Ευκαιρία για την Πολιτεία να αποδείξει ότι νοιάζεται για το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων σε μια δύσκολη στιγμή χαρακτήρισε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος το νομοσχέδιο «Μέριμνα υπέρ του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, εξορθολογισμός της νομοθεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, οργάνωση της Εθνοφυλακής και άλλες διατάξεις», το οποίο εισήχθη προς επεξεργασία στην αρμόδια Επιτροπή, επισημαίνοντας ότι καταβάλλονται κατ' έτος 12,5 εκατ. ευρώ υπό μορφή διαφόρων παροχών στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος, αναγνώρισε μεν ότι το νομοσχέδιο, το οποίο αναμένεται να ψηφιστεί την παρασκευή στην Ολομέλεια, δεν επιλύει όλα τα προβλήματα, κάτι που απαιτεί τη συνδρομή άλλων υπουργείων, ωστόσο τόνισε ότι αντιμετωπίζει πολλά χρόνια ζητήματα του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ οι εκπρόσωποι των κομμάτων της Αντιπολίτευσης έκαναν λόγο για ένα νομοσχέδιο κατώτερο των περιστάσεων.
«Η αφοριστική αρνητική στάση γιατί δεν λύνουμε και τα υπόλοιπα είναι μία υπερβολή των ημερών στο πλαίσιο του αντιπολιτευτικού οίστρου πανταχόθεν. Νομίζω ότι αυτό που οφείλουμε ως χρέος στους ιπτάμενους της Πολεμικής Αεροπορίας που χάθηκαν και σε όλα τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων να εργαστούμε σκληρά για να νομοθετήσουμε όσο καλύτερα μπορούμε επιλύοντας κάποια προβλήματα» είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος. Χαρακτήρισε δε, «χοντροειδές ψέμα» ότι δεν δίνεται «ούτε ένα ευρώ» για το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και προανήγγειλε:
- την εισαγωγή διάταξης την Παρασκευή στην Ολομέλεια για τη θέσπιση επιδόματος ειδικών αποστολών με κονδύλι 25 εκατ. ευρώ. Θα αφορά στα πλεύσιμα επιδόματα, καθώς και επιδόματα που αναφέρονται σε ειδικές αποστολές για άλλα στοιχεία των Ενόπλων Δυνάμεων·
- την κατάθεση τροπολογίας για την παράταση της σύμβασης ανάμεσα στο Πολεμικό Ναυτικό και τους εργαζόμενους των Ναυπηγείων Ελευσίνας για άλλο ένα εξάμηνο.
«Θα είναι απαραίτητο, προκειμένου να εγκριθεί στο μεσοδιάστημα το σχέδιο εξυγίανσης που έχει κατατεθεί και να τελειώνουμε και με την υλοποίηση της επένδυσης στα Ναυπηγεία Ελευσίνας» τόνισε.
Υπενθύμισε επίσης την ΚΥΑ για τα νυκτερινά συνολικού κονδυλίου 25 εκατ. ευρώ και ανέφερε: "Και φυσικά και αυτό το νομοσχέδιο έχει οικονομικό αποτύπωμα και οικονομική ωφέλεια. Έχουμε υπολογίσει, χωρίς τις καταβολές τις σχετικές με τα μετοχικά ταμεία, ότι περίπου 12,5 εκατομμύρια κατ' έτος καταβάλλονται με μορφές διαφόρων παροχών στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων".
Εξήγησε ότι το παρόν νομοσχέδιο, είναι μια απόπειρα: να βελτιωθεί το ισχύον θεσμικό πλαίσιο σε κάποιες διατάξεις και όχι να καθιερωθεί ένα εντελώς καινούργιο, σαρωτικά καινούργιο, θεσμικό πλαίσιο, να επιλυθούν προβλήματα σχετικά με την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας και όχι να επιλυθεί καθολικά το ζήτημα της νομοθεσίας και όλων των προβλημάτων, να διορθωθούν κάποιες νομοθετικές αστοχίες και όχι να γίνει μια ευρύτερη σαρωτική μεταρρύθμιση του συστήματος.
«Δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μας. Το νομοσχέδιο δεν είναι η πανάκεια σε όλα τα προβλήματα. Ποτέ δεν το ισχυριστήκαμε αυτό. Εγώ δεν έβαλα ψηλά τον πήχη και όποτε μίλησα δημόσια για το νομοσχέδιο για το προσωπικό είπα ότι κάποια προβλήματα πρόκειται να έρθουμε και να τα επιλύσουμε με συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις. Δεν είπα ότι θα λύσουμε όλα τα προβλήματα σχετικά με την βαθμολογική εξέλιξη, προαγωγές, σταδιοδρομίες κλπ για τις Ένοπλες Δυνάμεις. 'Άλλοι έθεσαν ψηλά τον πήχη και βέβαια υπάρχει και η γνωστή, η αναμενόμενη άλλωστε διαδικασία των ενώσεων να προσέρχονται στα γραφεία των Βουλευτών και των κομμάτων και να θέτουν συνολικά όλα τα αιτήματα τους, όλες τις απαιτήσεις τους. Αυτό όμως δεν επρόκειτο να γίνει, δηλαδή σαρωτική επίλυση όλων των προβλημάτων από μας και το είπαμε.
Οι ρυθμίσεις που εισάγονται είναι εξειδικευμένου και τεχνικού χαρακτήρα. Η προσέγγισή μας, λοιπόν, είναι μια πρακτική προσέγγιση. Αποφεύγουμε τη διάθεση πλειοδοσίας παροχών. Είναι πάντα σε συνεννόηση με το Υπουργείο Οικονομικών που σταθμίζει τις δυνατότητες, αυτή την ώρα, τις οικονομικές σε εμάς και, φυσικά, πάντα σε συνεννόηση με τους αρμόδιους φορείς και όχι βέβαια μία απλή και καθολική αποδοχή πάσης φύσεως αιτήματος οικονομικού» ανέφερε ο κ. Παναγιωτόπουλος, απέναντι στην κριτική που άσκησαν τα κόμματα της Αντιπολίτευσης.