Η συνταγή είναι μέχρι στιγμής πετυχημένη. Λίγα λόγια και κυρίως ελάχιστη δημόσια εικόνα. Το ρεύμα είναι υπέρ του νέου αρχηγού του ΚΙΝΑΛ και αυτός το αφήνει να φυσά και να τείνει να διαμορφώσει νέους συσχετισμούς. Δεν χρειάζεται να κάνει πολλά, δεν χρειάζεται να πει πολλά. Όταν έχεις το momentum με το μέρος σου, αυτό οφείλεις να το εκμεταλλευτείς στο έπακρον. Τώρα, πώς δημιουργήθηκε αυτό το momentum είναι μια άλλη ιστορία.
Νομίζω πως ο Ν. Ανδρουλάκης θα προσπαθήσει να ακολουθήσει αυτή την τακτική μέχρι τέλους. Δηλαδή μέχρι τις εκλογές, υπό την προϋπόθεση βέβαια πως θα αντέξει στο χρόνο και στα γεγονότα. Γιατί θα είναι δύσκολο να μην τοποθετηθεί επάνω σε κρίσιμα θέματα, όπως το ασφαλιστικό, οι αποκρατικοποιήσεις, τα ζητήματα της Παιδείας, το μεταναστευτικό. Δεν αναφέρω τα εθνικά θέματα, γιατί στις μέχρι τώρα τοποθετήσεις του κράτησε, ορθώς, τη γραμμή του πατριωτικού ΠΑΣΟΚ.
Αν μπορέσει, ελισσόμενος, να αποφύγει να πάρει θέση σε όλα αυτά τα θέματα, τότε θα αναδειχθεί σε ένα μικρό Χουντίνι της πολιτικής. Βέβαια, η πολιτική είναι ένα παιχνίδι στο οποίο δεν παίζεις μόνος σου. Τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, αν βλέπουν πως με αυτή την τακτική τής σιωπής τούς «τσιμπά» ποσοστά, θα αντιδράσουν. Θα τον προκαλέσουν να εκθέσει στους πολίτες τις θέσεις του κόμματος του σε όλα τα φλέγοντα ζητήματα. Δεν είναι ανόητοι ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε και ο Α. Τσίπρας, αυτοί να χτυπιούνται μεταξύ τους και να φθείρονται και να αφήσουν τον Ν. Ανδρουλάκη παρατηρητή της δικιάς τους αναμέτρησης.
Επειδή πολλά γράφονται για το ζήτημα των συμμαχιών και των μετεκλογικών συνεργασιών, έχω να πω ότι το ΚΙΝΑΛ, στο βαθμό βέβαια που καταγράψει στις εκλογές ικανοποιητικά ποσοστά, δε θα έχει κανένα λόγο να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. Οι συνέπειες της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου καίνε ακόμα αυτόν το χώρο. Δηλαδή θα βαδίσουμε και σε τρίτη εκλογική αναμέτρηση αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία; Είναι ένα λογικό ενδεχόμενο. Καταστροφικό για την οικονομία, αλλά υπαρκτό αυτό το σενάριο. Εδώ επάνω θα πατήσει η Νέα Δημοκρατία για να στηρίξει το αίτημα της αυτοδυναμίας.
Από την άλλη την πλευρά, οι Συριζαίοι, εντελώς αυθαίρετα και με περισσή αφέλεια, επινόησαν την άθροιση των εκλογικών ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ με του ΚΙΝΑΛ, ώστε αν το σύνολο αυτό ξεπερνά το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας να θεμελιωθεί πολιτικά το αίτημα για «προοδευτική» κυβέρνηση. Είναι νομίζω αυτονόητο πως η συμμετοχή του ΚΙΝΑΛ σε μια τέτοια κυβέρνηση θα είναι αυτοκτονική, με συνέπειες πολύ χειρότερες γι΄αυτόν το χώρο από το αν συγκυβερνούσε με τη Νέα Δημοκρατία. Χώρια, που μετά βεβαιότητος, μια τέτοια συνεργασία θα οδηγούσε και σε διάσπαση το ΚΙΝΑΛ και ως εκ τούτου σε ματαίωση αυτής της συνεργασίας εν τη γενέσει.
Ο Ν. Ανδρουλάκης τα γνωρίζει όλα αυτά, δεν είναι χθεσινός και αντιλαμβάνεται πως η βασική δεξαμενή των εν δυνάμει ψηφοφόρων του βρίσκεται στο ΣΥΡΙΖΑ και όχι στη Νέα Δημοκρατία. Και για να τους κερδίσει θα πρέπει να ασκεί μιαν «αντιδεξιά» αντιπολίτευση. Ένα κι ένα κάνουν δύο.
Το κεντρικό ζήτημα είναι πώς θα ασκήσει αυτήν την αντιπολίτευση, ώστε να μην καταντήσει ένας πράσινος ΣΥΡΙΖΑ.