Από τις εθνικές εκλογές του ’23, όταν οι πολίτες επαναβεβαίωσαν την εμπιστοσύνη τους στη ΝΔ και τον Κ. Μητσοτάκη, δεν έχει περάσει «αιώνας» - κατά πως αισθάνεται ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για να δικαιολογήσει την τζούφια φωτοβολίδα για πρόωρες εκλογές - αλλά είναι αλήθεια ότι πέρασε ένα πυκνό χρονικό διάστημα με σημαντικές αστοχίες, αλλά και με πολλές μεγάλες και μικρές «νίκες» οι οποίες όμως δεν καταγράφονται με τους συνήθεις όρους, επικοινωνιακού κουρνιαχτού.
Ωστόσο, αυτές οι αλλαγές παράγουν αποτελέσματα και συντείνουν, εννοείται συνδυαστικά μαζί με άλλους παράγοντες, στην εικόνα που διαμορφώνεται λίγους μήνες πριν τις ευρωεκλογές. Η ευκρινής παρουσίαση στους πολίτες των θετικών αλλαγών, που επήλθαν καθώς και ένα ευσύνοπτο σχέδιο για τα επόμενα μεταρρυθμιστικά βήματα για μια ισχυρότερη «Ευρωπαϊκή Ελλάδα», δηλώνεται ως στόχος του πρωθυπουργού στις περιοδείες που αρχίζει στην ελληνική περιφέρεια ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης της 9ης Ιουνίου.
Οι πολίτες προεξοφλούν πως το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν θέτει ζήτημα σταθερότητας για την κυβέρνηση. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, μόλις το 24% απαντά, ότι θα τεθεί τέτοιο θέμα. Η ερώτηση ακούγεται και ίσως είναι λάθος. Υπό το πρίσμα ότι το ζητούμενο είναι η σταθερότητα της πορείας της χώρας. Η διαφύλαξη των επιτευγμάτων στην οικονομία και σε άλλους τομείς, είναι ο ένας πυλώνας.
Ο δεύτερος είναι η προετοιμασία για τους κινδύνους και τις προκλήσεις που μας αφορούν ως χώρα και ως μέλος της ευρωπαϊκής Οικογένειας, όπως η κλιματική κατάρρευση, η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, οι νέες γεωπολιτικές ισορροπίες.
Καλλιεργείται η εντύπωση ότι οι Έλληνες δεν ενδιαφέρονται για τον πιο μακρινό ορίζοντα. Είναι άθροισμα ατομικών συμφερόντων που δεν βλέπουν τη μεγάλη εικόνα, και κατά βάση αποτελούν ένα τσούρμο που διαμορφώνει πολιτική άποψη στα πρωϊνάδικα και στα σόσιαλ μίντια.
Την ισοπεδωτική αυτή αντίληψη καλείται να παλέψει ο ίδιος ο πρωθυπουργός στις περιοδείες του. Δηλώνοντας εμπιστοσύνη και σεβασμό στα εκατομμύρια των πολιτών που κρατάνε τη χώρα όρθια και αξιοπρεπή ενώ παράλληλα, καλύπτουν και τα «νώτα» όσων θεωρώντας ότι πλήττουν την κυβέρνηση, δηλώνουν αποστροφή για τη χώρα που ζουν.
Εφόσον αυτή η κρίσιμη δεξαμενή νιώσει ξανά ότι η πολιτική μάχη αφορά τη ζωή της και όχι την κυριαρχία της κυβέρνησης, θα μειωθεί ο κίνδυνος οι ευρωεκλογές να λειτουργήσουν ως ο προθάλαμος μιας νέας περιόδου αβεβαιότητας και αστάθειας. Υπάρχει ο χρόνος και ο πρωθυπουργός, έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι μπορεί να συνδεθεί με τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες της κοινωνίας χωρίς λαϊκισμό και πλειοδοσία παροχών.
Χωρίς να τσαλακώσει - χάριν εντυπώσεων - το κοστούμι του σοβαρού κεντροδεξιού Ευρωπαίου πολιτικού, που γνωρίζει και κυρίως μπορεί. Αυτά τα σήματα αναμένει το 41% των αναποφάσιστων, που δηλώνει πως ψήφισε τη Ν.Δ στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου αλλά και το 44% των ερωτηθέντων, που κοιτάει γύρω του και βλέπει ότι δεν υπάρχει άλλο κόμμα που να αποτελεί εναλλακτική κυβερνητική πρόταση.
Ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί, τα μέλη της κυβέρνησης, οφείλουν σε όλους αυτούς που τους εμπιστεύτηκαν τα κρίσιμα για την Ελλάδα χρόνια, ένα rebranding του όρου μεταρρύθμιση και, κυρίως, να «ξυπνήσουν» από τη μικροδιαχείριση θεμάτων και κρίσεων. Με εντελώς αισιόδοξη ματιά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, οι ευρωκάλπες μπορεί να αποτελέσουν τον καταλύτη βαθύτερων και δυσκολότερων μεταρρυθμίσεων, με ισχυρότερο κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα.
Όμως, αυτό που προηγείται, όπως σωστά υπενθυμίζει ο πρωθυπουργός, είναι η απάντηση στο πόσο δυνατή θα είναι και προς ποια κατεύθυνση θα «φωνάζει» η εθνική αντιπροσώπευση στο ευρωκοινοβούλιο.
Στην κατεύθυνση να έρθουν περισσότερα κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης ή στην κατεύθυνση να κοπούν για να μην τα διαχειριστεί η κυβέρνηση της Ν.Δ, όπως ζητάει ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ; Να ζητηθούν περισσότερα κονδύλια για την εθνική άμυνα, ή να κοπούν κι αυτά που δίνονται, όπως ζητάει η Νέα Αριστερά; Να μείνει η Ευρώπη ενωμένη και όρθια απέναντι στον Πούτιν, ή να βάλει την ουρά στα σκέλια, όπως εμμέσως προτείνουν ΚΚΕ και Ελληνική Λύση;