Τα ερωτήματα, που θα τεθούν στις προσεχείς εκλογές, έχουν μία συνισταμένη: ποιος έχει τη διάθεση, τη δυνατότητα και τα προσόντα να επανιδρύσει ένα αποτελεσματικό κράτος στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας, το οποίο θα διατηρήσει την αξιοπιστία της χώρας και θα μεριμνά για το κοινωνικό κράτος.
Η έως το 2019 χαμένη αξιοπιστία της χώρας ανακτήθηκε με τις πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού. Η Ελλάδα πρωτοστάτησε στη διαφύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων από το 2020 και εντεύθεν. Ο πρωθυπουργός ήταν μέλος της ομάδας (Μακρόν, Ντράγκι, Μητσοτάκης), που εν μέσω πανδημίας πρότεινε και πέτυχε τη σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, το οποίο έφερε στη χώρα 31 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα πέτυχε αύξηση του ΑΕΠ κατά 5.9% το 2022, ενώ η Γερμανία είχε ύφεση 1%.
Η προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων ήταν πρωτοφανής για τη χώρα μας στο διάστημα 2020-2022 με αποτέλεσμα η ανεργία να μειωθεί από 19,3% το 2019 σε 10,8% τον Φεβρουάριο 2023. Οι εξαγωγές προϊόντων ξεπέρασαν τα 55 δισ. ευρώ, τα δύο μεγάλα ναυπηγεία (Σκαραμαγκά και Ελευσίνας) επαναλειτούργησαν, μετά από επίμονες και επίπονες προσπάθειες της κυβέρνησης, και η αυξητική πορεία ίδρυσης start-up εταιρειών ξεπέρασε κάθε προσδοκία.
Η αμυντική θωράκιση της χώρας και οι αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, ΗΑΕ και Αίγυπτο υποχρέωσαν την γείτονα χώρα σε πιο ήπιους τόνους. Η ψηφιοποίηση του Κράτους απάλλαξε τους πολίτες από εκατομμύρια ωρών παραμονής σε ουρές, αφού τα 8,5 εκατομμύρια ψηφιακών συναλλαγών του 2019 ανήλθαν σε 1.000 εκατομμύρια στο τέλος του 2022.
Οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, παρά το γεγονός ότι κάποια σημαντικά βήματα δεν υλοποιήθηκαν, έφεραν αποτελέσματα. Τέτοια είναι η επανίδρυση των Πρότυπων και των Πειραματικών Σχολείων, η κατάργηση 53 τμημάτων, που για λόγους αποκλειστικά δημαγωγικούς και πελατειακούς είχε ιδρύσει η κυβέρνηση του Α. Τσίπρα στην Ανωτάτη Εκπαίδευση, η ίδρυση δεκάδων ΙΕΚ σε νέες και σύγχρονες ειδικότητες, η αξιοκρατική θεσμοθέτηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στα πανεπιστήμια, η μερική εφαρμογή της αξιολόγησης, η οποία σημειωτέον πολεμήθηκε με τεράστια ένταση από την Αντιπολίτευση και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Το περιοδικό Economist στην ετήσια έκθεση για τους δείκτες δημοκρατίας ανέβασε την Ελλάδα στην 25η θέση το 2022, ενώ αυτή ήταν στην 39η θέση το 2019 και στην 34η το 2021. Από τους πέντε δείκτες, η Ελλάδα παίρνει «άριστα» στον δείκτη Electoral Process and Pluralism (10/10) και Civil Liberties (8,53/10).
Αφήσαμε για το τέλος το θέμα της μέριμνας για το κοινωνικό κράτος. Αν παρακολουθήσει κανείς την πολιτική, που ασκεί σύσσωμη η αντιπολίτευση, θα νομίσει ότι η Ελλάδα κυβερνάται από μία ομάδα, που έχει ως στόχο να διαλύσει την ίδια τη χώρα. Η κυβέρνηση κάνει λάθη και είναι εύκολο για έναν σκεπτόμενο πολίτη να εντοπίσει αστοχίες και παραλείψεις στην πολιτική της.
Όμως, δεν μπορεί να μην της αναγνωρίζει ότι έχει επιτύχει πολλά και έχει λύσει δυσεπίλυτα προβλήματα. Να προσθέσουμε, επίσης, ότι τα αναπηρικά επιδόματα αυξήθηκαν κατά 12%, το επίδομα παιδιού κατά 14%, το επίδομα στέγασης κατά 34%, δόθηκε επίδομα 2.000€ για κάθε παιδί που γεννιέται, ενώ υλοποιούνται ήδη προγράμματα για τη φύλαξη βρεφών σε περιοχές με χαμηλή πυκνότητα σε βρεφονηπιακούς σταθμούς και σε επιχειρήσεις.
Ποιος θα τολμούσε, χωρίς να θεωρηθεί αναξιόπιστος, να ισχυρισθεί ότι όλα αυτά δεν εντάσσονται στην ενίσχυση του κοινωνικού κράτους; Η επαναλειτουργία και αύξηση των Προτύπων και των Πειραματικών Σχολείων σε όλες τις περιφέρειες της χώρας είναι προς όφελος των αδύναμων και υπέρ της αξιοκρατίας και της αριστείας ή όχι.
Έχουμε κατ’ επανάληψη αναφέρει ότι το δίπολο, που κυριάρχησε από τη Γαλλική Επανάσταση έως τα τέλη του 20ου αιώνα «Δεξιά – Αριστερά» έχει πλέον ξεπεραστεί και υποκατασταθεί από το δίπολο «Πρόοδος – Οπισθοδρόμηση». Όπως είχε τονίσει ο Αμερικάνος ιστορικός, καθηγητής του UNY και fellow της American Academy of Arts and Sciences και της British Academy Tony Judt (1948-2010, «Η Ευρώπη μετά τον πόλεμο»), «το δίπολο Αριστερά – Δεξιά δεν υπάρχει από τότε που η μεν Αριστερά δέχθηκε την αξία του κέρδους η δε Δεξιά την αξία του κοινωνικού κράτους».
Είναι αποδεκτό από όλα τα κόμματα, που κυβερνούν ή κυβέρνησαν τις παραδοσιακές δυτικοευρωπαϊκές δημοκρατίες, ότι στο τελευταίο μισό του 20ου αιώνα η σοσιαλδημοκρατία συμφιλίωσε τη δημοκρατία και την κοινωνική μέριμνα με τον καπιταλισμό, δημιουργώντας την πλέον προωθημένη μορφή του κράτους πρόνοιας. Εμπεδώθηκε η αντίληψη ότι δεν μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι, αν δεν είμαστε πρώτα ίσοι απέναντι στους νόμους και εάν δεν έχουν όλοι ίσες ευκαιρίες.
Όπως, εμπέδωσαν ότι κοινωνικό κράτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ανάπτυξη, επενδύσεις, εκσυγχρονισμό των μέσων παραγωγής, αξιοποίηση των επιτευγμάτων της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενίσχυση των ελευθεριών και των δημοκρατικών θεσμών και προάσπιση της κυριαρχίας ενός κράτους.
Η σημερινή κυβέρνηση στους 44 μήνες, που κυβερνά, κλήθηκε να αντιμετωπίσει σωρεία εξωγενών προβλημάτων, από την προσπάθεια εισόδου χιλιάδων μεταναστών από τον Έβρο και το θερμό καλοκαίρι το 2020 στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης με την Τουρκία έως την πανδημία, που διήρκεσε δύο χρόνια, ανέστειλε τις οικονομικές δραστηριότητες και υποχρέωσε την κυβέρνηση σε μεγάλο εξωτερικό δανεισμό, προκειμένου να συντηρήσει την κοινωνία, να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας, να μεριμνήσει για τους άπορους και τους αδύναμους και να δυναμώσει το ΕΣΥ.
Σήμερα αντιμετωπίζουμε, ως χώρα και Ευρώπη, ένα παγκόσμιο φαινόμενο, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με την μεγάλη άνοδο των τιμών των ενεργειακών πόρων και των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών. Η αντιπολίτευση ζητά από την κυβέρνηση να λύσει το θέμα της ακρίβειας, μειώνοντας τους πόρους του Κράτους (μείωση ΦΠΑ σε καύσιμα και είδη πρώτης ανάγκης). Όμως, η μείωση των εσόδων του Κράτους και η συνέχιση της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους λύνεται μόνον αυξάνοντας το έλλειμμα με επιπρόσθετο εξωτερικό δανεισμό.
Έχουν πολλά να γίνουν ακόμη και άλλα τόσα να διορθωθούν και να συμπληρωθούν. Όμως, η επιτυχία της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας βασίζεται στη λειτουργία μίας ικανής και αποτελεσματικής κυβέρνησης και, συγχρόνως, στην ύπαρξη μίας σοβαρής και εποικοδομητικής αντιπολίτευσης, η οποία ελέγχει με αυστηρό τρόπο και αντιπροτείνει τεκμηριωμένες προτάσεις.
Από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν περιμένουμε θετική αντιπολίτευση, διότι η πολιτική του από το 2015 έως και σήμερα μας οδηγεί να τον εντάξουμε στο αντι-δημοκρατικό και στο οπισθοδρομικό μέτωπο. Από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, όμως, οι πολίτες περιμένουν πολλά. Και κυρίως εποικοδομητική πολιτική και διαβεβαίωση ότι, σε περίπτωση που θα χρειαστεί, θα συμβάλει στην κυβερνησιμότητα της χώρας.
Το δίλημμα, επομένως, δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Οι πολίτες πρέπει να επιλέξουν την συνέχιση της προοδευτικής, μεταρρυθμιστικής και φιλελεύθερης πορείας, η οποία διασφάλισε τόσο τις κοινωνικές παροχές όσο και τις ατομικές ελευθερίες των πολιτών.
Υ.Γ. Το κείμενο συντάχθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2023, δηλαδή μία ημέρα πριν από την τραγωδία στα Τέμπη με νεκρούς δεκάδες νέους. Δεν εστάλη για δημοσίευση, λόγω της εθνικής τραγωδίας. Οι ευθύνες όλων των κυβερνήσεων από το 2000 έως σήμερα είναι πολύ μεγάλες.
Η ευθύνη, όμως, βαρύνει την παρούσα κυβέρνηση, η οποία, παρά το γεγονός ότι έχει δώσει δείγματα γραφής μίας σοβαρής και ικανής ομάδας υπό έναν οραματιστή και πολύ αποτελεσματικό πρωθυπουργό, όφειλε να είχε επισημάνει την ελλιπή οργάνωση των σιδηροδρόμων, την κατασπατάληση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ από το 2000 και την ύπαρξη κυκλωμάτων, που λυμαίνονται τον ΟΣΕ εδώ και δεκαετίες.
Πρωτίστως, όμως, έπρεπε να είχε επισημάνει την ανυπαρξία της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής (ΡΑΣ) και την πλημμελή εκπαίδευση του προσωπικού του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ. Όπως, έπρεπε να είχε επισημάνει ότι η ψηφιακή διακυβέρνηση του Κυριάκου Πιερρακάκη ξέχασε στον 21ο αιώνα τους Ελληνικούς Σιδηροδρόμους με αποτέλεσμα να θρηνεί η Ελλάδα τα νέα παιδιά, που χάθηκαν δια παντός.
Ας ελπίσουμε ότι η αποφασιστικότητα και η βούληση για δραστικές λύσεις, που χαρακτηρίζουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα δώσουν άμεσα αποτελέσματα στην εξυγίανση των δύο κρατικών δομών, αλλά στη συνέχεια και στον υπόλοιπο δημόσιο τομέα.
ΕΡΩΤΗΜΑ: Δεκαπέντε ημέρες μετά την τραγωδία στα Τέμπη η αντιπολίτευση και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις οργανώνουν σχεδόν καθημερινά πορείες, συγκεντρώσεις, απεργίες. Όμως, στο μακρινό 2018 με μία άλλη τραγωδία, εκείνην στο Μάτι με 103 καμένους, πνιγμένους και απανθρακωμένους συμπολίτες μας δεν είδαμε έστω μία απεργία, μία συγκέντρωση, μία πορεία να οργανώνεται.
Αντιθέτως, ακούσαμε τους αρμόδιους υπουργούς και τον πρωθυπουργό να μας λένε «εσείς φταίτε, που χτίσατε παράνομα στο Μάτι» (Καμμένος, υπουργός Εθνικής Άμυνας), «όσο και αν ψάξω, δεν βρίσκω να έχει γίνει ένα λάθος» (Τόσκας, υπουργός Προστασίας του Πολίτη) και «εάν σας δώσουμε έστω και 2.000€, θα τα ξοδέψετε αμέσως» (Τσίπρας, πρωθυπουργός).