«Η Ελλάδα αγρυπνά και προστατεύει τα σύνορά της που είναι ταυτόχρονα και σύνορα ευρωπαϊκά» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον χαιρετισμό του, στην εκδήλωση του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής», επισημαίνοντας παράλληλα ότι η Αθήνα υπηρετεί την αναβάθμιση του ρόλου της Ευρώπης σε κάθε περιοχή στρατηγικού ενδιαφέροντάς της.
Σε αυτό το πλαίσιο, υπενθύμισε και την πρόσφατη υπογραφή της αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία, ένας στρατηγικός στόχος από το 1974, όπως σημείωσε και συμπλήρωσε ότι «πρόκειται για μία συμφωνία την οποία ο λαός μας χαιρέτισε. Όχι μόνο γιατί προβλέποντας ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής μας θωρακίζει, αλλά γίνεται το πρώτο θεμέλιο στη δημιουργία στρατηγικής αυτονομίας».
«Η Ελλάδα υπογράφει υποδειγματικές συμφωνίες συνεργασίας με τους γείτονές της, ιδρύοντας κοινά σχήματα δράσης με τα κράτη της Μεσογείου και τον αραβικό κόσμο και προωθώντας την ευρωπαϊκή συνεργασίας στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας. Όπως πρόσφατα με τη νέα εταιρική σχέση Ελλάδος Γαλλίας», πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στην ιστορική πορεία της χώρας στην ΕΕ, λέγοντας ότι η ««Η Ελλάς ανήκει και επιθυμεί να ανήκει εις την Ευρώπη όπου την έχουν τοποθετήσει η γεωπολιτική της θέση, η ιστορία και η παράδοσή της και δεν επιθυμεί την ένταξή της αποκλειστικώς και μόνον για λόγους οικονομικούς. Την επιδιώκει προπάντων για λόγους πολιτικούς που αναφέρονται εις την σταθεροποίηση της Δημοκρατίας και εις το μέλλον του έθνους», υπενθυμίζοντας τους κινδύνους του λαϊκισμού, ο οποίος, όπως επεσήμανε, «έφερε τη χώρα μας ένα βήμα πριν τον εξοστρακισμό της από την Ευρώπη».
Τόνισε ότι η Ελλάδα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην από κοινού διαχείριση της πανδημίας και των εμβολιασμών όπως και στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της. Έτσι άλλωστε η ΕΕ πέτυχε τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης το οποίο στο εξής θα χρηματοδοτεί το μέλλον όλων των κρατών μελών.
Εν συνεχεία ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι «αποτελεί ξεχωριστή τιμή για μένα να βρίσκομαι σήμερα μαζί σας, να μοιραστώ κάποιες σύντομες σκέψεις για την ταύτιση της πολιτικής διαδρομής του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την πορεία της Ελλάδος προς την Ενωμένη Ευρώπη», λέγοντας ότι «στις 12 Ιουνίου του 1975 η Ελλάδα μόλις έχει καταθέσει το επίσημο αίτημά της να εισέλθει ισότιμα στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Και σε επιστολή του προς τους πρέσβεις των τότε 9 κρατών-μελών ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνοψίζει λιτά την ουσία του. Μία διαδρομή η οποία θα ολοκληρωνόταν νικηφόρα 4 χρόνια αργότερα με την υπογραφή της Συνθήκης των Αθηνών που όριζε τη χώρα μας ως δέκατο ευρωπαίο εταίρο από την 1η Ιανουαρίου του 1981»
«Ο συμβολισμός του 1975 ταξιδεύει από τότε στις περιστάσεις και στο χρόνο. Γιατί πράγματι η ενδυνάμωση της Δημοκρατίας στην πατρίδα μας συμβάδισε όλες τις τελευταίες δεκαετίες με την εδραίωση της ευρωπαϊκής της πορείας», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και πρόσθεσε ότι «συναντήθηκε όμως και με ένα ζητούμενο δύο αιώνων. Γιατί από την πρώτη στιγμή η επαναστατημένη Ελλάδα του 1821 συνόδευσε τον κύριο στόχο της, της αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού με την ανασύνδεση του Γένους μας με τα έθνη της ηπείρου μας, της Ευρώπης».
Και συμπλήρωσε, «στις αβέβαιες συνθήκες της Μεταπολίτευσης, η πρόσδεση στο Κοινοτικό άρμα ισοδυναμούσε με μία πολλαπλή εγγύηση του πολιτεύματος που μόλις έβγαινε από την επτάχρονη τυραννία, της εθνικής ακεραιότητας με τις πληγές στην Κύπρο νωπές και τη χώρα εκτός πλαισίου συλλογικής ασφάλειας και στρατιωτικού σκέλους τους ΝΑΤΟ και τέλος της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας καθώς η Ελλάδα ανοιγόταν σε μία ευρεία αγορά και σ' ένα νέο περιβάλλον που θα την άλλαζαν ριζικά».
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ακόμα πως η κοινοτική σύνδεση της Ελλάδας είχε επιτευχθεί ήδη από το 1961. «Και ευτυχώς σε αυτή την διορατική του επιμονή ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν ήταν μόνος. Η ιστορία, η γεωγραφική θέση, τα οικονομικά αλλά και τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδος επέβαλαν τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα».
Η δήλωση αυτή ανήκει στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και διατυπώθηκε ήδη από τη δεκαετία του '60, ανέφερε ο πρωθυπουργός «αποτελώντας όχι μόνο δείγμα της διαχρονικής επιρροής την οποία εξέπεμπε η Ευρωπαϊκή προοπτική στο ευρύτερο πολιτικό φάσμα αλλά και σαφή απόδειξη ότι η συμμετοχή στα δρώμενα της ηπείρου μας υπήρξε κεντρική πολιτική επιλογή για το σύνολο του κεντροδεξιού τόξου. Με πρωταγωνιστή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Μια επιλογή άριστη που ωστόσο δοκιμάστηκε πολύ στο πέρασμα του χρόνου».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε ακόμη πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής χρειάστηκε επίσης να παραμερίσει με πολιτικά επιχειρήματα τις όποιες -και ήταν πολλές- αντιρρήσεις στο εσωτερικό. «Κι έτσι μέσα σε τέσσερα χρόνια, η Ελλάδα κέρδισε το χαμένο έδαφος κατορθώνοντας να ταυτιστεί με τη δεύτερη διεύρυνση της Ευρώπης.
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η Ελλάδα του 2021, μετά από δεκαετίες στην ΕΕ «αποτελεί μια χώρα ριζικά διαφορετική από την Ελλάδα του 1981 γιατί δεν υπήρξε πεδίο της δημόσιας ζωής που να μην ωφέλησε η κοινοτική επίδραση όπως σοφά είχε προβλέψει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής: απ' τη χρηματοδότηση των υποδομών και την ανάταξη της αγροτικής παραγωγής μέχρι την εμβάθυνση των δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, της κοινωνικής συνοχής, της πολιτιστικής δημιουργίας. Και μπορεί στην αρχή, η άρση του προστατευτισμού μέσα στην κοινή αγορά να ανέδειξε διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας μας. Μεσοπρόθεσμα όμως εκσυγχρόνισε το σύνολο της λειτουργίας της».