Του Γιάννη Σιδέρη
Περίκλειστοι σε ένα ιδεολογικό σύμπαν που αντικατόπτριζε παλιές εποχές, θρεμμένοι με μονομερούς αφήγησης ηρωισμούς, οι νεαροί ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ, μεγάλωσαν με την ψευδαίσθηση ότι είχαν το δίκιο με το μέρος τους, ό, τι και να έκαναν. Ο σκοπός ήταν δίκαιος, άρα τα μέσα δεν είναι τόση σημασία, αποτελούσαν μικροαστικές συμβατικότητες, που δεν θα αποτελέσουν εμπόδιο στο μεγάλο σκοπό.
Κάπως έτσι σχεδιάστηκε από καιρό, προ εκλογών του '15, ο περιορισμός των καναλιών, διορίστηκε στο ΣτΕ ένας «ευαίσθητος» στα μηνύματα της κοινωνίας πρόεδρος, και άρχισε η επιχείρηση ελέγχου των καναλιών διά της κατάργησής τους. Η στήλη γράφει των καναλιών, όχι της ενημέρωσης, γιατί η ενημέρωση ήταν μονοφωνική, μια ενημέρωση – θέαμα. Και αυτό όχι γιατί έδιναν γραμμή οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Ενίοτε, σποραδικά, προφανώς γινόταν και αυτό, αλλά την κατευθυντήρια γραμμή την έδινε ο αδυσώπητος ανταγωνισμός. Ό, τι πιο εύπεπτο, ό, τι πιο σκανδαλιάρικο (όχι σκανδαλώδες), ό,τι πιο σκαμπρόζικο, γινόταν εμβριθές, αναλυτικό, ρεπορτάζ.
Τα πεζά θέματα, όπως αυτά των απεργιών π.χ. δεν είχαν θέση στα δελτία, ή αντιμετωπίζονταν μόνο από την οπτική του μεγάλου πλήθους, το οποίο υφίστατο τις συνέπειες της απεργίας μιας επαγγελματικής ομάδας, και αυτό ήθελαν να χαϊδέψουν.
Πάνω σε αυτό βασίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, το ερμήνευσε ως σκόπιμη απόκρυψη εκείνων των ειδήσεων στις οποίες επένδυε πολιτικά η Αριστερά. Δεν κατανοούσε ότι τα κανάλια απλώς εναρμονίζονταν με την μεγάλη μάζα, και η μεγάλη μάζα ήθελε αυτό. Απόδειξη ότι και στους καιρούς που η ΕΡΤ ήταν η αντικειμενικότερη των δημοσιογραφικών μαγαζιών, (υπήρξαν τέτοιες εποχές), πάλι τα ποσοστά της ήταν μίζερα.
Αυτοί που διαφωνούσαν με το περιεχόμενο των καναλιών ήταν μειοψηφία. Κάποιοι εξ αυτών σιωπηρώς απαξιούσαν να ενημερωθούν από αυτά. Οι μάχιμοι αριστεροί όμως έπνεαν μένεα εναντίον τους, μόνο που αυτοί δεν ήταν ευμέγεθες ποσοστό. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ νόμισε ότι το μένος αυτό, που έδειχναν οι οπαδοί της, το μοιραζόταν και η κοινωνία που τους ψήφισε. Αντιθέτως η κοινωνία σάστισε με την πρόθεση να ρίξει μαύρο στα κανάλια, των οποίων την εκπομπή επικροτούσε ή απέρριπτε ελευθέρως με το τηλεκοντρόλ. Αυτή, το σάστισμα της κοινωνίας, ήταν η πρώτη ήττα στο συγκεκριμένο θέμα. Η δεύτερη θα έρθει - αν έρθει – από το ΣτΕ.
Αλλά ακόμη και αν η απόφασή του εναρμονιστεί με τον κυβερνητικό νόμο, η νίκη θα είναι Πύρρειος. Κατανάλωσε τόσο πολιτικό κεφάλαιο, υπέστη εκ των υστέρων τόση πολιτική φθορά, με την απρόσμενη υπόθεση Καλογρίτσα, που μόνο με πρόθεση πολιτικού αυτοχειριασμού, μπορεί να προσομοιωθεί η συμπεριφορά της.
Γνωστά όλα αυτά, αλλά ο πολιτικός αυτοχειριασμός συνεχίζεται. Ένας δικαστής που ήταν αντιφρονών στον κυβερνητικό νόμο, είδε να σπάει η κρούστα της μυστικότητας που έπρεπε να περιβάλλει - όπως όλων μας - την ιδιωτική του ζωή. Μικρό το κακό όσο η ιδιωτική πτυχή της ζωής του κουρελιάστηκε από σελίδες εθισμένες σε αυτό. Το μεγάλο κακό είναι ότι οι σελίδες αυτές έγιναν αποδέκτες μυστικών που δεν θα μπορούσαν να τα έχουν από μόνες τους, ή ως αποτέλεσμα ερευνητικής δημοσιογραφίας (άλλωστε η ερευνητική δημοσιογραφία δεν ασχολείται με την κρεβατοκάμαρα). Είναι φανερό πως διοχετεύτηκαν από κυκλώματα που έχουν την τεχνογνωσία και το μέσα να υποκλέψουν πτυχές της ιδιωτικής ζωής. Και αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως μια ολοφάνερη προειδοποίηση για την συμπεριφορά του εν λόγω.
Είναι μάλλον πρωτοφανές. Υπήρξαν και στο παρελθόν κατακρεουργήσεις και παραβίαση προσωπικών δεδομένων. Οι παλιοί θυμούνται έναν πεντακάθαρο, ποιοτικό, ευγενή άνθρωπο, μέλος των πρώτων ηγετικών ομάδων του ΠΑΣΟΚ, που κρεμάστηκε στα μανταλάκια από έντυπα υπόγειων διαδρομών. Θυμούνται επίσης τις τηλεφωνικές υποκλοπές, που μόνο στη Ομόνοια δεν πουλιούνταν σε κασέτες. Ωστόσο αυτά τα αισχρά χτυπήματα κάτω από τη ζώνη, απέρρεαν από προσωπικές έριδες, προσπάθεια υπονόμευσης της καρέκλας του αντιπάλου, αντιθέσεις φιλοδοξιών, ενδεχομένως και μικροεκβιασμούς για προσπορισμό κρατικών χρημάτων. Πρώτη φορά ωστόσο μια εκβιαστική προειδοποίηση εντάσσεται σε μια κεντρική κυβερνητική πολιτική.
Δεν υπονοούμε - γιατί δεν το γνωρίζουμε - ότι πίσω από το πρόσφατο γεγονός, είναι η κυβέρνηση. Ωστόσο κάποιοι ηρακληδείς σαφώς συνήργησαν. Το χειρότερο είναι ότι με αυτούς εναρμονίστηκε και η Αυγή. Μια εφημερίδα που δεν χρειαζόταν να είσαι ομοϊδεάτης για να τη σέβεσαι, να τη διαβάζεις για να μαθαίνεις - κάποτε - τι εστί πολιτικό ήθος, πολιτικός πολιτισμός, μειλίχεια και εμπεριστατωμένη ανάλυση, ενασχόληση με την σοβαρή πλευρά της πολιτικής. Να τη διαβάζεις για να γίνεσαι ώριμος και συνειδητοποιημένος πολίτης – όσοι, λίγοι, την διαβάζαμε.
Η στήλη δεν έχει το θράσος - που συναντάται πανταχόθεν - να παίρνει τη θέση δημοσιογραφικού εισαγγελέως, να καταγγέλλει, ή να δίνει συνταγές δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Απλώς επισημαίνει ότι η συμμετοχή της εφημερίδας στη στόχευση ενός ανθρώπου (γιατί παρά τις δικαιολογίες, αυτό έγινε) του οποίου η ψήφος θα μετρούσε στο αποτέλεσμα ενός κυβερνητικού νόμου, θα είναι σημείο αναφοράς για καιρό, και βεβαίως εύκολη παραπομπή των αντιπάλων της κυβέρνησης που στηρίζει.
ΥΓ: Ο υπουργός κ. Παππάς αναφέρει συχνά το λαϊκιστικό επιχείρημα ότι αν ο νόμος καταπέσει θα επιστραφούν τα χρήματα στους καναλάρχες (και δεν θα πάνε τα παιδάκια στο σχολείο). Δυστυχώς χειρότερο από τα εκατομμύρια που θα επιστραφούν, θα είναι ότι ένας νόμος κεντρικής πολιτικής επιλογής της κυβέρνησης, θα κριθεί αντισυνταγματικός - αν κριθεί από το ΣτΕ ως τέτοιος. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα συνιστά ήττα, δύσκολα διαχειρίσιμη.