Την Τετάρτη στο Υπουργικό Συμβούλιο, ήταν προγραμματισμένο ο πρωθυπουργός να ανάψει το τελικό πράσινο φως για την αύξηση από 1ης Απριλίου, του κατώτατου μισθού πάνω από τα 800 ευρώ. Αύξηση που αφορά περίπου 600 χιλιάδες εργαζόμενους και επηρεάζει άμεσα 19 επιδόματα περιλαμβανομένου και του επιδόματος ανεργίας.
Η κυβέρνηση θα είχε το δικαίωμα να πανηγυρίζει ότι στα πέντε χρόνια που κυβερνά έχει κατακτήσει το ρεκόρ ισάριθμων αυξήσεων. Κάθε χρόνο και μια μικρή η μεγαλύτερη αύξηση. Η πορεία ξεκίνησε το Φεβρουάριο του 2019 όταν για πρώτη φορά μετά από 7 χρόνια, δόθηκε η πρώτη αύξηση κατά 10% και καταργήθηκε ο υποκατώτατος μισθός για τους νέους από 18-25 ετών καθώς οι αποδοχές τους αυξήθηκαν κατά 27,22%.
Την Τετάρτη επίσης στο Υπουργικό Συμβούλιο είναι προγραμματισμένη η συζήτηση της Εθνικής Στρατηγικής για τα άτομα με αναπηρία, για την ορατότητα τους και για το σχέδιο της Πολιτείας να τερματίσει τη λεγόμενη δευτερογενή αναπηρία, μην παρέχοντας τους όρους και τις συνθήκες αυτόνομης και αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Επίσης, την Τετάρτη ο πρωθυπουργός θα ανακοίνωνε και επισήμως ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα που θα προμηθευτεί επτά νέα σύγχρονα πυροσβεστικά αεροσκάφη τύπου Canadair με βάση τη συμφωνία που υπεγράφη κατά την επίσκεψη του στον Καναδά. Επτά πυροσβεστικά αεροσκάφη που θα συνδράμουν τη χώρα στη μάχη για τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Μια συμφωνία που έρχεται πολύ πριν την έναρξη μιας ακόμη δύσκολης αντιπυρικής περιόδου.
Αυτή θα ήταν η ατζέντα συζήτησης των προσεχών ημερών.
Αν δεν παρεμβάλλονταν ένα υπολογισμένο πρωτοσέλιδο για μια αποκάλυψη - καπνό και η «αστραπιαία» αντίδραση του Νίκου Ανδρουλάκη να κινήσει ως μπροστάρης μια διαδικασία πρότασης μομφής, με μόνο στόχο να συντηρηθεί το άρρωστο πολιτικό κλίμα που η αντιπολίτευση δημιουργεί συνειδητά ενόψει των ευρωεκλογών με όχημα την εθνική τραγωδία των Τεμπών.
Να αλλάξει η ατζέντα.
Το δημοσίευμα περί μονταζιέρας ήταν το μέσο. Ήταν και το μήνυμα. Πρόκλησης ζημιάς, πολιτική αναταραχή. Ωραία κατάσταση.
Ο σταθμάρχης σε καμιά από τις καταθέσεις του στη δικαιοσύνη στην προκαταρκτική έρευνα ή και στη συνέχεια δεν δήλωσε αθώος ώστε να επιχειρήσει δήθεν κάποιος να του φορτώσει το έγκλημα. Δεν κατηγορείται με βάση τι είπε στον έναν ή στον άλλο σταθμάρχη εργοδηγό ή επιθεωρητή. Ούτε για το τι άκουσε, τι υπέθεσε ότι του είπαν, τι απάντησε.
Κατηγορείται για όσα έπραξε ή δεν έπραξε εκείνο το μοιραίο βράδυ. Όταν από ένα συνδυασμό ανικανότητας και αδιαφορίας απενεργοποίησε την τοπική τηλεδιοίκηση γιατί δεν ήξερε να τη λειτουργεί, οδήγησε τα δυο τρένα στην ίδια γραμμή και δεν κατάλαβε εγκαίρως το λάθος ώστε στο χρόνο που υπήρχε να δώσει εντολή σωτηρίας. Στο «μαύρο» κουτί της τοπικής τηλεδιοίκησης υπάρχει καταγεγραμμένο το αποτύπωμα των ενεργειών του, όπως και των συναδέλφων του που είχαν προηγηθεί στη βάρδια και κινούσαν τα τρένα μέχρι τις 11.00 βράδυ με την τηλεδιοίκηση.
Η αντιπολίτευση ξέρει ότι το ανακριτικό υλικό δεν είναι μόνο οι ενδοεπικοινωνίες. Τα «Βασίλη φεύγεις» και τα «αμάν».
Γνωρίζει ότι η έρευνα της δικαιοσύνης δεν γίνεται στα μαύρα σκοτάδια αλλά είναι διαρκώς κάτω από το διαρκή έλεγχο των νομικών παραστατών των οικογενειών. Γνωρίζει ότι «συγκάλυψη» σε ένα γεγονός στη διαχείριση του οποίου, ενεπλάκησαν χιλιάδες άνθρωποι δεν μπορεί να συμβεί. Ή αν κάποιος το αποπειραθεί, θα αποκαλυφθεί στα πολλά στάδια διερεύνησης. Υπάρχει για όποιον ενδιαφέρεται και μια σχετική τηλεοπτική συνέντευξη του συζύγου της Μαρίας Καρυστιανού. Δικηγόρου και πατέρα της αδικοχαμένης Μάρθη που εισφέρει τα εντελώς αντίθετα στο αφήγημα περί παρακώλυσης της δικαιοσύνης.
Δεν ενδιαφέρει τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης η αλήθεια για τις συνθήκες που οδήγησαν στην εθνική τραγωδία των Τεμπών. Ούτε η απόδοση των ευθυνών όπως ορίζει η δικαιοσύνη.
Αν τους ενδιαφέρει το πολιτικό αποτέλεσμα που μπορεί να επιφέρει στην κάλπη των ευρωεκλογών, όπου κρίνεται το δικό τους πολιτικό παρόν και μέλλον, η εντύπωση της κοινωνίας περί δικαιοσύνης.
Ο Νίκος Αδρουλάκης στοιχίζει το κόμμα που κάποτε όρθωσε ανάστημα μπροστά στις ορδές των λαϊκιστών και αντι ευρωπαίων προκειμένου να μην πέσει η χώρα στον Καιάδα, μπροστά από τους εκφραστές του αριστερού και του δεξιού Τραμπισμού.
Ζήτησε τη συνδρομή του Στ. Κασσελάκη και του Κυρ. Βελόπουλου να μαζέψει τις υπογραφές για την πρόταση μομφής.
Να ενώσουν σε ένα κοινό οπλοστάσιο όλες τις θεωρίες περί συγκάλυψης χωρίς να στοιχειοθετούν τη συγκάλυψη, και να επιχειρήσουν να φυτέψουν βαθύτερα το σπόρο αμφισβήτησης των θεσμών και των εκλογικών διαδικασιών που ως κόρη οφθαλμού διαφυλάχθηκε, ακόμη και στις σκληρότερες πολιτικές μάχες της μεταπολίτευσης.
Η πρόταση του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ να παραιτηθεί ο Μητσοτάκης για να γίνουν εκλογές με διεθνείς παρατηρητές είναι φαιδρότερη και από την είδηση ότι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης εκλήθη ως διεθνής παρατηρητής στις ρωσικές εκλογές του Πούτιν. Όμως υπάρχει εκεί έξω κόσμος που είναι έτοιμος να την υπερασπιστεί, όπως υπερασπίζεται τον πρόεδρό του και το δικαίωμα του να μην λέει ποιες εταιρίες είχε, ποιες έχει, ποιες δάνεισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, και τι έχει σήμερα στην κατοχή του.
Κι αν κάποιος μπορεί καταλογίσει θεσμικό και πολιτικό ακαταλόγιστο στο νέο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, τι να καταλογίσει στον κύριο Ανδρουλάκη για τη σύμπραξη με τον Κ. Βελόπουλο. Ποια κοινή δημοκρατική αξία τους συνδέει; Η άποψη ότι οι κατηγορούμενοι σε ένα κράτος δικαίου οφείλουν να αποδείξουν την αθωότητά τους; Η το όραμα του να κάνει την Ελλάδα παράρτημα του αυταρχικού ολοκληρωτισμού αλά Πούτιν και Τράμπ;
Ποιο είναι επίσης το κοινό συμφέρον με τον Στ. Κασσελάκη ο οποίος μόνο και μόνο με το Τic ToK τον εξοβέλισε από τη δεύτερη θέση;
Καθαρά πολιτικά, τα συμφέροντά όλων αυτών στην επόμενη κάλπη είναι αντικρουόμενα. Αλλά βλέπουν τις δημοσκοπήσεις και τις προοπτικές τους. Ωστόσο καταφεύγουν ξανά στη συνταγή του 2019 και του 2023.
Μετατρέπουν την κάθε ήττα τους στη μήτρα της επόμενης, διαπραγματεύονται μόνο τη μικρή πολιτική ύπαρξή τους γιατί δεν διαθέτουν τη σκευή, το χρόνο, την ενέργεια να δουλέψουν για να εμφανίσουν μαζί ή κατά μόνας μια συγκροτημένη έκφανση δημοκρατικής αντιπολίτευσης.
Όμως όσο πιο τυφλά αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα της κοινωνίας και της χώρας, τόσο ενδυναμώνουν την αντίληψη στους ψηφοφόρους ότι έχουν μείνει χωρίς άλλη επιλογή, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Κανέναν.
Όσο ελκυστικός και αν ακούγεται μακριά από την κάλπη ο Κανένας τόσο απειλητικός φαντάζει μέσα στο παραβάν.