Όσο αναμενόμενες κι αν ήταν οι διαφοροποιήσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών, ειδικά του Αντώνη Σαμαρά, η ένταση με την οποία οι διαφωνίες διατυπώθηκαν, διαπερνώντας το σύνολο της κυβερνητικής παρουσίας, όχι μόνο δεν ήταν η προσδοκώμενη, αλλά αφήνει πλέον το αποτύπωμά της και την επόμενη ημέρα, είτε ως μια νέα de facto πραγματικότητα, είτε ως ένα εντυπωσιακό πυροτέχνημα, που έστρεψε τα βλέμματα και προς το νεοδημοκρατικό τοπίο.
Τα ερωτήματα, που μένει να απαντηθούν είναι η στόχευση των τοποθετήσεων, η συνέχειά τους -αν υπάρξει- και η επίδραση στο εσωτερικό της κυβερνώσας παράταξης και της κοινοβουλευτικής της ομάδας.
Αν οι τοποθετήσεις αυτές δεν αποδειχθούν προάγγελος εξελίξεων, τότε μάλλον θα επιβεβαιωθούν εκτιμήσεις στελεχών, όπως της Ντόρας Μπακογιάννη, η οποία μίλησε για πικρία του Αντώνη Σαμαρά, σε βαθμό να χαρακτηρίζει ως φοβική τη Νέα Δημοκρατία του 41%, όταν επί της προεδρίας του είχε φθάσει το 18%.
Μπορεί το αρχικό σχόλιο κυβερνητικών πηγών, που επαναλαμβάνεται παγίως σε τέτοιες περιπτώσεις, να ήταν «δεν σχολιάζουμε ομιλίες πρώην πρωθυπουργών», η αλήθεια είναι, όμως, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαντούσε ουσιαστικά σε real time στην κίνηση των κυρίων Σαμαρά και Καραμανλή.
Την ώρα, που οι ομιλίες τους ήταν σε εξέλιξη, μπροστά σε ένα ανομοιογενές ακροατήριο στο οποίο περιλαμβανόταν ακόμη και η Βασιλική Θάνου -εκ των πρωταγωνιστών στην υπόθεση Νοβάρτις- ο πρωθυπουργός επέλεγε να επισκεφθεί αιφνιδίως το Λαϊκό Νοσοκομείο, χωρίς καν να συνοδεύεται από τον υπουργό υγείας Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος έδινε το παρών στην εκδήλωση.
Δίνοντας το στίγμα της κυβερνητικής αντίδρασης, ο Παύλος Μαρινάκης δήλωσε, λίγες ώρες αργότερα ότι αυτό ουσιαστικά ενδιαφέρει περισσότερο τους πολίτες, ότι «ο Πρωθυπουργός επισκέφθηκε ένα εφημερεύον νοσοκομείο, μία επίσκεψη η οποία συμβολίζει μια από τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης», με τις παρεμβάσεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας να βρίσκονται σε πρώτο πλάνο.
Στο κυβερνητικό επιτελείο επιμένουν σε αυτήν ακριβώς την γραμμή ως απάντηση στις διαφωνίες του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος δεν προσέθεσε θετικό πρόσημο σε καμία κυβερνητική επιλογή, κάτι, που αν μη τι άλλο προκάλεσε αίσθηση.
Η υλοποίηση του κυβερνητικού έργου, η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, η αύξηση των εισοδημάτων και η προώθηση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων παραμένουν οι κεντρικές κυβερνητικές προτεραιότητες, διαμηνύουν από την κυβέρνηση, καθώς υπό αυτή την οπτική ερμηνεύουν και το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ως μήνυμα των πολιτών να λυθούν άμεσα τα προβλήματα, που αντιμετωπίζουν.
Και το δια ταύτα της απάντησης του Μεγάρου Μαξίμου απέναντι σε όσα ακούστηκαν από τον Αντώνη Σαμαρά, περιγράφεται σε μερικές φράσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, που δίνουν το διακύβευμα πλέον για την ίδια την κυβέρνηση: «Εκπροσωπούμε μία Κυβέρνηση, με πρώτο τον Πρωθυπουργό που εξελέγη πριν από ένα χρόνο με μια πολύ ισχυρή εντολή, που σε καμία περίπτωση δεν είναι λευκή επιταγή, για να υλοποιήσει ένα πρόγραμμα για το οποίο ως το τέλος της τετραετίας θεωρούμε ότι θα κριθούμε αυστηρά από τους πολίτες, θα βελτιώσει την καθημερινότητα των πολιτών, θα ισχυροποιήσει ακόμα περισσότερο την Ελλάδα και θα δώσει σημαντικές ανάσες στους πολίτες, κυρίως ως προς το εισόδημά τους. Αυτός είναι ο στόχος μας και για αυτό θα κριθούμε, και αυτό νομίζω ενδιαφέρει και τον κόσμο».
Την ώρα, που ο Αντώνης Σαμαράς έφερνε σε πρώτο πλάνο το ιδεολογικό πρόσημο της Νέας Δημοκρατίας, λέγοντας ότι δεν αποτελεί πολιτική θέση η άποψη του Κυριάκου Μητσοτάκη «δεν πάμε ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, μόνο μπροστά» και διατύπωνε ενστάσεις για την διεύρυνση του κόμματος, μιλώντας για μετάλλαξη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απαντούσε χαρακτηρίζοντας μονόδρομο την στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη, μια στρατηγική «λελογισμένης διεύρυνσης», με σεβασμό στις αρχές και στις αξίες της Νέας Δημοκρατίας, που την επιδοκιμάζουν οι πολίτες στην πλειοψηφία τους.
Απόδειξη, λένε στο κυβερνητικό επιτελείο, όχι μόνο η κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας στον κεντρώο χώρο, που την έδωσε και την επικράτηση στις εκλογές του 2023, αλλά και ότι στελέχη προερχόμενα από άλλους πολιτικούς χώρους, επιβραβεύτηκαν από τους ψηφοφόρους όταν διεκδίκησαν την εκλογή τους, όπως ο κ. Πιερρακάκης.
Το Μέγαρο Μαξίμου απαντά και στις επικρίσεις περί «αλάνθαστων εξωκοινοβουλευτικών υπουργών» στους οποίους αναφέρθηκε ο κ. Σαμαράς, με τον Παύλο Μαρινάκη να σημειώνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του υπουργικού συμβουλίου είναι κοινοβουλευτικά στελέχη, αλλά και ότι 15 εξωκοινοβουλευτικοί έχουν αποχωρήσει έως τώρα από τα κυβερνητικά σχήματα. Η άποψη ότι όλοι κρίνονται από τους πολίτες, με βάση το αποτέλεσμα και την ταχύτητά τους, αποτελεί, άλλωστε, την πάγια θέση του πρωθυπουργού.
Η κυβέρνηση απορρίπτει και τις αιτιάσεις και επιφυλάξεις που ακούστηκαν από τους κυρίους Σαμαρά και Καραμανλή για την εξωτερική πολιτική και τα εθνικά θέματα. «Νομίζω ότι και αυτοί που δεν στηρίζουν τη Νέα Δημοκρατία συμφωνούν ότι η Ελλάδα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι πιο ισχυρή σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μαρινάκης, σημειώνοντας με ένταση ότι δεν υπάρχει Έλληνας πρωθυπουργός που να μίλησε για αποστρατικοποίηση των νησιών ή που να έβαλε στο τραπέζι με την Τουρκία οποιαδήποτε διαφορά εκτός από τη μοναδική που η χώρα αναγνωρίζει, τον καθορισμό δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας.
«Δεν διαπραγματευόμαστε τα δικαιώματα μας, οι Έλληνες πρωθυπουργοί υπηρετούν το εθνικό συμφέρον» τόνισε, επαναλαμβάνοντας το μήνυμα, που και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει στείλει πολλαπλώς, ότι ο δρόμος της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονία για την Ευρώπη περνάει από την Ελλάδα. «Χωρίς κορώνες λαϊκισμού», είπε με νόημα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι οι εθνικές θέσεις και προβάλλονται και ακούγονται δυνατά και παράγουν αποτελέσματα.