Ο Τσέζαρε Μπατίστι, μέλος των Ενόπλων Προλετάριων για τον Κομμουνισμό, μιας οργάνωσης στο μοντέλο των Ερυθρών Ταξιαρχιών που έδρασε τη δεκαετία του 70, είχε καταδικαστεί στην Ιταλία για τέσσερις δολοφονίες. Διέφυγε στη φιλόξενη για τρομοκράτες Γαλλία του μετριοπαθούς σοσιαλιστή Μιτεράν.
Ο τότε σοσιαλιστής πρεσβευτής της Γαλλίας είχε δηλώσει: «Όταν δεν μπορούμε να κάνουμε επανάσταση στη δική μας χώρα, ονειρευόμαστε να την κάνουμε αλλού. Πρέπει να αποδεικνύουμε ότι είμαστε αριστεροί, ότι δεν έχουμε παραιτηθεί από το ιδεώδες».
Αυτό είναι το σύνδρομο του ΣΥΡΙΖΑ, και αυτό διατύπωσε ο Θοδωρής Δρίτσας. Ο ΣΥΡΙΖΑ σαφώς είναι κατά ένοπλης πάλης, σε αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά επειδή παράλληλα τα μέλη του δεν είναι και τέρατα κουλτούρας - αριστερής ή άλλης - πρέπει να αποδεικνύουν ότι είναι αριστεροί. Εξ αυτού κατανοούν όσους συντρόφους υπερβάλλουν στη δράση τους. Το κακό είναι ότι δεν κατανοούν τις τερατολογίες που εκστομίζουν οι ίδιοι.
Όπως δεν τις κατανοούν και αρκετοί που τους ψήφισαν. Χθες ο προβληματισμός μέρους των ψηφοφόρων τους στα σοσιαλ μηντια, δεν ήταν οι δηλώσεις Δρίτσα αλλά το γεγονός ότι τις έκανε την ημέρα που ο Τσίπρας παρουσίαζε το πρόγραμμα για την Υγεία. Με τον θόρυβο που ξεσήκωσε του χάλασε τη φιέστα του αρχηγού.
Η κοινή γνώμη, και τμήμα των όψιμων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, σοκαρίστηκε και θεωρούσε ότι ο Τσίπρας θα έπρεπε να του τραβήξει το αυτί. Μα τότε δεν θα ήταν ο Τσίπρας και το κόμμα δεν θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας ήταν που έκανε χιουμοράκι με τις μολότοφ: «τι κακό έχει μια μολότοφ, εξαρτάται από ποια πλευρά είσαι όταν πέφτει».
Το χιούμορ δεν καταδικάζεται, αλλά το συγκεκριμένο έδειχνε πόσο απενοχοποιημένη είναι στη νοοτροπία ΣΥΡΙΖΑ η χρήση μολότοφ σε μια δημοκρατία. Δεν ηθικολογούμε. Άλλωστε οι μολότοφ δεν είναι καταδικαστέες παντού και πάντα. Εχει σημασία που και γιατί χρησιμοποιούνται. Ποιος θα τις καταδίκαζε αυτές τις ημέρες στους εξεγερμένους δρόμους της στρατοκρατούμενης Μιανμάρ;
Δεν τα αναφέρουμε αυτά επειδή τα θεωρούμε σοβαρά, ούτε τα δαιμονοποιούμε. Απλώς δείχνουν το μέγεθος της… σοβαρότητας που διακατέχει την αξιωματική αντιπολίτευση.
Ο Δρίτσας, όπως και άλλοι στο κόμμα, πάντα τα ίδια πίστευε και έλεγε. Αν τώρα γίνεται είδηση, δεν είναι επειδή κάνουν αντι-ΣΥΡΙΖΑ προπαγάνδα τα φιλοκυβερνητικά Μέσα. Είναι επειδή ο Δρίτσας είναι βουλευτής και πρώην υπουργός, και ως εκ τούτου ο λόγος του είναι πρόσβαρος και γι’ αυτό γίνεται είδηση. Όσο ήταν στα 4% ουδείς έδινε σημασία στις φαντασιολογίες τους.
Δεχόμαστε ότι δεν υπερασπίστηκε τη 17Ν. Όμως ο ίδιος δεν κατανοεί ότι την εξύψωσε σε θεσμικό παράγοντα. Το έκανε λέγοντας ότι κανείς δεν έχει τρομοκρατηθεί από τη 17Ν, αντίθετα ο ελληνικός λαός έχει τρομοκρατηθεί από πολλές άλλες πολιτικές. Δηλαδή έβαλε στο ζύγι, από τη μια την τρομοκρατική οργάνωση, και από την άλλη κυβερνήσεις που έχουν εκλεγεί με δημοκρατικές εκλογές, ως έκφραση της βούλησης του ελληνικού λαού.
Στο φαντασιακό του (τους) θεωρούν πως η Οργάνωση τιμωρούσε μόνο τους κακούς και όχι τον λαό, που ως γνωστόν είναι πάντα καλός, αγνός και προδομένος. Και η φόνοι είναι μεν καταδικαστέοι αλλά τους διαπράττουν τα παραστρατημένα ιδεολογικά «ξαδέρφια». Ανήκουν και αυτά στο οικογενειακό άλμπουμ της Αριστεράς («δικά μας παιδιά είναι αυτά» είχε πει ο Δραγασάκης όταν του διέλυσαν οι Ρουβίκωνες μια ομιλία).
Οι «αγωνιστές» ό,τι και να κάνουν, ακόμη και αν δεν έχουν δίκιο, έχουν καλή πρόθεση . Απλώς μερικές φορές παραφέρονται γιατί οι κακοί τους προκαλούν. Όταν π.χ. κλήθηκε να σχολιάσει τις 400 και πλέον επιθέσεις που έχουν γίνει αυτό τον καιρό στο όνομα της υπεράσπισης του Κουφοντίνα, τις χαρακτήρισε «πολύ κακές», αλλά τις χρέωσε στην κυβέρνηση που «αυτά δεν τα σκέφτηκε»!
Όσο για την απεργία πείνας του Κουφοντίνα, το μόνο πρόβλημα είναι η κυβέρνηση η οποία δεν ξέρει πως η θανατική ποινή ως τιμωρία έχει καταργηθεί στην Ελλάδα – δηλαδή την απεργία δεν την αποφάσισε ο Κουφοντίνας, την διέταξε η κυβέρνηση!
Δεν είναι παραδοξολόγος. Είναι ΣΥΡΙΖΑ που πρέπει να αποδεικνύει (ουν) ότι είναι αριστεροί, και ότι δεν έχουν παραιτηθεί από το ιδεώδες, όπως είχε πει ο Γάλλος πρέσβης.