Στον «Στρατηγό της στρατιάς των νεκρών» ο Ισμαήλ Κανταρέ εξιστορεί την παραμονή στην Αλβανία δύο Ιταλών, ενός στρατιωτικού κι ενός ιερέα, που πηγαίνουν 15 χρόνια μετά τη λήξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου για να βρουν και να ξεθάψουν τα οστά των σκοτωμένων Ιταλών στρατιωτών.
Κάτι τέτοιο θυμίζει η κατάσταση στην κεντροαριστερά. Όμως δεν έχει δίκιο η Ντόρα Μπακογιάννη που δηλώνει ότι η κατάσταση στο ΠΑΣΟΚ της θυμίζει δελφινάριο. Ούτε ο Πρωθυπουργός που προέβη σε αντιδεοντολογικό φάουλ, κάνοντας χιουμοριστικό παραλληλισμό με τους μνηστήρες της Πηνελόπης. Δεν τον αφορά.
Οι μνηστήρες βρίσκονται και πέραν του ΠΑΣΟΚ. Όχι στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά στο φαντασιακό κατασκεύασμα της «Ενωμένης Κεντροαριστεράς». Ένα κατασκεύασμα που δεν στηρίζεται πουθενά, και με πρώτιστο μνηστήρα τον Αλέξη Τσίπρα.
Εν αρχή βεβαίως ην το ΠΑΣΟΚ που περιδινίζεται μέσα σε κατάσταση αντιμαχιών λόγω εκλογικής απόγνωσης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι ο πιο απομονωμένος αρχηγός στην ιστορία του κόμματος. Ο Αντρέας ήταν ο αυτοκράτωρ, παρότι ακόμη και αυτός κάποια στιγμή αντιμετώπισε την αμφισβήτηση (1990, ξενοδοχείο Πεντελικόν, όπου απείλησε ότι θα ιδρύσει νέο κόμμα).
Ο Σημίτης είχε να αντιμετωπίσει το παραδοσιακό βαθύ ΠΑΣΟΚ υπό τον Άκη. Η Φώφη παρότι είχε συντρίμμια την υγεία της, πάλεψε και μάζεψε τα συντρίμμια του ΠΑΣΟΚ. Δεν είχε επεξεργασμένο ιδεολογικό προφίλ, δεν άνοιξε νέους δρόμους, αλλά είχε μια άγνωστη ως τότε, αδάμαστη θέληση. Και το κατάφερε. Το ΠΑΣΟΚ δεν διαλύθηκε.
Βεβαίως επί των ημερών της, το ΠΑΣΟΚ όντας καθηλωμένο και λοιδορούμενο, δεν υπήρχε κάποιο αντίπαλο συγκροτημένο μπλοκ. Όπως δεν υπάρχει και τώρα. Υπάρχει ένας απομονωμένος αρχηγός, ο Ανδρουλάκης, και ένας κεντρόφυγος πανζουρλισμός, χωρίς συγκεκριμένο μέτωπο, και με πολλούς μικρούς μνηστήρες. Του καταλογίζουν ότι δεν απογείωσε το ΠΑΣΟΚ σε συνθήκες υποχώρησης της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Τον κατηγορούν επίσης (θεωρούμε δικαίως) ότι διοίκησε το ΠΑΣΟΚ με δύο φίλους του (Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος ), ότι τους απογοήτευσε με τις απειλούμενες διαγραφές (Σκανδαλίδης), ότι διοικεί με μεθόδους ΚΚΣΕ (Πέτρος Ευθυμίου), και με μεθόδους Κιμ Γιονγκ Ουν (Φίλιππος Σαχινίδης), και άλλα παρόμοια. Ακόμη και η Λίτσα Λιακούλη που είχε καθιερώσει τον όρο «κραταιός Νικόλας», υποδύθηκε τη Μελίνα στον Αντρέα λέγοντας «δεν αρέσουμε πρόεδρε»!
Ωστόσο, το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» ως ιδιαίτερη φυλή, δεν παύει να εκπλήσσει. Στην πρώτη μετεκλογική δημοσκόπηση της GPO για το STAR, και στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ ο Ν. Ανδρουλάκης προηγείται για την καταλληλότητα αρχηγού με 20,7%. Έπεται ο Χάρης Δούκας (16,5%() και ακολουθούν Γερουλάνος, Χριστοδουλάκης, Χρηστίδης.
Ιδιαίτερο βάρος έχουν δύο άλλες ερωτήσεις. Η μία αφορά στο αν πρέπει να συνεργαστούν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. «Ναι» απαντάει η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (70,9%). Είναι προφανώς το «ναι» της απογοήτευσης, γιατί δεν βλέπουν μοίρα στον ήλιο της εξουσίας.
Το ποσοστό των Πασόκων είναι μικρότερο, 52,3%. Συμβαδίζει και με την υποκειμενική αίσθηση του γράφοντος, ο οποίος είχε ξαφνιαστεί με το 83% που έδινε πριν λίγες ημέρες άλλη εταιρία (χωρίς να αμφισβητείται η εγκυρότητα της εταιρεία, θα ήταν απογοητευτικό αν οι Πασόκοι είχαν δώσει τόσο γρήγορα συγχωροχάρτι στις προσβολές που υπέστησαν από τους Συριζαίους καθ΄ όλη την προηγούμενη δεκαετία).
Έτερο ερώτημα είναι ποιος μπορεί να ενώσει την κεντροαριστερά. Εκεί ο Τσίπρας υπερέχει, αλλά όχι σημαντικά. Λαμβάνει μόνο το 19,% των ψήφων, με δεύτερο τον Στέφανο Κασσελάκη (ει δυνατόν) με 10,6% και τρίτο τον Ανδρουλάκη με 10,4%. Το υψηλότερο ποσοστό, 28,9% συγκεντρώνει η αυθόρμητη απάντηση «κανένας από αυτούς».
Μεταξύ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ πρώτος έρχεται φυσικά ο Τσίπρας με 45,6% ενώ ακολουθεί ο Κασσελάκης με 27,2%. Μεταξύ των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ πρώτος είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης με 32,2% και ακολουθεί ο Τσίπρας με 13,2%.
Αν κάτι συγκρατούμε είναι ότι και στο γενικό σύνολο ο Τσίπρας δεν έχει αυτό που χρειάζεται ένας ηγέτης: Την ομόθυμη αρχηγική αναγνώριση (μόνο 19%). Παράλληλα τα δύο κόμματα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, προκρίνουν τους δικούς τους ηγέτες.
Δεν υπάρχει αρχηγός αδιαμφισβήτητος στην κεντροαριστερά που θα μπορούσε με την ισχυρή ακτινοβολία του να αρθεί υπεράνω κομματικών προτιμήσεων και να σαρώσει προτιμήσεις και αμφιβολίες. Ίσως γιατί οι αρχηγοί δεν απαντούν στα τωρινά προβλήματα.
Αναμασούν, χωρίς επικαιροποίηση, τις ιδέες και τις διαιρέσεις της δεκαετίας του ‘80 περί Δεξιάς και Αριστεράς. Όπως οι στρατηγοί της στρατιάς των νεκρών – όχι των στρατιωτών αλλά των νεκρών ιδεών.