά με ένα 35% στις πρώτες εκλογές, που με τα σημερινά δεδομένα μπορεί να το κατακτήσει, υπάρχουν ελπίδες για τις 151-152 έδρες στις δεύτερες εκλογές.
Τελικά η κυβέρνηση παίζει με αντίπαλο μόνον τον κακό εαυτό της. Μέχρι στιγμής πάντως οι κακές στιγμές της είναι αισθητά λιγότερες από τις καλές. Αλλά περιθώρια για λάθη στην τελική ευθεία προς τις εκλογές δεν υπάρχουν.