Οι κίνδυνοι της απλής και «άδολης» αναλογικής
ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI
ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI

Οι κίνδυνοι της απλής και «άδολης» αναλογικής

Το 1988 το περιοδικό Economist ζήτησε από τον σπουδαίο Αυστριακό φιλόσοφο Karl Popper να σχολιάσει την κατάσταση της δημοκρατίας, καθώς τελείωνε η δεκαετία του 1980.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος της 23ης Απριλίου 1988, σχεδόν ακριβώς πριν από 35 χρόνια - προφητικά, μόλις ενάμιση χρόνο πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και τη διάλυση του κομμουνιστικού μπλοκ. Στο άρθρο του ο Popper προτείνει μια νέα θεωρία της δημοκρατίας και διατυπώνει μια συντριπτική κριτική εναντίον του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής.

Ο Popper, κατ’ αρχήν, εξηγεί ότι, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Μαρξ, όλες οι θεωρίες περί πολιτευμάτων επιδιώκουν να απαντήσουν στο ερώτημα «Ποιός πρέπει να κυβερνάει ένα κράτος;” Κατά καιρούς, η απάντηση υπήρξε «Ο άρχοντας», «Ο τύραννος», «Οι άριστοι», «Οι έχοντες περιουσία», κλπ. 

Οι Αθηναίοι, πολύ πριν από τον Πλάτωνα, αποφάσισαν ότι οι ίδιοι θα κυβερνούν την πόλη. Γνώριζαν, όμως, ότι ο δήμος μπορεί να λάβει λανθασμένες αποφάσεις, μέχρι και να ψηφίσει να παραδοθεί η εξουσία σε έναν τύραννο και να καταλυθεί το πολίτευμα. Ο θεσμός του εξοστρακισμού αντικατόπτριζε ακριβώς τον φόβο αυτόν που είχαν οι πολίτες ότι κάποιος από αυτούς θα μπορούσε να καταλύσει τη δημοκρατία με νόμιμο, «δημοκρατικό» τρόπο.

Κατά τον Popper, το ερώτημα της νομιμοποίησης της εξουσίας διατρέχει την Ευρωπαϊκή ιστορία: από τους Ρωμαίους Αυτοκράτορες, που στήριξαν την εξουσία τους στην συναίνεση της Ρωμαϊκής λεγεώνας, μέχρι τους Βυζαντινούς και τους Ευρωπαίους βασιλείς που κυβερνούσαν ως εκπρόσωποι επί της Γης του ενός και μοναδικού Θεού. Ο Μαρξ έθεσε το ερώτημα ως εξής: «Πρέπει να κυβερνούν οι καλοί (προλετάριοι) ή οι κακοί (καπιταλιστές);» Ακόμη και οι αναρχικοί ορίζουν την ιδεολογία τους με βάση το ερώτημα «Ποιός πρέπει να κυβερνά;» και απαντούν: «Κανείς».

Στο μνημειώδες έργο του «Η Ανοιχτή Κοινωνία και οι Εχθροί της», ο Popper προτείνει μια νέα, πιο ορθολογική βάση θεώρησης της πολιτικής οργάνωσης μιας κοινωνίας. Αντί του «Ποιός πρέπει να κυβερνά;», λέει, είναι καλύτερα να απαντήσουμε στο ερώτημα: «Πως πρέπει να οργανώσουμε την πολιτεία έτσι ώστε να μπορούμε να απαλλαχτούμε από κακούς κυβερνήτες ειρηνικά και αναίμακτα;»

Αυτό, λέει ο Popper, είναι ένα πρακτικό, σχεδόν τεχνικό, ζήτημα, το οποίο παρακάμπτει τις ατέρμονες θεωρητικές/ιδεολογικές αναζητήσεις που δεν έχουν αρχή και τέλος. Όλες οι σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες έχουν οργανωθεί με βάση αυτή την αρχή: την ειρηνική εναλλαγή στην εξουσία με βάση την αρχή της πλειοψηφίας. 

Και, παρ΄ όλο που όλες διακηρύσσουν ότι βασίζονται στη βούληση του λαού και στην αρχή της πλειοψηφίας, αναγνωρίζουν ότι η πλειοψηφία μπορεί να λάβει καταστροφικές αποφάσεις: αυτή είναι η αιτία που οι συνταγματικές αναθεωρήσεις απαιτούν πολύπλοκες, χρονοβόρες διαδικασίες και αυξημένες πλειοψηφίες. Όταν πρόκειται για αλλαγή του συντάγματος, που, θεωρητικά, μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την κατάργηση του και την εγκαθίδρυση δικτατορίας (δείτε: Γερμανία, 1933), η αρχή της απλής πλειοψηφίας ως όργανο διακυβέρνησης καταργείται. Καμμιά ευκαιριακή πλειοψηφία δεν επιτρέπεται να οδηγήσει τον δήμο σε αυταρχική διακυβέρνηση.

Η νέα αυτή θεωρία πολιτικής οργάνωσης του Karl Popper καθορίζει τον τρόπο που πρέπει να αντιμετωπίζουμε μια από τις πιο σημαντικές λειτουργίες του δημοκρατικού πολιτεύματος: το εκλογικό σύστημα.

Η ιδέα ότι «πρέπει να κυβερνά ο λαός» έχει σαν άμεση συνέπεια την υιοθέτηση του αναλογικού συστήματος εκπροσώπησης του λαού στο κοινοβούλιο. Κι αυτό γιατί μόνο με την αναλογική (και, δη, την «απλή και άδολη αναλογική») αντικατοπτρίζεται απόλυτα η βούληση του «λαού» στη διακυβέρνηση του.

Όμως, λέει ο Popper, το εκλογικό σύστημα της αναλογικής έχει καταστρεπτικές συνέπειες για την κοινωνία και την πολιτεία.

Κατ΄ αρχήν, η αναλογική προκαλεί τη δημιουργία κομμάτων, εκ του μη όντος. Οι ψηφοφόροι καλούνται στην πραγματικότητα να ψηφίσουν κόμματα και όχι αντιπροσώπους. Οι σταυροί προτίμησης αφορούν σε υποψήφιους που επέλεξαν οι ηγεσίες των κομμάτων, που, λόγω αυτού, οφείλουν πίστη και συμμόρφωση στις ηγεσίες των κομμάτων και όχι στους ψηφοφόρους. Οι κατ’ όνομα μόνο «αντιπρόσωποι του έθνους» είναι στη Βουλή για να εξυπηρετούν τη στρατηγική των κομμάτων και όχι να προωθούν τα συμφέροντα των εκλογικών περιφερειών τους – εκτός ελάχιστων, ακραίων εξαιρέσεων.

[Παραπομπή: θυμίζω στον αναγνώστη την πολιτική θύελλα που ξέσπασε την άνοιξη του 2014, όταν η τρόικα υποχρέωσε την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου να απελευθερώσει πλήρως την τιμή και τη δομή της αγοράς του φρέσκου γάλακτος. Οι βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ που εκλέγονταν στη Θεσσαλία επαναστάτησαν και απείλησαν την κυβέρνηση με ανταρσία. Καλώς έκαναν, θα πείτε, και αυτό έπρεπε να κάνουν. Σαφώς. Ο λόγος που το αναφέρω εδώ είναι για τις αντιδράσεις που προκάλεσε η στάση των Θεσσαλών βουλευτών. Γνωστοί και μη εξαιρετέοι κονδυλοφόροι και ομιλούσες κεφαλές της τηλεόρασης στηλίτευαν επί μέρες τη στάση των βουλευτών με ένα και μοναδικό βασικό επιχείρημα: ότι οι βουλευτές δεν εκπροσωπούν στο κοινοβούλιο την στενή εκλογική τους περιφέρεια, αλλά .... το έθνος! Φυσικά, κανείς από τους σχολιογράφους δε σκέφτηκε ότι εάν αυτό ίσχυε τότε προέκυπταν δύο σημαντικά θέματα.

Πρώτον, το Κοινοβούλιο θα έπρεπε να εκλέγεται από εθνικό ψηφοδέλτιο και όχι από εκλογικές περιφέρειες.

Δεύτερον, εάν σε μια λεγόμενη «δημοκρατία», δεν εκπροσωπεί κανείς τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των πολιτών στο κοινοβούλιο, αλλά οι βουλευτές εκπροσωπούν κάτι που ονομάζεται «έθνος», δεν υπάρχει πλέον αντιπροσωπευτική δημοκρατία αλλά κάτι άλλο, πρωτόγνωρο και σίγουρα ξένο προς τη φιλελεύθερη δημοκρατία.

Είναι ένα σύστημα στο οποίο οι πολίτες δε μπορούν να βρουν λύση για τα προβλήματα τους μέσω της πολιτικής παρά μόνο εάν η επίλυση τους συμπίπτει με τις εκάστοτε επιδιώξεις του «έθνους» - και, φυσικά, των κομμάτων που εκπροσωπούν αυτό το «έθνος»...]

Πίσω στον Popper. Το σύστημα όπου οι «αντιπρόσωποι του λαού», δηλ. οι βουλευτές, δεν εκπροσωπούν, παρά μόνο κατ’ όνομα, τα συμφέροντα, τις επιδιώξεις και τα προβλήματα της εκλογικής βάσης που τους εκλέγει στο εθνικό κοινοβούλιο, και δρουν κομματικά και «εθνικά», είναι ένα πολιτικό σύστημα που δε μπορεί να λέγεται αντιπροσωπευτική δημοκρατία και είναι καταδικασμένο, σε σύντομο χρονικό διάστημα, να μπει σε κρίση ή να καταρρεύσει. Γιατί όταν τα προβλήματα των εκλογέων δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά και η εθνική νομοθεσία δε λαμβάνει υπ’ όψη τις όποιες τοπικές ιδιομορφίες ή/και ανάγκες, συσσωρεύεται δυσαρέσκεια και ο λαός αρχίζει να πιστεύει ότι το πολιτικό σύστημα στην πραγματικότητα δεν τον εκπροσωπεί αφού δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα του.

Η απλή αναλογική, που ευνοεί την κομματοκρατία, γράφει ο Popper, αφαιρεί από τους βουλευτές την προσωπική ευθύνη που πρέπει να αισθάνονται έναντι της εκλογικής βάσης τους: η καριέρα τους εξαρτάται από την κομματική ιδιότητα τους και στο κόμμα είναι που οφείλουν την αφοσίωση και υποταγή τους. Ποιός μπορεί να κατηγορήσει ένα βουλευτή που εξελέγη υπό τη σημαία ενός κόμματος με εκλογικό σύστημα αναλογικής ότι δεν πράττει κατά συνείδηση και ότι υποτάσσει την αξιοπρέπεια και την ελεύθερη βούληση του στις προσταγές του κάθε κομματικού βαρόνου και αρχηγίσκου; Αφού αυτή ακριβώς είναι η ιδέα αυτού του συστήματος;

Η άμεση συνέπεια της υιοθέτησης της απλής αναλογικής, κατά τον Popper, είναι η εμφάνιση πολλών κομμάτων. Και γιατί όχι, θα πει κάποιος; Όσο πιο πολλά κόμματα, τόσο πιο πολλές απόψεις στον δημόσιο λόγο. Ζήτω η πολυφωνία.

Περιορίστε τον ενθουσιασμό σας, λέει ο Popper. Η ύπαρξη πολλών κομμάτων σημαίνει πολυκομματικές κυβερνήσεις. Και οι πολυκομματικές κυβερνήσεις είναι συνταγή ακυβερνησίας και περαιτέρω διάχυσης και αποφυγής της πολιτικής ευθύνης διακυβέρνησης εκ μέρους των κομμάτων.

Η απλή αναλογική στηρίζεται στη ιδέα ότι η πολιτική ισχύς ενός κόμματος πρέπει να είναι ανάλογη της εκλογικής του απήχησης. Στην πράξη, η απλή αναλογική δίνει δυσανάλογη επιρροή σε μικρά, περιθωριακά κόμματα και καταδικάζει κόμματα με ευρεία απήχηση στις ορέξεις και τις στρατηγικές περιθωριακών συλλογικοτήτων, αφού χωρίς συνασπισμούς με μικρά κόμματα δεν μπορούν να κυβερνήσουν τα μεγαλύτερα κόμματα.

Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι η απλή αναλογική υποσκάπτει την ιδέα της ομαλής απαλλαγής από κακές κυβερνήσεις. Ο λόγος είναι απλός: οι ψηφοφόροι γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι κανένα κόμμα δε θα έχει την πλειοψηφία που απαιτείται για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, με αποτέλεσμα η ψήφος τους να μην είναι ποτέ απορριπτική και καταδικαστική για τα κόμματα που αποτέλεσαν την τελευταία πολυκομματική κυβέρνηση συνασπισμού. 

Γιατί, ποιος φταίει για μια μέτρια ή κακή τετραετία όταν κανείς δεν έχει την ευθύνη; Όταν το πρόγραμμα της κυβέρνησης ήταν ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής περισσότερων από ένα κομμάτων; Όταν για να αντιμετωπιστεί μια κρίση πρέπει να συμφωνήσουν ετερόκλητοι εταίροι και να υπάρξει συμβιβασμός εν μέσω πολυφωνίας (δείτε: αρχική, καταστροφική αντιμετώπιση της πανδημίας από την Ιταλική κυβέρνηση – συνασπισμού...). Η απάντηση είναι: κανείς ή κανείς πολύ ή αποκλειστικά. Άρα, πως αλλάζουμε κακούς κυβερνήτες όταν δεν είναι ξεκάθαρες οι ευθύνες για μια κακή τετραετία που μόλις τελειώνει; 

Απλό, προσθέτω εγώ (όχι ο Popper): με «ψήφο διαμαρτυρίας». Με ψήφο στον Κασιδιάρη.

Ο Περικλής ο Αθηναίος είπε στον Επιτάφιο: «Παρ’ όλο που μόνο λίγοι αποφασίζουν μια πολιτική, όλοι μας έχουμε τη δυνατότητα να την κρίνουμε». Πολλές φορές κρίνουμε λάθος. Φυσικά. Όμως, έχοντας ζήσει τις συνέπειες των πολιτικών μιας τετραετίας έχουμε την πείρα να κρίνουμε την επιτυχία ή όχι μιας κυβέρνησης. Αυτό γίνεται όταν η κυβέρνηση ήταν μονοκομματική και οι κυβερνητικές ευθύνες ήταν ξεκάθαρες. 

Υπό καθεστώς απλής αναλογικής, λέει ο Popper, ακόμη και στην περίπτωση μονοκομματικής κυβέρνησης που μόλις έχασε την πλειοψηφία της, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα απαλλαχθούμε από αυτήν. Γιατί θα επιδιώξει να συνασπισθεί με ένα ή περισσότερα μικρά κόμματα και να αποκτήσει, έτσι, πάλι κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και το αποτυχημένο κόμμα θα συνεχίσει να κυβερνά, λόγω της απλής και «άδολης» αναλογικής.

Καταλήγοντας, ο Popper λέει ότι ο δικομματισμός και οι μονοκομματικές κυβερνήσεις είναι η καλύτερη εγγύηση μιας υγιούς δημοκρατίας που αντικατοπτρίζει τα συμφέροντα του εκλογικού σώματος και διαρκώς βελτιώνει την κατάσταση των πολιτών της χώρας. Ο λόγος είναι γιατί ο δικομματισμός εγγυάται την εναλλαγή ισχυρών κυβερνήσεων που είναι ακριβώς και απολύτως υπόλογες στον λαό και δεν υπάρχει περίπτωση να παρερμηνευθεί η εκλογική αποτυχία τους. Επιπλέον, μόνο σε ένα τέτοιο σύστημα η διαρκής εκλογική αποτυχία μπορεί να οδηγήσει σε θεμελιώδη αναθεώρηση της ιδεολογίας και της πολιτικής πρότασης ενός κόμματος εξουσίας προς την εκλογική βάση. Αυτή είναι η πηγή της πολιτικής ανανέωσης σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία. (Αυτό, φυσικά, είναι που συνέβη στη ΝΔ στα τέλη της δεκαετίας του 1990).

Διάσπαρτα, μικρά κόμματα, που χάνουν ή κερδίζουν 2-3% σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις με απλή αναλογική δεν έχουν κανέναν απολύτως λόγο ή κίνητρο να αναθεωρήσουν τις πολιτικές τους και να παρουσιάσουν καινοτόμες ιδέες για την επίλυση των προβλημάτων της χώρας. Η διαρκής εκλογική μετριότητα, αρκεί να εξασφαλίζει κοινοβουλευτική παρουσία, είναι, επί της ουσίας, ο στόχος της ηγεσίας τέτοιων κομμάτων: η επαγγελματική τους αποκατάσταση είναι εξασφαλισμένη χωρίς πολλές σκοτούρες.

Ας ελπίσουμε ότι το επικείμενο πείραμα που θα ζήσουμε με την απλή αναλογική δε θα εξελιχθεί σε καταστροφική περιπέτεια για την πατρίδα μας, τη δημοκρατία μας και όσα, με τόσους κόπους, έχουμε επιτύχει τα προηγούμενα 10 χρόνια.

(Το άρθρο του Karl Popper στον Economist μπορείτε να το βρείτε εδώ)

* Ο Περικλής Φ. Κωνσταντινίδης είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής εταιρίας Syracuse Main, Inc.