Η μεταμοντέρνα εκδήλωση αντιευρωπαϊσμού, δηλαδή η εκδήλωση άρνησης στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με τη μορφή και τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει τη μορφή προβολής, δήθεν, της αναποτελεσματικότητας των θεσμών του δικαίου της Ε.Ε. απέναντι στα μεγάλα σύγχρονα προβλήματα, μεταξύ των οποίων κεντρική θέση έχει το ζήτημα της δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων.
Αλλά η εκδήλωση είναι ανιστόρητη, αντιεπιστημονική και στερείται σοβαρότητας και τεκμηρίωσης και ως τέτοια είναι αλυσιτελής, χωρίς όμως να πρέπει να αντιμετωπίζεται με αδιαφορία, ιδίως όταν προβάλλεται ως δίλημμα σε επιστημονικές εκδηλώσεις στις οποίες μετέχουν και παράγοντες του δημόσιου βίου, γνωστοί για την επίδοσή τους σε άλλους επιστημονικούς τομείς, εκτός του δικαίου της Ε.Ε., της ευρωπαϊκής πολιτικής και ευρωπαϊκής ιστορίας.
Τέτοια ήταν και η προσφάτως οργανωθείσα εκδήλωση με τον τίτλο «Μένουμε Ευρώπη;» στον προβληματισμό της οποίας κυριάρχησε η προσπάθεια διασύνδεσης της ευρωπαϊκής διαδικασίας ενοποίησης με τις αδυναμίες της δημοκρατίας, που εκδηλώνονται κάθε μέρα στα 27 κράτη μάλη και όχι μόνο αλλά και εκτός Ε.Ε.
Οι γνωρίζοντες όμως ξέρουν ότι ο ευρωπαϊκός νομοθέτης έχει εισαγάγει στις διαδοχικές νομοθετικές παρεμβάσεις του στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, θεσμούς νέους και εξαιρετικά αποτελεσματικούς τόσο για την κατοχύρωση της δημοκρατικής νομιμοποίησης των ενωσιακών οργάνων όσο και την αποτελεσματικότητα των εγγυητικών ρητρών, που εξασφαλίζουν τη σωστή και επιθυμητή λειτουργία του συστήματος της εξουσίας μέσα στην Ε.Ε.
Όταν δε οι ενωσιακοί θεσμοί λειτουργούν παράνομα και καταχρηστικά, αυτό οφείλεται σε παραβίαση του δικαίου, οπότε υπάρχουν μηχανισμοί ασφαλείας που λειτουργούν παραπληρωματικά ή συμπληρωματικά (π.χ. Qatargate).
Από το σημείο αυτό όμως μέχρι να χρεώνουμε στην ευρωπαϊκή διαδικασία ολοκλήρωσης την έλλειψη αποτελεσματικότητας, εκεί όπου λείπει ηθελημένα η ενωσιακή δικαιοδοσία είναι αντιεπιστημονικό, ανιστόρητο και επικίνδυνο και δεν αρμόζει σε καμία επιστημονική προσέγγιση.
Το δίκαιο της Ε.Ε. έχει κόκκινες γραμμές αρμοδιότητας έναντι του (αυστηρά) εσωτερικού δικαίου των κρατών μελών, διότι αυτή ήταν η βούληση του Ευρωπαίου νομοθέτη και σε τελική ανάλυση των κρατών μελών.
Όλα τα άλλα είναι προσχηματικά και αντιεπιστημονικά.