Η κυβέρνηση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλούνται να κινηθούν για ένα μακρύ χρονικό διάστημα, όπως προδιαγράφεται, μέσα σε ένα περιβάλλον έντονων πιέσεων, που διαμορφώνουν οι εξελίξεις με επίκεντρο την τραγωδία των Τεμπών. Είναι σαφές ότι η δημοσιοποίηση των ηχητικών ντοκουμέντων των επιβατών από τη μοιραία νύχτα, τα μεγάλα συλλαλητήρια, που πραγματοποιήθηκαν, η επικείμενη δημοσιοποίηση ενός κρίσιμου πορίσματος του ΕΜΠ για την έκρηξη που ακολούθησε τη σύγκρουση και ο χρόνος της δίκης που όπως φαίνεται πλησιάζει, δημιουργούν ένα πλαίσιο με άμεσες και αλυσιδωτές επιπτώσεις όχι μόνο στην εικόνα της κυβέρνησης, αλλά και στην ουσία της πολιτικής της σχέσης με τους πολίτες.
Πεδίο εξελίξεων αποτελεί πλέον το κοινοβούλιο, μετά την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τον Χρήστο Τριαντόπουλο και καθώς προαναγγέλλονται ήδη η προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών, αλλά, κυρίως, η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας από την αντιπολίτευση.
Η διάπραξη λαθών στη διαχείριση της τραγωδίας, επί δύο χρόνια, αποτελεί πλέον παραδοχή από τα κυβερνητικά στελέχη, αλλά και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, όταν για παράδειγμα ο ίδιος δήλωνε πριν από λίγες ημέρες ότι η εξεταστική επιτροπή για το θέμα δεν αποτέλεσε και την καλύτερη στιγμή της Βουλής. Την ίδια ώρα, όμως, η κυβέρνηση ανεβάζει τους τόνους απέναντι στην αντιπολίτευση και δη στο ΠΑΣΟΚ, κατηγορώντας το τόσο για πολιτική εργαλειοποίηση μιας τραγωδίας, όσο και για αντιφατική κριτική.
Με επίκεντρο τη στάση του στην ψηφοφορία για τον Εθνικό Οργανισμό Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων, πόρισμα του οποίου επικαλείται η Χαριλάου Τρικούπη και μιλά για συγκάλυψη, τα κυβερνητικά στελέχη κάνουν λόγο για υποκρισία, υπενθυμίζοντας ότι η κυβέρνηση έδωσε τα εργαλεία στην επιτροπή για να διερευνήσει το θέμα.
Ταυτόχρονα, με αιχμή τη θέση του Μεγάρου Μαξίμου ότι η κυβερνητική πλειοψηφία δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο στην δικαιοσύνη αν φτάσει στη Βουλή αίτημα για πολιτικό πρόσωπο, που έχει εμπλακεί στην υπόθεση, το κυβερνητικό επιτελείο καλεί όποιον έχει στοιχεία να προχωρήσει στις κοινοβουλευτικές πρωτοβουλίες, που είναι διαθέσιμες. Από την κυβέρνηση επιφυλάσσονται, μάλιστα, για τη στάση τους απέναντι στην πρόταση προανακριτικής, σημειώνοντας ότι θα τοποθετηθούν αφού διαβάσουν με ακρίβεια το αίτημα του ΠΑΣΟΚ.
Το Μέγαρο Μαξίμου διαμηνύει με ξεκάθαρο τρόπο ότι η δικαιοσύνη είναι εκείνη που θα δώσει όλες τις απαντήσεις και θα υποδείξει τους υπευθύνους και πλέον έχοντας στα χέρια της τα πορίσματα των ειδικών –όπως το πόρισμα του ΕΜΠ για τα ηχητικά των συνομιλιών εκείνης της βραδιάς, που δείχνει ότι δεν υπήρξε καμία παρέμβαση– να πείσει ότι στόχος από την πρώτη στιγμή ήταν και παραμένει η διερεύνηση της αλήθειας. Το πόρισμα αυτό, μάλιστα, αποτελεί, όπως λένε στην κυβέρνηση και την απάντηση στην πρόταση δυσπιστίας, που το ΠΑΣΟΚ είχε καταθέσει ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο πριν από ένα χρόνο, κατηγορώντας τότε την κυβέρνηση για «μονταζιέρα»..
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση επιχειρεί να αναδείξει την πολιτική εργαλειοποίηση της τραγωδίας από την πλευρά της αντιπολίτευσης, επικρίνοντας τα κόμματα που τοποθετούνται στο σύνολό τους απέναντί της ότι αναζητούν την πολιτική τους επιβίωση εκμεταλλευόμενα την αγωνία των συγγενών και την οργή της κοινής γνώμης. Κι ενόσω η αντιπολίτευση επιχειρεί τις τελευταίες ημέρες να συντονίσει τις κινήσεις της, από το κυβερνητικό επιτελείο επισημαίνεται η αδυναμία συγκρότησης ενός κοινού μετώπου, παρά τις αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες των κυρίων Ανδρουλάκη, Φάμελλου και Χαρίτση για τον χρόνο ανάληψης της σοβαρότερης κοινοβουλευτικής πρωτοβουλίας, της πρότασης δυσπιστίας.
Στη στρατηγική της κυβέρνησης μαζί με τις αιχμηρές απαντήσεις προς την αντιπολίτευση, εντάσσεται πλέον και η επικοινωνία των δεδομένων, που υπάρχουν, προς τους πολίτες. Ταυτόχρονα, οι τοποθετήσεις του πρωθυπουργού τόσο στο υπουργικό συμβούλιο, όσο και μέσω της καθιερωμένης ανάρτησής του στα κοινωνικά δίκτυα, κάνουν σαφές ότι το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να κινηθεί και σε μια παράλληλη «γραμμή» με το θέμα των Τεμπών, που σχεδόν μονοπωλεί τη δημόσια συζήτηση. Το μήνυμα Μητσοτάκη στους υπουργούς του για επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου –να γίνουν σε μήνες αυτά που θα ήθελαν ένα χρόνο, όπως είπε χαρακτηριστικά– δείχνει ότι βασικό μέλημα του Μεγάρου Μαξίμου είναι να συνεχιστεί, έστω και υπό αυτή τη συγκυρία, η υλοποίηση του κυβερνητικού έργου.
Ο γρίφος της επόμενης περιόδου είναι οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, στις οποίες θα αποφασίσει να προχωρήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το ερώτημα δεν είναι αν θα γίνει ανασχηματισμός, αλλά πότε και κυρίως για ποιους, καθώς όλα τα ενδεχόμενα είναι σήμερα ανοιχτά. Και ο επικείμενος ανασχηματισμός –όποτε τελικά γίνει– που θα βάλει και τη σφραγίδα της κυβέρνησης στο δεύτερο μισό της θητείας της, θα αποτελέσει αναπόφευκτα μέρος της στρατηγικής της κυβέρνησης για την ανατροπή του κλίματος, που έχει δημιουργηθεί.