Την αμέριστη εμπιστοσύνη και τη στήριξή του στις πρωτοβουλίες του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη αλλά και τη συγκρατημένη αισιοδοξία ότι θα μπορέσει να επιτευχθεί μια ουσιαστική πρόοδος στο Κυπριακό στη βάση των αδιαπραγμάτευτων θέσεων της κυπριακής Δημοκρατίας, εξέφρασε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο κ. Μητσοτάκης μετά το πέρας της συνάντησής του με τον κ. Αναστασιάδη δήλωσε ότι συζήτησαν για όλα τα θέματα συμπεριλαμβανομένου και του εθνικού ζητήματος και έλαβε ενημέρωση για τις πρόσφατες εξελίξεις και το σχέδιο της έκθεσης του γενικού γραμματέα.
Όπως είπε, πέρα από τα εθνικά ζητήματα συζήτησαν τις γενικότερες εξελίξεις ενόψει της μάχης των ευρωεκλογών, μια κρίσιμη μάχη και για τη Νέα Δημοκρατία και τον Δημοκρατικό Συναγερμό και εξέφρασε τη σιγουριά του ότι και σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση οι πολίτες στην Ελλάδα και την Κύπρο θα αναγνωρίσουν ότι τα κόμματά τους την επόμενη μέρα στην Ευρώπη θα παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
«Είμαστε και οι δύο μέλη της μεγάλης πολιτικής οικογένειας του ΕΛΚ. Όσο πιο ισχυρά είναι τα κόμματά μας την επόμενη μέρα, τόσο πιο ισχυρή θα είναι η φωνή και της Ελλάδας και της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αλλάζει», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης.
Στο μέτωπο της οικονομίας, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας τόνισε ότι η Κύπρος έχει πετύχει πολύ σημαντικά βήματα οικονομικής εξυγίανσης κάτω από την ηγεσία του Νίκου Αναστασιάδη. Όπως εξήγησε, αυτό είναι κάτι που δεν αμφισβητείται αν κάνει κανείς τη σύγκριση μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας στους ρυθμούς ανάπτυξης, στο γεγονός ότι η Κύπρος έχει επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα και το κόστος δανεισμού.
Όπως τόνισε, «χρέος είναι να βάλουμε τη χώρα μας σε αναπτυξιακή τροχιά, να πετύχουμε ρυθμούς ανάπτυξης αντίστοιχους με αυτούς που πέτυχε η Κύπρος τα τελευταία χρόνια αλλά αυτό θα γίνει μόνο αν προτάξουμε τις ιδιωτικές επενδύσεις, την επιχειρηματικότητα και τη στήριξη της ποιοτικής εργασίας».
Ο κ. Μητσοτάκης εξήγησε ότι οι καλές επενδύσεις δημιουργούν καλά πληρωμένες θέσεις απασχόλησης καθώς είναι ο μόνος τρόπος να επιστρέψουν στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες νέοι οι οποίοι έφυγαν, για να αιμοδοτήσουν και με ανθρώπινο κεφάλαιο αυτή τη μεγάλη προσπάθεια της χώρας.