Εκτενή αναφορά στο μεταναστευτικό, παράλληλα με τα άλλα θέματα επικαιρότητας, κάνει ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής». Θέμα πάνω στο οποίο εξαπολύει σφοδρή επίθεση κατά κομμάτων που τοποθετούνται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας.
Αναλυτικά, υπερασπίζεται την κυβερνητική πολιτική κάνοντας λόγο για «δίκαιη, αυστηρή αλλά ορθολογική μεταναστευτική πολιτική». Με «αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων. Άρα φράχτης και ανάσχεση των μεταναστευτικών ροών στη θάλασσα και επομένως αποτελεσματική φύλαξη». Συγχρόνως, όμως, «επειδή είναι πρακτικά αδύνατο να ελέγξεις πλήρως τις μεταναστευτικές ροές, πρέπει να υπάρχει μια διαδικασία αρχικής αναγνώρισης του προσφυγικού στάτους, σε όσους το δικαιούνται. Εκεί είναι που υπάρχει πια η αντίθεση και της Γερμανίας με το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και της Ουγγαρίας, αλλά και της Ολλανδίας. Εδώ λοιπόν υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα, διότι δεν είναι μόνο οικονομικό».
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας, «η κυβέρνησή μας είναι εκείνη που έχει την πιο ορθολογική και αποτελεσματική πρόταση για τη διαχείριση μεταναστευτικής πολιτικής και γι' αυτό και διαμορφώνουμε σήμερα συσχετισμούς και μέσα στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, προκειμένου να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε συνολικά στην Ευρώπη αυτή την πολιτική». «Είναι λυπηρό που δεν έχουμε στήριξη από δυνάμεις εδώ στον τόπο μας», διαπιστώνει ακόμη.
Εξάλλου, «οι αντιλήψεις που υπερασπίζεται ο κ. Όρμπαν για την Ουγγαρία κοστίζουν στη χώρα αυτή -γιατί είναι εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου- περίπου 650 εκατ. ευρώ σε πρόστιμα το χρόνο, δηλαδή περίπου μισό ΕΝΦΙΑ. Δεν είναι βιώσιμο αυτό το σχήμα δημοσιονομικά», διευκρινίζει. Ενώ, από την άλλη, υπάρχουν δυνάμεις, οι οποίες «φαίνεται να θεωρούν ως φυσικό τους σύμμαχο τον κύριο Όρμπαν. Αυτό το μπλοκ δυνάμεων εκπροσωπεί ακριβώς την αντίληψη ότι η Ελλάδα θα πρέπει να γίνει ένα είδος φυλακής όλων των μεταναστών που έρχονται και που μπαίνουν με οποιονδήποτε τρόπο, άρα να μένουν στο έδαφός της».
Όμως, τονίζει, «το "αριστερό" και το "δεξιό" θα τα βλέπουμε πάντα στο πεδίο. Δεν μπορεί για παράδειγμα η κ. Λατινοπούλου να λέει ταυτοχρόνως ότι είναι "αριστερή ψυχούλα" ο κ. Μητσοτάκης και την ίδια στιγμή να κατηγορείται σε διεθνές επίπεδο η Ελλάδα ότι έχει την αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Διότι καλά είναι τα εύκολα και τα ανέξοδα λόγια, άλλα οι πολιτικές κρίνονται στην πράξη. Και ταυτοχρόνως να συμπαρατάσσεται με τον Όρμπαν που υποστηρίζει ότι όσοι μετανάστες μπαίνουν στην Ευρώπη από την Ελλάδα θα πρέπει να παραμένουν στην Ελλάδα. Αυτό δεν είναι καθόλου μα καθόλου πατριωτική θέση».
Και, σε ένα γενικότερο πολιτικό πλαίσιο, «η Νέα Δημοκρατία έχει υπηρετήσει με απόλυτη συνέπεια τη δεξιά ατζέντα. Το μείζον κατά τη γνώμη μου», αναφέρει ο Μ. Βορίδης, «είναι να υπάρξει ένας πραγματικός διάλογος με τους πολίτες που κάνουν αυτές τις επιλογές, σε κόμματα που υποτίθεται ότι είναι δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας. Αυτά τα κόμματα, έρχονται, δήθεν, να αναδείξουν ελλείψεις στη μεταναστευτική πολιτική, ελλείψεις ή διαφωνίες στα ζητήματα δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Υποτίθεται ότι έχουν πιο "πατριωτικές", πιο σκληρές θέσεις από εμάς στην εξωτερική πολιτική. Στο πεδίο όμως, στον δημόσιο διάλογο, αυτό καταρρίπτεται. Διότι τελικά κανένα από αυτά τα κόμματα δεν έχει να προτείνει κάτι ρεαλιστικό». «Η κυβέρνηση θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της», διαμηνύει.
Για την κατάσταση εντός του κυβερνώντος κόμματος, υπενθυμίζει εν πρώτοις, «είμαστε 5,5 χρόνια στην κυβέρνηση, έχουμε περάσει πολύ δύσκολα νομοσχέδια. Και, εν τέλει, το "αντάρτικο" κατέληξε να είναι μία ερώτηση στην οποία κάποιος ήθελε να αναδείξει ένα θέμα. Σχετικά με τις απόψεις των δύο πρώην πρωθυπουργών, δε σχολιάζουμε και δεν μπαίνουμε στη συζήτηση για να αξιολογήσουμε τις απόψεις τους. Η παράταξη τούς έχει τιμήσει με την προεδρία του κόμματος και με την πρωθυπουργία». «Δεν υπάρχει κατά την άποψη μου καμία αμφισβήτηση, υπό την έννοια ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επανεκλεγεί πρωθυπουργός πριν από ενάμιση χρόνο. Η νομιμοποίηση του πρωθυπουργού είναι η λαϊκή νομιμοποίηση και η ενότητα της Νέας Δημοκρατίας συνεχίζει να είναι απολύτως αρραγής», επισημαίνει ο υπουργός Επικρατείας.
Αλλάζοντας πεδίο, στα θέματα καθημερινότητας, σημειώνει, μεταξύ άλλων, πως «δεν υπάρχει πρόσθετο μέτρο για την ακρίβεια, καθώς, αφενός έχουν ήδη ληφθεί πολλά μέτρα για την ακρίβεια, έχουν γίνει πολλές παρεμβάσεις, και αφετέρου γιατί είμαστε ήδη σε περίοδο αποκλιμάκωσης των τιμών».
Κληθείς να σχολιάσει τις σχέσεις της κυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ, δηλώνει πως «η κυβέρνηση πάντοτε έχει την υποχρέωση και εκ του Συντάγματος, να φέρεται θεσμικά. Τα πεπραγμένα του κυρίου Ανδρουλάκη ενεκρίθησαν, και αφού έχει και έγκριση των πεπραγμένων του, θα συνεχίσει να ασκεί την αντιπολίτευση με τον τρόπο που την ασκεί μέχρι τώρα. Το αντιπολιτευτικό ύφος και η στάση του ΠΑΣΟΚ πάνω σε μείζονες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης προφανώς αξιολογείται. Υπάρχει ένα ζήτημα, το οποίο είναι πιο απαιτητικό και αυτό είναι ότι για ορισμένες αποφάσεις ο κανονισμός της Βουλής και το Σύνταγμά μας απαιτεί αυξημένες πλειοψηφίες και άρα κάποιου είδους συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων».
Φέρνει, μάλιστα, το παράδειγμα του διορισμού των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών, το οποίο απαιτεί αυξημένη πλειοψηφία. «Εδώ θα φανεί ποιος είναι εποικοδομητικός, ποιος είναι παραγωγικός, ποιος εκτελεί τη συνταγματική του υποχρέωση ώστε να βρίσκει κοινούς τόπους για να μπορέσουν να λειτουργούν αποτελεσματικά οι Ανεξάρτητες Αρχές, και ποιος θυσιάζει τα πάντα στον βωμό μιας, ας το πω δομικής αντιπολίτευσης, η οποία θέλει να ισοπεδώσει τα πάντα και μπαίνει στη λογική του "όχι" σε όλα».
Ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία βλέπει, τέλος, «προοπτική περαιτέρω διάσπασης», ως εκ τούτου, προσθέτει, «δεν βλέπω πια κάτι πολιτικά ενδιαφέρον».