Στη ΔΕΘ ετάφη και επισήμως, άνευ τιμών, η απλή αναλογική, μετά και τη ρήση του Αλέξη Τσίπρα ότι δεν προτίθεται να σχηματίσει «κυβέρνηση ηττημένων». Δεν είναι η θεσμική ευταξία που τον οδήγησε (και η οποία ούτως ή άλλως δεν θα ήταν «τερατογένεση», έχει προϋπάρξει στην Πορτογαλία και το Λουξεμβούργο).
Απλώς στην περίπτωσή του δεν φτάνουν τα κουκιά. Ο μόνος φανερά πρόθυμος από τους εν δυνάμει μνηστήρες, που «ξερογλείφεται» να μετάσχει σε συγκυβέρνηση με ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Βαρουφάκης. Ζητεί ήδη τη «σφυρηλάτηση ενός κυβερνητικού προγράμματος πριν τις εκλογές».
Ούτως ή άλλως η απλή αναλογική ήταν ένα πρόσκαιρο εφεύρημα μιας χρήσης, και για χρόνο παρωχημένο. Στόχευε στις εκλογές του 2019. Ο Τσίπρας τη θέσπισε ως δόλωμα, προκειμένου να δελεάσει το ΠΑΣΟΚ δίνοντάς του την ευκαιρία να πολλαπλασιάσει τους βουλευτές του. Μετά τις εκλογές, τα δύο κόμματα θα σχημάτιζαν συμμαχική κυβέρνηση με τον Τσίπρα πρωθυπουργό, ενώ η ΝΔ θα έψαχνε για αρχηγό!
Η αείμνηστη Φώφη δεν τσίμπησε το ξεροκόμματο που της πέταξε. Δεν καταδέχτηκε να κάνει το κόμμα της «παρακεντέ» στην εξουσιαστική κουτοπονηριά του Τσίπρα, και τα πράγματα πήραν τη φυσιολογική τους μορφή. Ο απομαγεμένος ΣΥΡΙΖΑ, σκέλεθρο των φαντασιώσεων που είχε πλάσει η λαϊκή προσμονή δεκαετιών για το… απελευθερωτικό σχήμα της πρώτης φοράς Αριστεράς, πήρε την κατιούσα και κατέλαβε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης (πάλι καλά δηλαδή, με τέτοια αποτυχία και διάψευση προσδοκιών).
Θεωρούμε λύση την πρόταση Μητσοτάκη να συμφωνήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ από κοινού στην αλλαγή του εκλογικού νόμου. Όχι επειδή συμφέρει τον Μητσοτάκη με τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα - τα οποία άλλωστε δεν αποδέχεται ο Τσίπρας, αφού κατ΄ αυτόν αποτελούν «πλαστογραφία της στιγμής». Τι έχει να φοβηθεί, όντας πεπεισμένος ότι ο Μητσοτάκης είναι «απερχόμενος πρωθυπουργός»; (ΔΕΘ).
Το θεωρούμε ενδεδειγμένη λύση γιατί δεν έχει νόημα να συρθεί η χώρα σε μια εκλογική διαδικασία που εκ των προτέρων θα είναι μια ατελέσφορη δοκιμασία. Και θα λάβει χώραν σε μια εποχή που δεν είναι σίγουρο ότι θα έχει καταλαγιάσει η διεθνής κατάσταση ή η εξ ανατολών επιθετικότητα, ώστε να βρεθούμε σε μια κανονικότητας κατά την οποία θα έχουμε την πολυτέλεια να ακκιζόμαστε με προεκλογικά ταρατατζούμ (περιοδείες, ομιλίες, συγκεντρώσεις, συνεντεύξεις, ντιμπεϊτ) εις διπλούν, αν όχι εις τριπλούν.
Γιατί υπάρχει και αυτή η τρίτη ακραία εκδοχή, καθώς ο Ανδρουλάκης ναι μεν δηλώνει ότι «δεν θα αφήσει τη χώρα ακυβέρνητη», αλλά παραλλήλως διαβεβαιώνει ότι δεν θα δεχθεί πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη. Ο τελευταίος είναι λογικό να μην αποδεχθεί τον όρο, αφού θα είναι πολιτικός υπό την αρχηγία του οποίου ο λαός θα έχει αναδείξει το κόμμα του πρώτο.
Εν τω μεταξύ αρχίζουν τα ανορθόδοξα σενάρια. Χθες ο Βορίδης δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο συνεργασίας της Νέας Δημοκρατίας με το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου. Όπως συγκεκριμένα είπε «Εγώ δεν αποκλείω κανέναν. Αν εξαιρέσετε τα κόμματα με τα οποία μας χωρίζει ένα προγραμματικό χάος, μπορεί να συνεργαστούμε με όλα τα κόμματα».
Ο Βελόπουλος συγκατοικεί στα ευρύτερα δώματα του δεξιού χώρου και όντως δεν τον χωρίζει προγραμματικό χάος με τη ΝΔ (θα ξαφνιάσουμε λέγοντας ότι τη ΝΔ δεν τη χωρίζει προγραμματικό χάος ούτε… με τον ΣΥΡΙΖΑ. Συμφωνούν στα βασικά, στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, στη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και στη συνέχεια του καπιταλιστικού συστήματος, με κάποιες επί μέρους επιφυλάξεις για επί μέρους τομείς. Το μόνο κόμμα το οποίο χωρίζει προγραμματικό χάος από τα υπόλοιπα είναι το ΚΚΕ – κατά το γνωστό «πέντε κόμματα δύο πολιτικές»).
Ωστόσο δεν αρκεί η προγραμματική σύγκλιση, γιατί αυτή δεν συνεπάγεται ώσμωση. Είναι απορίας άξιον κατά πόσο θα μπορούσε να συνεργαστεί ο Μητσοτάκης, που οικοδομεί ένα εκσυγχρονιστικό ευρωπαϊκό προφίλ, με τον φιλοΡώσο… ταχυδρόμο των επιστολών του Ιησού. Από την άλλη, το να αντιμετωπίζεται η ρήση Βορίδη σαν απόδειξη δεξιάς στροφής της ΝΔ από τα site αυτών που τακίμιασαν και κυβέρνησαν με τον Καμμένο, αποκτά στοιχεία ελαφρότητας.
Φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα συναινέσει σε αλλαγή του εκλογικού νόμου, γιατί (όπως όλα τα κόμματα άλλωστε), πρώτιστο στόχο έχει την επιβίωση και αυτοεπιβεβαίωσή του ως διακριτής οντότητας στην πολιτική σκηνή. Τα υπόλοιπα παρέλκουν.