Σε «θέσεις μάχης» για τα μη κρατικά πανεπιστήμια
Shutterstock
Shutterstock

Σε «θέσεις μάχης» για τα μη κρατικά πανεπιστήμια

Για το πολιτικό σκηνικό της χώρας θα μπορούσε να αποτελέσει και τη «μητέρα των μαχών». Η πρώτη πολιτική σύγκρουση της νέας χρονιάς προδιαγράφεται ήδη από τώρα και αφορά τη λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα. Η απόφαση της κυβέρνησης, που με τη μορφή νομοθετήματος, θα κατατεθεί μέσα στον Ιανουάριο στη Βουλή, φέρνει τα κόμματα σε θέσεις μάχης. Μιας μάχης βαθιά ιδεολογικο-πολιτικής, που έως σήμερα ανέκυπτε σε κάθε συνταγματική αναθεώρηση, τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια, με το άρθρο 16 του Συντάγματος να παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο.

Μέσω των ευρωπαϊκών επιταγών, η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σε μια βαθιά τομή στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, διότι ως τέτοια νοείται, είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κάποιος επί της αρχής. Η θέση της Νέας Δημοκρατίας ήταν γνωστή διαχρονικά και είχε διατυπωθεί ξεκάθαρα κατά την προεκλογική περίοδο.

Το «στοίχημα» για την κυβέρνηση ήταν και παραμένει να αποδείξει ότι η πρόθεσή της να ενισχύσει τα δημόσια πανεπιστήμια, παράλληλα με την αποκατάσταση μιας «ανορθογραφίας», όπως την χαρακτήρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι ουσιαστική. Προς αυτή την κατεύθυνση, άλλωστε, ανακοινώθηκε ότι η στήριξη στα δημόσια ΑΕΙ από τον Τακτικό Προϋπολογισμό, το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, φθάνει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, ενώ 60 εκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης για την ενίσχυση της διεθνοποίησης των Πανεπιστημίων.

Στην πολιτική «μάχη», που αναμένεται να ακολουθήσει, αυτή η στήριξη των δημόσιων ιδρυμάτων θα αποτελέσει για την κυβέρνηση ένα βασικό επιχείρημα, μαζί με τις αυστηρές προϋποθέσεις, που θα τεθούν για τη λειτουργία των μη κρατικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων, που θα αποτελούν παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων, έχοντας τους ίδιους όρους λειτουργίας, διδακτικού προσωπικού και ακαδημαϊκών τίτλων, με τα πανεπιστήμια της χώρας προέλευσης.

Η καθιέρωση μιας εθνικής αρχής, που θα επιβλέπει την όλη διαδικασία, θα αποτελεί την δικλείδα ασφαλείας για τη λειτουργία τους. Η κυβέρνηση δηλώνει ξεκάθαρα ότι αυτό είναι το πρώτο βήμα για την αναθεώρηση του άρθρου 16, που αποτελεί πάγια θέση της. Θέση, που προφανώς τυγχάνει αποδοχής και από την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος, που την στήριξε στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις.

Στο κυβερνητικό επιτελείο σημειώνουν ότι οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες για μια τέτοιου μεγέθους μεταρρύθμιση και «πετούν» το μπαλάκι στην αντιπολίτευση, βάζοντας ως διακύβευμα στη συζήτηση το προοδευτικό πρόσημο κάθε πολιτικής δύναμης, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώνει ότι θα φανεί ποιος είναι πραγματικά προοδευτικός και εκσυγχρονιστής.

Απέναντι στην κυβέρνηση, όπως αναμενόταν, έχουν ήδη ταχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η Νέα Αριστερά και η Πλεύση Ελευθερίας. Η Κουμουνδούρου παραμένει στην πάγια θέση της, παρά το γεγονός ότι στελέχη της, όπως ο Χάρης Μαμουλάκης δήλωνε αρχικά ότι «στον ΣΥΡΙΖΑ δεν είμαστε εκ προοιμίου αρνητικοί, δεν έχουμε εμμονές». Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο, η Κουμουνδούρου ξεκαθάριζε την αντίθεσή της, δηλώνοντας ότι τα παιδιά σπουδάζουν στο εξωτερικό και στα κολλέγια γιατί η Νέα Δημοκρατία τα έχει αφήσει έξω από τα δημόσια πανεπιστήμια, ότι δεν χρειάζεται καμία επιπλέον αλλαγή στην υφιστάμενη νομοθεσία για να συνεργαστούν τα ελληνικά ΑΕΙ με ξένα ιδρύματα, ενώ αμφισβήτησε τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα των μη κρατικών ιδρυμάτων και κατηγόρησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη για ταφόπλακα στο δημόσιο πανεπιστήμιο, για νομικές αλχημείες και για προσπάθεια ισοπέδωσης της ισότιμης πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση.

Αντίθετη ρότα από τον ΣΥΡΙΖΑ, ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ. Η Χαριλάου Τρικούπη λέει ΝΑΙ στην προωθούμενη ρύθμιση, με την τήρηση αυστηρών προϋποθέσεων για την λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημίων και την στήριξη των δημόσιων ΑΕΙ. 

Το νομοσχέδιο αναμένεται στην Βουλή εντός του Ιανουαρίου. Μέσα στο κοινοβούλιο αναμένεται να αναπτυχθούν ξεκάθαρα και οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις, αλλά και οι κοινοί παρονομαστές, που θα προκύψουν, αν προκύψουν. Για παράδειγμα, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ επιχείρησαν να ακολουθήσουν μια κοινή γραμμή στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές και στα θέματα, που προέκυψαν στη συνέχεια στην τοπική αυτοδιοίκηση, όπως αυτό της Ανάπλασης ή της υποψηφιότητας Δούκα για την προεδρία της ΚΕΔΕ. Έχει ενδιαφέρον να φανεί αν αυτή η συμπόρευση μπορεί να υπάρξει σε ένα ζήτημα ύψιστης πολιτικής προτεραιότητας, κάτι, που είναι προφανές ότι αυτή την ώρα δεν προκύπτει.