Μεταρρυθμίσεις με κοινωνικό αντίκτυπο, δίχως πολιτικό κόστος

Μεταρρυθμίσεις με κοινωνικό αντίκτυπο, δίχως πολιτικό κόστος

Η κυβερνητική ατζέντα το τελευταίο διάστημα οδηγεί στην εξής παραδοξότητα: οι μεταρρυθμίσεις, που προωθούνται αγγίζουν άμεσα ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας και μάλιστα σε αξιακά ζητήματα, προκαλούν αντιδράσεις με την κοινή γνώμη να τοποθετείται θετικά ή αρνητικά κατά περίπτωση, παρόλ’ αυτά η κυβέρνηση βγαίνει αλώβητη μέσα από ένα μείζον κοινωνικό και πολιτικό «ντιμπέιτ».

Μοιάζει να πρόκειται για μεταρρυθμίσεις με έντονο κοινωνικό αντίκτυπο, αλλά με κάποιο τρόπο, χωρίς πολιτικό κόστος. Το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, που αλλάζει τη ζωή ολόκληρων οικογενειών, από τη μία πλευρά και το επικείμενο νομοσχέδιο για τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων, που αλλάζει τον χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών μπήκε ως θέμα στην πολιτική συζήτηση, με τα ποσοστά της κοινής γνώμης να είναι συντριπτικά κατά της θεσμοθέτησής του. Την ώρα, που το νομοσχέδιο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, η τελευταία δημοσκόπηση της Marc αποτύπωνε μια εικόνα πολύ λιγότερο αιχμηρή.

Με τον πολιτικό γάμο συμφωνεί και μάλλον συμφωνεί πλέον το 57,8%, δηλαδή σχεδόν 6 στους δέκα, ενώ διαφωνεί και μάλλον διαφωνεί το 39,8%.

Βασική αιτία για την κάμψη των ισχυρών αντιρρήσεων φαίνεται να είναι η αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στα δικαιώματα των παιδιών, καθώς το 80,8% των ερωτηθέντων συμφωνεί με την αναγνώριση ίδιων δικαιωμάτων στα παιδιά ομόφυλων και ετερόφυλων ζευγαριών και μόλις το 14,3% διαφωνεί, παρά το γεγονός ότι ένα μεγάλο ποσοστό τάσσεται κατά της υιοθεσίας.

Το θέμα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών μπορεί να προκάλεσε αναταράξεις σε κοινωνικό επίπεδο, με την Εκκλησία να αποκτά σημαντικό ρόλο και στη διαμόρφωσή του κλίματος, ωστόσο σε πολιτικό επίπεδο έως σήμερα φαίνεται να έχει βρεθεί η κοινή συνισταμένη ανάμεσα στην κυβέρνηση και την πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών κομμάτων, καθώς ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας, έχουν δηλώσει ότι θα το στηρίξουν.

Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η εικόνα στο θέμα των μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, που έπεται ως μεγάλη μεταρρύθμιση στο κυβερνητικό πρόγραμμα. Η κοινή γνώμη σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις τάσσεται υπέρ της λειτουργίας τους σε ένα συντριπτικό βαθμό.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας Prorata για παράδειγμα, το 59% των ερωτηθέντων τάσσεται υπέρ της ίδρυσης μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ και το 37% κατά. Έχει, μάλιστα, ενδιαφέρον ότι υπέρ της λειτουργίας τους τάσσονται, η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, σε ποσοστό 75%, αλλά και του ΠΑΣΟΚ, σε ποσοστό 65%.

Ωστόσο, καθόλου ευκαταφρόνητο δεν είναι το ποσοστό των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, που συμφωνούν, 36%, ενώ σχεδόν ένας στους τέσσερις ψηφοφόρους του ΚΚΕ, ποσοστό 22%, επίσης συμφωνεί. Κοινή συνισταμένη όλων, σε ποσοστό άνω του 90%, η ανάγκη να υπάρχουν αυστηροί κανόνες λειτουργίας, όπως το υπουργείο παιδείας δεσμεύεται ότι θα προβλέπεται στο νομοσχέδιό του.

Το κλίμα στην κοινή γνώμη είναι μάλλον αναντίστοιχο με το κύμα καταλήψεων στα πανεπιστήμια της χώρας, που μάλιστα, τείνει να «εκτροχιάσει» την εξεταστική και την πορεία των εξαμήνων των φοιτητών, την ώρα, που ήδη προδιαγράφεται σφοδρή αντιπαράθεση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης.

Οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν ότι αν η κυβέρνηση έχει έναν σταθερό αντίπαλο στη σχέση της με την κοινωνία, αυτός δεν είναι άλλος από τις πληθωριστικές πιέσεις, καθώς σχεδόν το 75% των πολιτών απαντούν ότι ακρίβεια και ανατιμήσεις είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα.

Παρά τις τρεις αυτές διαφορετικές «εικόνες» της κοινής γνώμης, η κυβέρνηση διατηρεί, σύμφωνα με τις μετρήσεις, την απόλυτη πρωτοκαθεδρία, έχοντας στον 5ο χρόνο της, ένα προβάδισμα της τάξεως των 21 ποσοστιαίων μονάδων.

Σύμφωνα με την Marc, στην πρόθεση ψήφου για τις εθνικές εκλογές, η ΝΔ καταγράφει 33,7% και ακολουθεί στη δεύτερη θέση το ΠΑΣΟΚ με 12,7% και στην τρίτη θέση ο ΣΥΡΙΖΑ με 10%. Στην εκτίμηση ψήφου, η Νέα Δημοκρατία, με αυτά τα ποσοστά, αγγίζει τις επιδόσεις της στις εθνικές εκλογές, καθώς βρίσκεται στο 39%, με το ΠΑΣΟΚ να ακολουθεί με 15% και τον ΣΥΡΙΖΑ με 12%.

Αναλλοίωτα παραμένουν και τα προσωπικά ποσοστά αποδοχής του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη θέση του πρωθυπουργού, σε μια περίοδο μάλιστα, που τρία από τα μεγαλύτερα θέματα, που μονοπωλούν την πολιτική συζήτηση, τον φέρνουν να μην κινείται σε απόλυτη «γραμμή» με την πλειοψηφία της κοινής γνώμης.

Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, που χαρακτηρίζει αναγκαίες, με βάση το πολιτικό κόστος. Επιλογή, που μέχρι σήμερα «δείχνει» να τον επιβεβαιώνει.