Το νέο σχέδιο - Samsom Plan- για την ανάσχεση των προσφυγικών ροών, η διαπραγμάτευση ΕΕ- Μ. Βρετανίας, οι αντιδράσεις στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, ο φόρος 50% για τα σχετικά μεσαία και πάνω εισοδήματα, η ανακίνηση του grexit ως σενάριο από το παρελθόν, οι παρασκηνιακές ζυμώσεις για τις αντοχές της Κυβέρνησης, ο νέος (;) εκλογικός νόμος είναι γεγονότα που η επιρροή τους θα επεκταθεί στο άμεσο μέλλον, θέτοντας την ευρωπαϊκή και ελληνική πολιτική σκηνή σε κατάσταση συναγερμού.
Το καλοπροαίρετο (και ρεαλιστικό;) «Samson Plan» για το προσφυγικό
Ο Έλληνας Υπουργός Εσωτερικών κ. Κουρουπλής μετά τη συνάντηση με το Γερμανό και το Γάλλο ομόλογο του, ανακοίνωσε ότι η χώρα θα αναγνωρίσει την Τουρκία ως τρίτη χώρα ασφαλούς διέλευσης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η Ελλάδα θα μπορεί να επιστρέφει πρόσφυγες στην Τουρκία ή ακόμα και να αρνηθεί την είσοδο τους.
Το όλο σχέδιο βασίζεται στο κατά πόσο μπορεί ένας πρόσφυγας να επιστρέψει στην Τουρκία πχ από την Ελλάδα, αφού πρώτα κριθεί μη αποδεκτή η αίτηση του για άσυλο. Τι σημαίνει αυτό; ότι δεν αρκεί οι αιτήσεις να απορρίπτονται επειδή ο αιτών δεν εντάσσεται στο πλαίσιο προστασίας του πρόσφυγα, αλλά ότι εκείνος/η α) θα μπορούσε να αιτηθεί ασύλου στην Τουρκία και β) ότι στην Τουρκία θα είχε επαρκή προστασία και ασφάλεια. Το Α συνιστά την έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας το Β σημαίνει πρώτη χώρα υποδοχής.
Το ζήτημα που ανακύπτει είναι, συνιστά η Τουρκία τρίτη χώρα ασφαλούς διέλευσης;...Την Πέμπτη 28 Ιανουαρίου ο Ολλανδός Πρόεδρος του Εργατικού Κόμματος Ολλανδίας, Diederik Samsom, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα De Volkskrant, κατέθεσε με τη συγκατάθεση του Πρωθυπουργού Μ. Ρούτε (υπενθυμίζεται ότι η Ολλανδία ασκεί την εξαμηνιαία Προεδρία) και έχοντας τη σύμφωνη γνώμη της Γερμανίας και της Σουηδίας, μία ολλανδική πρόταση για την ανάσχεση των προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη. Η πρόταση πήρε αμέσως το όνομα του, The Samson Plan και συνίσταται στη δυνατότητα μετακίνησης 150.000 – 250.000 προσφύγων ετησίως από την Τουρκία στην Ευρώπη, με την προϋπόθεση όμως, η Τουρκία να δέχεται να επιστρέφουν σε εκείνη όλοι οι πρόσφυγες που περνούν παράνομα τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Το σχέδιο βασίζεται στην προϋπόθεση ότι η Τουρκία συνιστά τρίτη χώρα ασφαλούς διέλευσης, μία χώρα δηλαδή μη μέλος της ΕΕ, που μπορεί όμως να παράσχει στον αιτούντα άσυλο την πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου και φιλοξενίας, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Το θέμα που ανακύπτει είναι αν και κατά πόσο η Τουρκία συνιστά χώρα με τέτοιες δυνατότητες και τέτοιο νομικό καθεστώς και πιστή στις διεθνείς συνθήκες ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι συνέπειες της προσφυγικής κρίσης θα ενταθούν το επόμενο διάστημα με κύριο πρωταγωνιστή τη Γερμανία, όπου η Καγκελάριος έχει να αντιμετωπίσει την κριτική μεγάλης μερίδας πολιτών για την προσφυγική πολιτική της. Μία κριτική που ενδεχομένως να εκτονωθεί στις επικείμενες 3 εκλογικές αναμετρήσεις σε Γερμανικά Κρατίδια τον Μάρτιο.
Φοβού το Brexit
Η διαπραγμάτευση ανάμεσα στην ΕΕ και τη Μ. Βρετανία κορυφώνεται. Τα σημεία της συζήτησης έχουν πολλές προεκτάσεις και αφορούν την εξέλιξη της Ένωσης (Ανάλυση του ΔΙΚΤΥΟΥ). Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο στο θέμα, καθώς η Σύνοδος Κορυφής στις 18 Φεβρουαρίου θα κρίνει το μέλλον της διαπραγμάτευσης.
Θα υπογραμμίσουμε μόνο ότι πιο πολύ και από το Προσφυγικό το Βερολίνο φοβάται ένα ενδεχόμενο Brexit. Ο φόβος αυτός αποτυπώνεται στην ταχύτητα με την οποία Γιούνκερ, Τουσκ και Μέρκελ έσπευσαν να διατυπώσουν μια πρόταση που να επιτρέπει στον Κάμερον και να παρουσιαστεί ως νικητής και να ζητήσει από τους συμπολίτες του να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ.
Ο φόβος του Brexit έδωσε στον Κάμερον νίκη στα σημεία, που θα ήταν αδιανόητη πριν από έναν χρόνο. Η «νίκη» αυτή αν τελικώς καταλήξει σε αμοιβαία θετική εξέλιξη για όλους, θα αποτελέσει οδηγό διαπραγμάτευσης και για τα υπόλοιπα ζητήματα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και τρέχουσας πολιτικής, όπως η χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως επιθυμεί η Ιταλία και η Γαλλία ή η εξέλιξη της ΕΕ θα περιοριστεί στο σχέδιο των 5 Προέδρων;
Grexit deja vu
Οι δηλώσεις του Γερμανού ΥΠΟΙΚ που επανέφεραν ουσιαστικά τη συζήτηση για τη χρησιμότητα ή όχι εξόδου της Ελλάδος από την ΟΝΕ, είναι μία αφορμή για να συζητήσουμε σοβαρά στη χώρα το κατά πόσο ένα εθνικό νόμισμα θα βοηθούσε ή όχι την Ελλάδα.
«Είναι δύσκολο για την Ελλάδα να λύσει τα προβλήματα της οικονομίας της χωρίς το εργαλείο της υποτίμησης του νομίσματος», τόνισε ο κ. Σόιμπλε και προσέθεσε: «Η έξοδος από το ευρώ θα έπληττε τη χώρα άπαξ και θα είχε αποφευχθεί η ατελείωτη διαδικασία των σκληρών μέτρων για τους Έλληνες πολίτες».
Η εκτίμηση μας όμως, είναι διαφορετική. Η συσχέτιση του Grexit με την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και η επίκληση της νομισματικής υποτίμησης για αυτό, είναι ατυχής. Από τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 2011 που επικαλέσθηκε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έως και σήμερα η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας με βάση το σχετικό κόστος εργασίας μηδενίσθηκε, λόγω των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και της παρατεταμένης ύφεσης.
Η ελληνική οικονομία την περίοδο 2000-2009 είχε σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας κατά 21,7%. Σύμφωνα µε τον ευρύτερο δείκτη πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας µε βάση το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος της Τράπεζας της Ελλάδος, η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας έναντι των κύριων εμπορικών εταίρων της Ελλάδος έχει πλέον εξαλειφθεί. Είναι δε χαρακτηριστικό πως η Ελλάδα έχει πλέον την τέταρτη καλύτερη επίδοση μετά τη Γερμανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία στην εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας κόστους εργασίας μετά το 2000.
Αλλά και από την πλευρά της νομισματικής υποτίμησης οι συνθήκες σήμερα είναι εντελώς διαφορετικές από εκείνες του 2011. Το Σεπτέμβριο του 2011 η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου ήταν περίπου στο 1.35, ενώ σήμερα είναι περίπου στο 1.10. Αυτό αυτομάτως καθιστά τα ελληνικά προϊόντα σήμερα 25% πιο φθηνά από ό,τι πριν πέντε χρόνια και το ελληνικό τουριστικό προϊόν πιο προσιτό σε σχέση με το 2011 που η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου είχε σκαρφαλώσει ακόμη και στο 1,48!
Αυτό που δεν είπε ο κ. Σόιμπλε είναι πως το ύψος του ελληνικού χρέους (318 δισ. ευρώ)– το οποίο κατά 96% είναι σε ευρώ- αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδος και στη προσέλκυση επενδύσεων που θα καταστήσουν ακόμη πιο ανταγωνιστική την ελληνική οικονομία. Ίσως, το σενάριο του Γερμανού ΥΠΟΙΚ να είχε κάποιες πιθανότητες ευόδωσης, αν δεν συνοδευόταν από ανθρωπιστική βοήθεια πολλών δισεκατομμυρίων, αλλά από ένα κούρεμα χρέους πολλών δισεκατομμυρίων. Αυτό θα συνιστούσε πραγματική βοήθεια.
Τα σενάρια αυτά το μόνο που καταφέρνουν είναι να δαιμονοποιούν την Ελλάδα ως το «μαύρο πρόβατο» της ΕΕ. Η υποτίμηση που προτείνει ο κ. Σόιμπλε, μέσω της εμμονής του σε ένα έστω προσωρινό Grexit -αν υποτεθεί ότι υφίσταται η δυνατότητα αυτή- καταδεικνύει είτε μια απουσία κατανόησης των πραγματικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, είτε μια προσχηματική στάση.
Πέραν της χαώδους οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης που θα συνόδευε μια ενδεχόμενη νομισματική αλλαγή, σε περίπτωση που δεν πραγματοποιούνταν συντεταγμένα και με σημαντικό μεταβατικό χρονικό διάστημα -κάτι εξ ορισμού δυσχερές-, αυτή θα συνεισέφερε πρόσκαιρο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις ελληνικές εξαγωγές, που σύντομα θα χανόταν.
Αντιμέτωπη με ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να προχωρήσει και σε νέες υποτιμήσεις αλλά και να παρατείνει τους κεφαλαιακούς περιορισμούς για μακρύ χρονικό διάστημα, έως ότου σταθεροποιηθεί η οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση καμία χρήση νομισματικής πολιτικής δεν μπορεί να βοηθήσει επί μακρόν μία οικονομία με διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η ελληνική. Αλλού είναι το πρόβλημα. Στις μεταρρυθμίσεις της παραγωγικής δομής και στο περιβάλλον προσέλκυσης επενδύσεων.
Ταυτόχρονα όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο τρόπος υποδοχής και ο βαθμός αποδοχής των απόψεων του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών από «ριζοσπαστικές» φωνές μερίδας στελεχών της εκ των (πανταχόθεν) άκρων αντιπολίτευσης, τη στιγμή που πριν από μερικές …μέρες δεν ήθελαν καν να εκφέρουν το όνομα του, προκαλώντας συνειρμούς και συμπεράσματα ιδιαίτερα ανησυχητικά, τόσο ως προς την αντανάκλαση τέτοιων δηλώσεων στην εγχώρια πολιτική κατάσταση όσο και στην δημιουργία ανορθόδοξων συγκοινωνούντων δοχείων.
Φόρος 50% και η καμπύλη Λαφέρ (Laffer)
Η ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να αυξήσει τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή για φυσικά πρόσωπα στο 50% και πιθανόν να κάνει το ίδιο με άλλους συντελεστές.
Η συγκεκριμένη παρέμβαση αποσκοπεί στην άντληση επιπλέον 300 εκατ. ευρώ.
Να θυμίσουμε ότι οι συνολικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις φθάνουν τα 5,7 δισ. ευρώ στη διετία 2015-2016. Η ιστορία διδάσκει ότι τέτοιου είδους πολιτικές βάζουν εμπόδια στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
Η καμπύλη του Laffer έγινε γνωστή διεθνώς τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Η καμπύλη στηρίζεται σε μια απλή λογική διαπίστωση:
Όταν ο φορολογικός συντελεστής είναι μηδέν, το κράτος δεν εισπράττει καθόλου έσοδα. Το ίδιο ισχύει αν ο φορολογικός συντελεστής είναι ίσος με 100%, για τον απλούστατο λόγο ότι ο φορολογούμενος δεν έχει κανένα κίνητρο να δουλέψει από τη στιγμή που το κράτος θα του πάρει όλα τα λεφτά. Σύμφωνα με τον Laffer, υπάρχει ενδιάμεσα ένας ιδανικός φορολογικός συντελεστής, π.χ. για κεφάλαιο ή εισόδημα, που μεγιστοποιεί τα έσοδα του κράτους. Αν ο ισχύων συντελεστής, π.χ. εισοδήματος, είναι μεγαλύτερος από τον ιδανικό, ο κρατικός κορβανάς θα εισπράττει λιγότερα έσοδα από αυτά που θα μπορούσε. Αν είναι μικρότερος, το κράτος θα μπορούσε να τον αυξήσει για να πλησιάσει τον ιδανικό συντελεστή και να μεγιστοποιήσει τα φορολογικά του έσοδα.
Κατόπιν όλων αυτών, κάποιος μπορεί κάλλιστα να αναρωτηθεί γιατί αναφερόμαστε στην καμπύλη του Laffer. Η απάντηση είναι ότι ίσως εμπεριέχει κάποιο δίδαγμα που μπορεί να φανεί χρήσιμο στη χώρα μας.
Ποιο είναι αυτό;
Μια σημαντική αύξηση των φορολογικών συντελεστών μπορεί να τους οδηγήσει πάνω από το ιδανικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να πληγούν η κατανάλωση, οι επενδύσεις και εν τέλει η οικονομική ανάπτυξη και το Δημόσιο να εισπράττει λιγότερα φορολογικά έσοδα απ'' όσα θα μπορούσε.
το πολιτικό σχέδιο της κυβέρνησης είναι ταξική εξομοίωση προς τα κάτω. Αφού δεν μπορεί μέσω ανάπτυξης και επενδύσεων να ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο όσων είναι κάτω από το Μ.Ο. ας κατέβουν όσοι είναι πάνω από αυτόν προς τα κάτω. Με απλά λόγια «δεν μπορώ να κάνω κάποιον να ζει καλύτερα, αλλά μπορώ να κάνω αρκετούς να ζουν και εκείνοι χειρότερα». Προσπαθώντας να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, τις απατηλές υποσχέσεις που έδινε με τη σκληρή πραγματικότητα, το μόνο που πετυχαίνει είναι να κάνει τη δύσκολη σημερινή κατάσταση όλο και χειρότερη.
Η επιβολή του ανώτατου φορολογικού συντελεστή στο 50% -συν την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης, δηλαδή άλλο ένα 8%, συν ΕΝΦΙΑ και λοιπούς φόρους, είναι εκτός πάσης λογικής. Αντί για ανάπτυξη, αντί για κίνητρα να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας η κυβέρνηση επιλέγει να περικόπτει το εισόδημα όσων έχουν ακόμα.
Οι ιδιωτικοποιήσεις λιμνάζουν γιατί δεν συμφωνούν με την «ιδεολογία», το κράτος πρέπει να παραμείνει οχυρό της κομματικής πελατείας, άρα ας πέσουν και άλλα φορολογικά βάρη. Είναι κυριολεκτικά αδιανόητο, τη στιγμή κατά την οποία οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο αυξάνονται -σταθερά πλέον- με ρυθμό άνω του ενός δισ. ευρώ τον μήνα, να υπάρχουν έστω και σκέψεις για την επιβολή νέων φόρων. Την στιγμή που η αγοραστική δύναμη του πολίτη βρίσκεται στο ναδίρ και χιλιάδες επιχειρήσεις φυτοζωούν, μόνον ως άλογη ιδεοληψία μπορεί να χαρακτηριστεί η πρόθεση αύξησης φόρων. Αλλά και από οικονομικής απόψεως, η ενδεχόμενη επιβολή νέων φορολογικών επιβαρύνσεων θα αντικατοπτριζόταν άμεσα σε περαιτέρω μείωση της ζήτησης, καθιστώντας έτσι ακόμη δυσκολότερη την έξοδο της οικονομίας από την ύφεση.
Εάν τα νούμερα του προϋπολογισμού δεν βγαίνουν, είναι επιτέλους καιρός να εξετάσουμε σοβαρά και το επίπεδο των δαπανών. Πάντως οι πολίτες, ό,τι ήταν να δώσουν το έδωσαν…Η εκτίμηση μας είναι ότι οι νέοι φορολογικοί συντελεστές θα εξελιχθούν στον «ΕΝΦΙΑ του Σύριζα».
Παράλληλο πρόγραμμα, παράλληλες σκέψεις εκλογών;
Η ανακοίνωση της Κυβέρνησης για έγκριση από τους Θεσμούς της πτυχής της Υγείας του παράλληλου προγράμματος που θα εισαχθεί την Τετάρτη στη Βουλή προκαλεί σκέψεις και εικασίες. Πρόκειται για «ανάσα αξιοπρέπειας» εκ μέρους των δανειστών προς την Κυβέρνηση, για μία ανάσα πολιτικών χειρισμών που έχει ανάγκη το Μαξίμου και παρέχουν οι Θεσμοί ή πρόκειται για τον πρόλογο πολιτικών εξελίξεων πχ εκλογών; Οι εκτιμήσεις διίστανται. Εκτίμηση μας όπως την εκφράσαμε στο προηγούμενο Δελτίο Ανάλυσης είναι ότι η Κυβέρνηση έστω και δύσκολα, θα υπερκεράσει το σκόπελο της ψήφισης των νομοσχεδίων από τη Βουλή. Ο απόηχος της ψηφοφορίας όμως, θα κρίνει εν πολλοίς τις επόμενες κινήσεις. Στο πλαίσιο αυτό και οι συζητήσεις για επικείμενη αλλαγή στον εκλογικό νόμο, ρίχνουν νερό στο μύλο των σεναρίων. Ήδη κυοφορείται ως σενάριο η αλλαγή του εκλογικού νόμου με τρόπο που να ευνοεί τους εκλογικούς σχηματισμούς συνασπισμών και την απόκτηση από τον πρώτο του μπόνους των εδρών. Μία τέτοια εξέλιξη θα βοηθούσε αμφότερα τα δύο μεγάλα κόμματα στην επιδίωξη δημιουργίας δύο πόλων με δύο μεγάλα κόμματα και αρκετά μικρότερα ή και αυτόνομους φορείς κάτω από κάθε παραταξιακή ομπρέλα.
Σε κάθε περίπτωση αν προκύψει ζήτημα αλλαγής εκλογικού νόμου εκ μέρους της Κυβέρνησης με γνώμονα τη δημιουργία τεχνικών προβλημάτων στη ΝΔ, το αποτέλεσμα θα είναι το ακριβώς αντίθετο, καθώς μία τέτοια κίνηση θα προκαλέσει συσπείρωση στο κόμμα της ΝΔ, παρά εμπόδια.
Η θέση μας είναι ότι όσο η χώρα θα προχωρά μεσούσης της κρίσης σε πρόωρες εκλογές, τόσο θα πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα και ο κερδισμένος χρόνος θα εξανεμίζεται. Η βιασύνη είναι κακός σύμβουλος. Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου πιεστικά ζητούσε την διακυβέρνηση για να υποστεί το βάρος της πρώτης φάσης της κρίσης. Ο Αντ. Σαμαράς αρνήθηκε να δώσει περιθώριο ζωής στην κυβέρνηση Παπαδήμου και βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα. Τώρα η Κυβέρνηση Τσίπρα πληρώνει τα επίχειρα της δικής της εξουσιαστικής αδημονίας. Οι πρόωρες εκλογές δεν θα λύσουν το πρόβλημα της χώρας και υπ αυτή την έννοια καλώς πράττει ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης που δεν επαναλαμβάνει το λάθος των προηγουμένων. Τις πρόωρες εκλογές δεν τις επιθυμεί και συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που γνωρίζει μάλλον καλύτερα ότι τις περισσότερες φορές πίσω από τις εκκλήσεις για πρόωρες εκλογές κρύβονται σκοπιμότητες και όχι αγωνία για τον τόπο.
Πάγια εκτίμηση του Δελτίου Ανάλυσης, είναι ότι οι επόμενες εκλογές εν πολλοίς θα κριθούν στο δίλημμα «μένει ή φεύγει η Κυβέρνηση». Αν καλλιεργηθεί αυτό το δίλημμα θα προεκταθεί και σε παραταξιακό δίπολο. Οι ιδεολογίες σε περίοδο Μνημονίου δίνουν προτεραιότητα στο ρεαλισμό. Η εκτίμηση του ΔΙΚΤΥΟΥ παραμένει ότι τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου και δη της λεγόμενης κεντροαριστεράς, αν δεν προχωρήσουν σε ριζικά νέο σχήμα, δεν θα αποτελέσουν εναλλακτική επιλογή της κρίσιμης μάζας των απεχόντων από τις εκλογές. Αυτή η κρίσιμη μάζα θα κρίνει το που θα κλίνει η πλάστιγγα. Μέχρι και τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ο Αλέξης Τσίπρας μπορούσε σε μεγάλο βαθμό ο ίδιος προσωπικά και λιγότερο το κόμμα του να «γεννά» ψηφοφόρους για εκείνον. Συσπείρωνε και μαγνήτιζε προς όφελος του ψηφοφόρους από την αποχή και νέους ψηφοφόρους. Οι μετακινήσεις από τα άλλα κόμματα ήταν σημαντικές, αλλά η ποιοτική διαφορά ήταν η δυνατότητα του να «παράγει» ψηφοφόρους. Αυτό, πλέον, δύσκολα θα επαναληφθεί. Οι απογοητευμένοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ είναι αμφίβολο αν θα επαναπατριστούν σε άλλα κόμματα όπως πχ ΠΑΣΟΚ. Το ενδεχόμενο με τις πιο πολλές πιθανότητες είναι να αποτελέσουν τη νέα αποχή ή την «αντιΣΥΡΙΖΑ» ψήφο τιμωρίας, επιλέγοντας «να φύγει η κυβέρνηση» με κυρίως κατεύθυνση είτε προς τον άμεσο αντίπαλο είτε προς τις ακραίες πλευροκοπήσεις.
Μόλις ένα χρόνο μετά…
Ο πολιτικός χρόνος στην Ελλάδα της κρίσης είναι πυκνός. Γεγονότα πρόσφατα αποκτούν στη μνήμη όλων προϊόντος του χρόνου μία εκτενέστερη στο χρόνο απόσταση. Φαντάζουν σαν μακρινές αναμνήσεις. Το σχόλιο που ακολουθεί δεν αφορά κομμάτι ανάλυσης, αλλά περισσότερο σχολιαστική υπόμνηση των δύο τουλάχιστον σημειολογικών μεταβολών που προκάλεσε με ωμό τρόπο η σκληρή πραγματικότητα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει πέρυσι τέτοια εποχή τις εκλογές. Οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους δυσκολεύουν σταδιακά και τότε διοργανώνονται τα πρώτα συλλαλητήρια «αυθόρμητης» στήριξης του λαού στην Κυβέρνηση με τον τίτλο «Ανάσα αξιοπρέπειας». Στα παλλαϊκά συλλαλητήρια των αρχών Φεβρουαρίου 2015 επικρατούσε το σύνθημα «Δεν εκβιαζόμαστε, ούτε βήμα πίσω στους εκβιασμούς». Φέτος, τις ίδιες μέρες Φεβρουαρίου η χώρα κλονιζόταν από πρωτόγνωρες κινητοποιήσεις ενάντια στο κυβερνητικό σχέδιο για το ασφαλιστικό και τα συνθήματα μόνο υποστηρικτικά δεν ήταν για την Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό προσωπικά.
Το δεύτερο σχόλιο αφορά τις μετακινήσεις των πολιτών και την αίσθηση υπερβολής στα μέτρα αστυνόμευσης καίριας σημασίας σημείων του κέντρου της Αθήνας. Η Κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είχε προχωρήσει σε επιχειρησιακές υπερβολές, όπως το κλείσιμο σταθμών του ΜΕΤΡΟ. Πέρυσι, η πρώτη πράξη της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν η μετακίνηση του φράχτη μπροστά από τον Άγνωστο Στρατιώτη. Αντιγράφουμε από την Εφημερίδα των Συντακτών, πέρυσι τέτοια εποχή:
«Μια από τις πρώτες δηλώσεις των μελών της νέας κυβέρνησης τον Ιανουάριο του 2015, ήταν ότι «η κυβέρνηση δεν φοβάται τους πολίτες» και πως οι πολίτες της Αθήνας δεν μπορούν να ζουν σε μια αστυνομοκρατούμενη ζώνη.
Για το λόγο αυτό, μια από τις πρώτες εντολές που έδωσαν οι αρμόδιοι φορείς τότε, ήταν η απομάκρυνση της σιδερένιας περίφραξης που είχε τοποθετηθεί στην πλατεία του Αγνώστου Στρατιώτη στη Βουλή.
Μια κίνηση που έπρεπε να γίνει, ακόμα και για λόγους συμβολικής σημασίας...»
Συμφωνούμε απολύτως, όμως, σήμερα, ένα χρόνο μετά, οι πολίτες δεν μπορούν να διασχίσουν εποχούμενοι την Ηρώδου Αττικού μπροστά από το γραφείο του Πρωθυπουργού, καθώς ο δρόμος είναι πάντα κλειστός για την ελεύθερη διέλευση οχημάτων, ο Εθνικός Κήπος κλείνει με το παραμικρό, , ενώ και η διέλευση των πεζών από την Ηρώδου Αττικού μετά τα πρόσφατα τραγελαφικά επεισόδια (με κότες, γαϊδούρια, ιπτάμενα …πανό και λοιπές φαιδρότητες) γίνεται μετ΄ εμποδίων…o tempora o mores!
* Το liberal.gr σε συνεργασία με το Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, δημοσιεύει το μηνιαίο Δελτίο Πολιτικής Ανάλυσης του "Δικτύου", αλλά και μελέτες πάνω στα ζητήματα που συνθέτουν το πλαίσιο των σύγχρονων εξελίξεων σε Ελλάδα και Ευρώπη.