«Πρέπει να προετοιμαστούμε για να μην έχουμε εχθρικό περιβάλλον στη Δικαιοσύνη» δήλωσε η Τασία Χριστοδουλοπούλου εκφράζοντας την ανάγκη του ΣΥΡΙΖΑ «να έχουμε ανθρώπους δικούς μας» στο κράτος και «να μπορούμε επί τόπου να τους επηρεάζουμε». Η αναφορά της ήρθε να αναδείξει τον τρόπο που η αξιωματική αντιπολίτευση αντιμετωπίζει τους Θεσμούς και να προστεθεί σε όλα όσα υποστηρίζουν τα στελέχη με βασικό εκφραστή τον Παύλο Πολάκη και να επιβεβαιώσει πως το μπούλινγκ στη δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή. Άλλωστε και ο Αλέξης Τσίπρας έχει αναφερθεί σχετικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και την περίοδο 2012 – 2014 και ως κυβέρνηση αλλά και τώρα ως αξιωματική αντιπολίτευση άσκησε πιέσεις στη Δικαιοσύνη για κεντρικές αποφάσεις και στοχοποίησε δικαστικούς λειτουργούς είτε με παρεμβάσεις εντός και εκτός βουλής είτε μέσω μέσων ενημέρωσης που τάσσονται στο πλευρό της. Η περίπτωση Ρασπούτιν, τον ρόλο του οποίου έχουν καταγγείλει επωνύμως δικαστικοί λειτουργοί μιλώντας για πιέσεις, είχε ακριβώς αυτή τη στόχευση. Τον έλεγχο της δικαιοσύνης και τον εκφοβισμό των εκπροσώπων της
Η Τασία Χριστοδουλοπούλου ήταν σαφής στα όσα είπε πρόσφατα κατά τη διάρκεια ομιλία της σε κομματική εκδήλωση. Ο Παύλος Πολάκης είναι πιο σαφής με διαρκείς παρεμβάσεις του και επιθέσεις κατά της δικαιοσύνης είτε ως στέλεχος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είτε ως βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μέχρι και... ποίημα είχε γράψει το 2017.
Σύσσωμος όμως ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί με κάθε τρόπο να πιέσει τη δικαιοσύνη, να αποδομήσει δικαστικούς λειτουργούς και να δείξει πως η δεύτερη φορά που θα είναι αλλιώς όπως αναφέρει ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας θα κάνει πράξει αυτό που ο Αλέξης Τσίπρας είχε δηλώσει το 2017, δηλαδή ότι θα «ξεπεράσει τα θεσμικά εμπόδια».
Η παρέμβαση στον Άρειο Πάγο την προηγούμενη εβδομάδα αυτή τη στόχευση είχε. Η Όλγα Γεροβασίλη και ο Θεόφιλος Ξανθόπουλος, εκπροσωπώντας θεσμικά τον ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκαν να ζητούν διερεύνηση σχετικά με τις διαφορετικές υπογραφές που «ανακάλυψε» το κόμμα τους, στην αρχειοθέτηση της υπόθεσης του Άδωνι Γεωργιάδη αναφορικά με τη Novartiς αφήνοντας αιχμές για τους δικαστικούς λειτουργούς
Αιχμές που έγιναν πρωτοσέλιδα με στοχοποίηση όλων όσοι ασχολήθηκαν με την υπόθεση αυτή και ειδικά με τη διαδικασία που οδήγησε στην αρχειοθέτηση και οι οποίοι είδαν και συνεχίζουν να βλέπουν τα ονόματά τους δημοσιοποιημένα συνοδευόμενα από αναφορές σχετικά με τις αποφάσεις που έλαβαν.
Η ως άνω παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε ακόμη και αντίδραση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η Ένωση αφού διευκρινίζει τι ακριβώς έχει συμβεί και πως προκύπτουν οι διαφορετικές υπογραφές τονίζει:
«Στην προκειμένη περίπτωση το γεγονός αυτό επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην αρχή του κειμένου και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη γνήσια βούληση του συντάκτη της εν λόγω διάταξης, την ορθότητα και τη νομιμότητα της ενέργειάς του αυτής, στον βωμό της δημιουργίας εντυπώσεων. Διαβεβαιώνουμε για πολλοστή φορά ότι οποιαδήποτε ιδιότητα εμπλεκόμενου σε υπόθεση, δεν θα μπορούσε να αποτελέσει και δεν αποτελεί για τον εισαγγελέα κριτήριο για ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείρισή του. Τονίζουμε δε ότι η δικαστική ανεξαρτησία αποτελεί θεμέλιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και καλούμε και πάλι όλους τους κοινωνικούς εταίρους να κατανοήσουν τη σημασία της και να τη θωρακίσουν έμπρακτα».
Ο Εισαγγελέας βρέθηκε στο κέντρο της... προσοχής ΣΥΡΙΖΑ και ΜΜΕ όπως και αυτοί που κάλεσαν με την ιδιότητα του κατηγορούμενου δύο δημοσιογράφους φίλα προσκείμενους στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχετικά με την υπόθεση του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου και τη σκευωρία της Νovartis. Η σε βάρος τους επιθέσεις, τα υπονοούμενα για τη συμπεριφορά τους θύμισαν την περίοδο των τηλεοπτικών αδειών, όταν ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος διέταξε τη διενέργεια πειθαρχικού ελέγχου κατά του αντιπροέδρου του ΣτΕ, Αθανασίου Ράντου, ο οποίος μετείχε στη σύνθεση της Ολομέλειας που έκρινε την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών.
Ο διασυρμός του εκείνη την περίοδο από δημοσιεύματα αποτελεί μνημείο παρεμβατικότητας και επιχείρησης ποδηγέτησης της δικαιοσύνης. Υπενθυμίζεται πως και ο ο Αλέξης Τσίπρας είχε υποστηρίξει, για την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών το 2016, ότι η δικαιοσύνη δεν πρόκειται να λάβει απόφαση διαφορετική από αυτή που υποστήριζε η κυβέρνηση του.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει χαρακτηρίσει τη Δικαιοσύνη ως θεσμικό εμπόδιο από αυτά που η αριστερά ξεπερνά υπερασπιζόμενος το 2017 τον Παύλο Πολάκη και μια εκ των επιθέσεων του σε βάρος δικαστικών λειτουργών. Έχει ο ίδιος μιλήσει για αρμούς της εξουσίας που πρέπει να ελεγχθούν και έχει κατά το δοκούν κάνει εκτιμήσεις αναφορικά με αποφάσεις της. Άλλως από το γραφείο του στο Μάξιμου εξερχόμενος ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος είχε χαρακτηρίσει την υπόθεση novartis ως «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από την ίδρυση του ελληνικού κράτους» και ο τότε διευθυντής του γραφείου του Δημήτρης Τζανακόπουλος μετέβαινε στον Άρειο Πάγο για να... ενημερωθεί σχετικά.
Δεν είναι οι μόνες περιπτώσεις την τελευταία δεκαετία. Το τελευταίο διάστημα όμως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επανέλθει δριμύτερος. Μέσω του Παύλου Πολακη, της Τασίας Χριστοδουλοπούλου, συνολικά του ΣΥΡΙΖΑ και του επικεφαλής του εμφανίζονται να έχουν θέσει στο στόχαστρο τη δικαιοσύνη. Ασκώντας πιέσεις, επικαλούμενοι τη δεύτερη φορά που θα είναι αλλιώς αποδομούν τον θεσμό και κινούνται στην κινηματική λογική παρελθόντων ετών. Λογική που κυρίαρχο χαρακτηριστικό έχει την ένταση την πόλωση και τον διχασμό.
Η περίπτωση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Σάκη Παπαδόπουλου απλά έρχεται να επιβεβαιώσει την κεντρική επιλογή του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τονίζοντας πως πρέπει να γίνει αποδεκτή η απόφαση του εισαγγελέα για αρχειοθέτηση της υπόθεσης Γεωργιάδη και ευχόμενος στον Ανδρέα Λοβέρδο να κλείσει γρήγορα η δική του υπόθεση βρέθηκε στο στόχαστρο της Κουμουνδούρου και της ηγετικής της ομάδας.
Σύμφωνα με πληροφορίες απειλήθηκε ακόμη και με διαγραφή και αναγκάστηκε να βγάλει γραπτή ανακοίνωση προκειμένου να αναμορφώσει τα όσα είπε μιλώντας για «παρερμηνεία» των δηλώσεών του. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει την πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δείχνει αποφασισμένος, αν επανέλθει ποτέ στην εξουσία να κάνει ότι μπορεί προκειμένου να ελέγξει τη Δικαιοσύνη και τη Δημόσια Διοίκηση.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η δήλωση Πολάκη για δημιουργία δεύτερης σχολής Δικαστών και προώθησης συγκεκριμένων ανθρώπων σε αυτή. Δήλωση που ουδέποτε καταδικάστηκε από την Κουμουνδούρου όπως δεν έχουν καταδικαστεί και οι επιθέσεις προς τους εκπροσώπους της δικαιοσύνης.
Το θέμα της Δικαιοσύνης απασχολεί τον ΣΥΡΙΖΑ και τη δεύτερη φορά που περιμένει να είναι αλλιώς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως υπάρχουν συνεχείς κομματικές εκδηλώσεις με αυτό το αντικείμενο. Όπως η χθεσινή διαδικτυακή όπου παρέστησαν βουλευτές και στελέχη του κόμματος όπως ο Παύλος Πολάκης και ο Θεόφιλος Ξανθόπουλος όπου επίσης τέθηκε στο τραπέζι η ανάγκη «ανανέωσης» του Δικαστικού Σώματος και η στελέχη του με δικηγόρους και πανεπιστημιακούς.
Ο λόγος είναι απλός και έχει κατατεθεί και πάλι από τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Υγείας ο οποίος είχε προτείνει να μπουν πολιτικοί αντίπαλοι στη φυλακή για να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Απέτυχαν το 2019 αλλά τώρα δηλώνουν πως είναι έτοιμοι να αναλάβουν τη διακυβέρνηση και να διαχειριστούν και τους αρμούς της εξουσίας. Για το λόγο αυτό δηλώνουν από τώρα πως θα ξαναβγούν από το αρχείο όσες υποθέσεις καταχωρεί σε αυτό η ίδια η Δικαιοσύνη.
Το ζήτημα είναι όμως ότι αυτή η διαδικασία αποδόμησης, οι επιθέσεις, και οι προσωπικές αναφορές σε δικαστικούς λειτουργούς δημιουργούν συνθήκες που συντελούν στη δημιουργία τοξικού κλίματος στην πολιτική σκηνή αλλά και στην ίδια την κοινωνία. Οι πιέσεις το μπούλινγκ που ασκείται δύσκολα φέρνει αποτέλεσμα όμως η εικόνα που δημιουργείται εκλαμβάνεται αρνητικά από πολίτες και η αμφισβήτηση της δικαιοσύνης είναι ένα βήμα που συμβάλει στη διχαστική ρητορική της αξιωματικής αντιπολίτευσης που φτάνει στο σημείο να συγκρίνει τους νεκρούς της πανδημίας με τους νεκρούς του εμφύλιου