Του Απόστολου Χονδρόπουλου
Από την πρώτη στιγμή που οι τέσσερις διεκδικητές της ηγεσίας πήραν θέση στην εκκίνηση ένας φόβος έριχνε βαριά τη σκιά του πάνω στην εσωκομματική κούρσα για την ανάδειξη του νέου Προέδρου της ΝΔ. Η εσωστρέφεια και ο κίνδυνος να ανοίξουν πληγές που δεν θα μπορούν εύκολα να επουλωθούν την επόμενη ημέρα! Και όταν αντί για σπριντ εντός του Οκτωβρίου, όπως επιθυμούσε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, επελέγη, για πολιτικούς αλλά και τεχνικούς λόγους, να διεξαχθεί αγώνας δρόμου ως τις 22 Νοεμβρίου, ο φόβος αυτός έγινε εντονότερος λόγω διάρκειας της προεκλογικής κούρσας. Και συνεχίζει να πλανάται μέχρι σήμερα στην ατμόσφαιρα! Και όχι άδικα αφού παρά τις διακηρύξεις περί ενότητας των τεσσάρων υποψηφίων, ο κίνδυνος της εσωστρέφειας έχει χτυπήσει ήδη, μέσα σε αυτό το δεκαπενθήμερο, δύο φορές την πόρτα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με πιο εκκωφαντικό τρόπο βέβαια στην αρχή, στα διαδικαστικά, όταν ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έφθασε ακόμη και να εισβάλλει σε συνεδρίαση της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής για να αποσύρει τον εκπρόσωπό του και χρειάστηκε συνάντηση των τεσσάρων προκειμένου να αποφευχθεί η κρίση. Αλλά το χτύπημά του έγινε αισθητό προ ολίγων ημερών και στο πεδίο της πολιτικής. Τότε που οι Απόστολος Τζιτζικώστας και Άδωνις Γεωργιάδης αισθάνθηκαν και φρόντισαν να το καταστήσουν σαφές και δημοσίως ότι η πρόσκληση του μεταβατικού προέδρου να πάνε όλοι μαζί στο συνέδριο του ΕΛΚ στη Μαδρίτη υπήρξε «προσχηματική», με τον περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας να προσάπτει μάλιστα στον Βαγγέλη Μεϊμαράκη κατά την επιστροφή του στην Αθήνα ότι μόνο στα λόγια υπηρετεί την ενότητα.
Ο κίνδυνος να υπεισέλθουν στην προεκλογική κούρσα της ΝΔ προσωπικές αντιπαραθέσεις ή να εμπλακεί στην… «παραπολιτική» ώθησαν τόσο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όσο και τον Άδωνι Γεωργιάδη να προειδοποιήσουν για τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει κάτι τέτοιο στην επόμενη ημέρα της ΝΔ. Όσο για τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη διευκρίνισε σε μία από τις ελάχιστες έως τώρα αναφορές του στα εσωκομματικά ότι «μπορεί στα διαδικαστικά να δημιουργούνται πολλές φορές εντάσεις, αλλά στις μεταξύ μας σχέσεις, εγώ τουλάχιστον έχω αποφύγει την οποιαδήποτε αντιπαράθεση που μπορεί να δημιουργήσει ένταση». Δεν έμεινε φυσικά εκτός κλίματος και ο Απόστολος Τζιτζικώστας που διαβεβαίωσε και αυτός από την πλευρά του πως «η ενότητα της παράταξης δεν κινδυνεύει από κανέναν από τους τέσσερις υποψηφίους και αυτοί που μπορούν να την εγγυηθούν, εκτός από τους τέσσερις, είναι η ίδια η βάση της παράταξης».
Η προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι δεν σημαίνει όμως ότι έχουν εκλείψει και οι εστίες των εσωκομματικών τριβών! Ούτε η καχυποψία έχει υποχωρήσει, ούτε η ψυχρότητα στις σχέσεις μεταξύ κάποιων υποψηφίων έχει πάψει να είναι υπαρκτή. Όσο για τις αιχμές, εξακολουθούν να ακούγονται σε καθημερινή σχεδόν βάση. Και μέσα στο σαββατοκύριακο εντάθηκαν. Το γεγονός ότι ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης συνεχίζει να στηρίζεται πρωτίστως στον θεσμικό του ρόλο ως μεταβατικός Πρόεδρος και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης προκαλεί αντιδράσεις όπως του Κυριάκου Μητσοτάκη που δηλώνει τις τελευταίες ημέρες σε κάθε ευκαιρία ότι καλός ο «θεσμικός ρόλος» αλλά πρέπει να ακούσουμε και τις θέσεις του κ. Μεϊμαράκη για τη ΝΔ της επόμενης ημέρας". Και τούτο καθώς ο Άδωνις Γεωργιάδης έγινε την περασμένη Πέμπτη ο τρίτος υποψήφιος που παρουσίασε αναλυτικά τις προτάσεις του για αλλαγές στη ΝΔ, αλλά δεν έχει κάνει ακόμη κάτι τέτοιο, σε επίπεδο εξειδίκευσης, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης. Από την πλευρά του ο Απόστολος Τζιτζικώστας επιμένει στην κριτική του στα «κλειστά συστήματα», ενώ υποστηρίζει πως η διατήρηση της σημερινής ηγεσίας της ΝΔ είναι προτιμητέα και από την… κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. «Το σύστημα Τσίπρα δεν θέλει τη ΝΔ με ένα νέο πρόσωπο, με άλλη νοοτροπία, γιατί έτσι πιστεύει ότι κερδίζει χρόνο, ότι θα διατηρηθεί στη θέση του για πολύ ακόμα», δήλωσε χαρακτηριστικά το Σάββατο, ενώ υποστήριξε ότι «καμία άλλη υποψηφιότητα δεν ενόχλησε το σύστημα όσο η δική μου».
Ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας δέχεται πάντως τις τελευταίες ημέρες έντονες πιέσεις και από τους Κυριάκο Μητσοτάκη και Άδωνι Γεωργιάδη. Ο πρώτος ασκεί κριτική με αφορμή το κοινοβουλευτικό ασυμβίβαστο ως το 2019 που θεωρεί ότι θα οδηγούσε εκ των πραγμάτων σε μία δυσλειτουργική δυαρχία στο κόμμα. «Είναι μείζον θέμα η ΝΔ να έχει εξωκοινοβουλευτικό Πρόεδρο", δηλώνει χαρακτηριστικά,, ενώ ο κ. Γεωργιάδης δεν κρύβει σε κάθε ευκαιρία την ενόχλησή του για τις αποστάσεις που εξακολουθεί να τηρεί ο κ. Τζιτζικώστας από τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Σαμαρά. Αμφότεροι κατέστησαν μάλιστα σαφές ότι δεν τους αφορά και το ενδεχόμενο Αντιπροεδρίας στην ΝΔ εφόσον ο κ. Τζιτζικώστας υλοποιήσει, σε περίπτωση εκλογής του, την σκέψη να αναζητήσει Αντιπροέδρους μεταξύ των συνυποψηφίων του. Όσο για την απάντηση του Περιφερειάρχη στην κριτική γύρω από το κοινοβουλευτικό ασυμβίβαστο είναι σταθερή από την πρώτη στιγμή: «Η μάχη χάθηκε για τη ΝΔ στην κοινωνία και όχι στο Κοινοβούλιο και εκεί πρέπει να δοθεί και να κερδηθεί εκ νέου». Τη δική του απάντηση σε αυτό το επιχείρημα έδωσε σε ομιλία του, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης: «Πρέπει, τόνισε, να υπάρχει μία αξιωματική αντιπολίτευση η οποία θα είναι συγκροτημένη και θα μπορεί να δίνει μάχη στο Κοινοβούλιο. Μέσα από το Κοινοβούλιο να γίνεται συζήτηση με την κοινωνία. Η συζήτηση με την κοινωνία δεν είναι κάτι το αφηρημένο, δεν είναι προχωράω στο δρόμο και μιλάω με τον καθένα. Χρειάζεται και αυτό αλλά δεν είναι εκείνο που θα μας δώσει τις ουσιαστικές, πραγματικές λύσεις των ζητημάτων".
Αν υπάρχει πάντως κάτι στο οποίο συμφωνούν ολοένα και περισσότερο και οι τέσσερις υποψήφιοι είναι στην ανάγκη σκληρής στάσης απέναντι σε μία κυβέρνηση την οποία κατακεραυνώνουν για όλα τα ζητήματα της επικαιρότητας, με έμφαση στην υπερφορολόγηση και στο μεταναστευτικό. Με τον Άδωνι Γεωργιάδη να εκφράζει φυσικά την πιο σκληρή αντιπολιτευτική γραμμή, δηλώνοντας, μεταξύ άλλων ότι θα αγωνιστεί για να μην "περάσει ατιμώρητος ο κ. Τσίπρας, αν εγώ είμαι αρχηγός της ΝΔ, για τη συντριβή της χώρας μου». Είναι φανερό ότι οι τέσσερις διεκδικητές της ηγεσίας της ΝΔ αναζητούν, ως έναν βαθμό τουλάχιστον, στην άσκηση πολύ σκληρής αντιπολίτευσης και ένα από τα… αντίδοτα στην εσωστρέφεια που προκαλεί η εσωκομματική κούρσα. Από την πλευρά του όμως ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστηρίζει σταθερά τις τελευταίες ημέρες ότι τον κίνδυνο της εσωστρέφειας μπορεί να απομακρύνει και ο δημόσιος διάλογος μεταξύ των υποψηφίων. Για το λόγο αυτό επιμένει στην πρόταση για διεξαγωγή τηλεοπτικής συζήτησης, αλλά και μίας συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας όπου οι τέσσερις υποψήφιοι θα παρουσιάσουν τις θέσεις τους. Υπέρ της διεξαγωγής τηλεοπτικού διαλόγου τάσσεται με θέρμη από την πρώτη στιγμή και ο Άδωνις Γεωργιάδης, ζητώντας μάλιστα να γίνει συζήτηση έστω και χωρίς την συμμετοχή όλων εάν υπάρξουν αρνήσεις, ώστε να κριθούν από τους νεοδημοκράτες και όσοι προσέλθουν και όσοι δεν ανταποκριθούν στην πρόσκληση. Όσο για τον Απόστολο Τζιτζικώστα δηλώνει ότι συμφωνεί σε τηλεοπτική συζήτηση αλλά με προϋπόθεση την παρουσία και των τεσσάρων υποψηφίων, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να συναινέσει και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο οποίος εξακολουθεί να εμφανίζεται απόλυτα αρνητικός, με συνεργάτες του να επισημαίνουν ότι «τηλεμαχίες γίνονται μεταξύ πολιτικών αντιπάλων», ενώ μεταξύ συνυποψηφίων «θα έπληττε το κύρος, τη σοβαρότητα και την ενότητα στη ΝΔ». Συμπέρασμα; Απίθανο να δούμε τηλεοπτική συζήτηση μεταξύ των τεσσάρων υποψηφίων, ενώ για την ώρα ουδέν νεότερο και για τις δύο Συνδιασκέψεις που έχουν προταθεί από τον Βαγγ. Μεϊμαράκη, έχει καταρχήν συζητηθεί το ενδεχόμενο διεξαγωγής τους, αλλά δεν έχει ακόμα αποφασιστεί ούτε το πως, ούτε το πότε θα γίνουν. Και αρκετοί αρχίζουν να αμφιβάλλουν εάν τελικά γίνουν. Ο Άδωνις Γεωργιάδης γνωστοποίησε πάντως την Κυριακή ότι θα αποστείλει επιστολή προς τους συνυποψηφίους ζητώντας να συμφωνήσουν μεταξύ τους για την υλοποίηση των δύο αυτών Συνδιασκέψεων.
Με επιστολή του προς τον Ανδρέα Παπαμιμίκο, ο Άδωνις Γεωργιάδης ζήτησε τελικά από τον γραμματέα της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ να ορίσει ο ίδιος, με τη θεσμική του ιδιότητα, «τη διαδικασία, τον τρόπο και τον χρόνο για την διεξαγωγή δύο Εθνικών Συνδιασκέψεων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσουν οι τέσσερις υποψήφιοι τις θέσεις τους για τη ΝΔ, ενώ επανέφερε την πρόταση για ένα τουλάχιστον debate, διευκρινίζοντας πως ο ίδιος θα επιθυμούσε περισσότερα «γιατί είναι αδιανόητο να υποκρινόμαστε ότι φοβόμαστε για την ενότητα του κόμματος εάν βρεθούμε οι τέσσερις και μιλήσουμε μπροστά σε μία κάμερα». Στην ίδια επιστολή άφησε αιχμές για την εκλογική διαδικασία λέγοντας ότι «εξελίσσεται με πολύ άσχημο τρόπο», αφού, όπως τόνισε, «αντί οι τέσσερις συνυποψήφιοι με ίσους όρους να μπορούμε να απευθυνθούμε στο εκλογικό ακροατήριο της ΝΔ, ο καθένας αξιοποιεί το όποιο θεσμικό αξίωμα κατέχει για εκλογικούς λόγους, απαξιώνοντας τη διαδικασία».