Ένα από το προβλήματα της πολιτικής - ιδιαίτερα σημαντικό - είναι το γεγονός πως δεν έχει σημασία τι έχει στο μυαλό του ο ηγέτης όταν λέει κάτι, αλλά πώς το εισπράττει ο πολίτης.
Έτσι ο Γιώργος Α. Παπανδρέου όταν είπε το περίφημο πλέον «λεφτά υπάρχουν» μπορεί να είχε βάλει έναν ουσιώδη αστερίσκο, όμως οι πολίτες δεν ασχολήθηκαν με τον αστερίσκο αλλά με το σύνθημα. Σε αυτό πίστεψαν, με αυτό το σύνθημα προσήλθαν στις κάλπες και λόγω αυτού του συνθήματος αισθάνθηκαν εξαπατημένοι. Και ας τρέχει ο Γιώργος Α. Παπανδρέου να βρει τα δίκαια του, που βεβαίως τα έχει, υπό κάποια έννοια.
Πολύ φοβούμαι πως η παρούσα κυβέρνηση κινδυνεύει να βρεθεί μπροστά σε μια παρόμοια κατάσταση. Δεν κατέστησε σαφές από την πρώτη στιγμή πως η πολιτική των ενισχύσεων είναι περιστασιακή, λόγω των συνθηκών της πανδημίας, και έχει ημερομηνία λήξεως. Πως η επιδοματική πολιτική δεν αποτελεί στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης. Και πως οι επιχειρηματίες όλων των κλάδων, από κάποιο χρονικό σημείο και μετά, θα πρέπει να μάθουν να λειτουργούν με τους περιορισμούς που επιβάλλει η πανδημία, χωρίς τις κρατικές ενισχύσεις.
Η κυβέρνηση έχει ένα σοβαρό ελαφρυντικό. Όταν εξήγγειλε τις ενισχύσεις - και το έκανε σταδιακά, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση αξίωνε αυτό να γίνει εμπροσθοβαρώς - δε γνώριζε τη διάρκεια της πανδημίας και ούτε την ένταση της. Όπως βέβαια και όλες οι κυβερνήσεις που οι χώρες τους επλήγησαν από τη covid. Συνεπώς, η κυβέρνηση κινήθηκε με το βλέποντας και κάνοντας.
Σήμερα όμως, κοντά στους 20 μήνες μετά την εμφάνιση του κορονοϊού, η ασθένεια στις διάφορες παραλλαγές της καλπάζει και τα λεφτά όμως τελείωσαν.
Με το έλλειμμα στα ύψη δεν υπάρχουν περιθώρια για νέες οικονομικές ενισχύσεις, πολύ, δε, περισσότερο που λόγω της παγκόσμιας αύξησης των τιμών θα πρέπει να ενισχυθούν και τα ευπαθή νοικοκυριά.
Δυστυχώς, πολλοί επαγγελματικοί κλάδοι εξέλαβαν την πολιτική των έκτακτων ενισχύσεων ως μια εναλλακτική πολιτική που θα υπάρχει όσο διαρκεί η πανδημία. Δηλαδή νομίζουν οι επαγγελματίες πολλών κλάδων πως θα μπορούν να επιλέγουν, αν τους συμφέρει να λειτουργούν τις επιχειρήσεις τους ή όχι και στη δεύτερη περίπτωση το απωλεσθέν εισόδημα να το αναπληρώνει το κράτος.
Και μια μορφή αυτής της αναπλήρωσης θα είναι η μη επιστροφή των επιστρεπτέων προκαταβολών. Μου θυμίζει τη δεκαετία της απίστευτης δημοσιονομικής ασυδοσίας και της τραπεζικής κραιπάλης, όταν η πλειοψηφία των πολιτών - με βασική ευθύνη των τραπεζών - πίστευε πως τα δανεικά είναι εισόδημα. Και σήμερα πολλοί επαγγελματίες με τα αιτήματα τους ουσιαστικά θέλουν να επιστρέψουμε στη δεκαετία της ασωτίας.
Η κυβέρνηση οφείλει να ξεκαθαρίσει προς κάθε κατεύθυνση πως τα λεφτά τελείωσαν. Πως οι επιστρεπτέες θα επιστραφούν και τα επιδόματα θα σταματήσουν. Πως επιτέλους θα πρέπει να δούμε πώς θα τιθασεύσουμε το δημοσιονομικό έλλειμμα, ανεξάρτητα από τις πολιτικές της ευρωζώνης. Είναι δικό μας πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με δικές μας πολιτικές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ας καταστήσει σαφές στους πολίτες πως αυτή η πολιτική των ενισχύσεων και των επιδομάτων είναι μια παρένθεση που κλείνει. Δεν ήρθε για να μείνει.