Το ξεκίνημα της νέας χρονιάς τοποθετεί εκ νέου κυβέρνηση και αντιπολίτευση σε θέσεις εκκίνησης, με την πρώτη «σημαία τερματισμού» να πέφτει στις 9 Ιουνίου, την Κυριακή των ευρωεκλογών.
Για την κυβέρνηση ο «οδικός χάρτης» των επόμενων έξι μηνών έχει ήδη καταρτισθεί, με σειρά πολιτικών και νομοσχεδίων να παίρνουν τον δρόμο της υλοποίησης, με άλλα λόγια, το κυβερνητικό «τρένο» μοιάζει να βρίσκεται στις ράγες. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, την αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας, από την άλλη, αναζητείται ακόμη ο «δρόμος» που πρέπει να ακολουθηθεί για να επιτευχθεί αυτό, που πολλά στελέχη ονοματίζουν ως «ανασυγκρότηση» του κόμματος και επανασύνδεση του με την κοινωνία, αποφεύγοντας έναν ακόμη «εκτροχιασμό», αντίστοιχο με εκείνον, που έφερε η χρονιά που πέρασε.
Στο Μέγαρο Μαξίμου, το πλάνο της νέας χρονιάς είναι απολύτως ξεκάθαρο. Μεταρρυθμίσεις, καθημερινότητα, ενίσχυση εισοδημάτων, αλλαγές σε παιδεία, υγεία και δικαιοσύνη, αποτελούν τους πυλώνες της κυβερνητικής πολιτικής, που «ακούει» στο όνομα του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού, τον οποίο επικαλείται ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως κορωνίδα των πολιτικών επιλογών του, προαναγγέλοντας ένα «ορμητικό κύμα αλλαγών».
Αυτό το σχέδιο των 221 δράσεων, συνολικά για το 2024, αναμένεται το επόμενο εξάμηνο να αναπτύξει το κυβερνητικό επιτελείο, δίνοντας το βασικό στίγμα του κυβερνητικού έργου, πριν οι πολίτες βάλουν τον πρώτο βαθμό αξιολόγησης στη δεύτερη τετραετία της Νέας Δημοκρατίας. Παράλληλα με την αντιμετώπιση των διαχρονικών παθογενειών του κράτους, το οικονομικό επιτελείο καλείται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ακρίβειας, που οι πολίτες περιγράφουν ως το μείζον τους τελευταίους μήνες. «Όχημα» για όλες τις κυβερνητικές πολιτικές, η θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας και το μομέντουμ, που διατηρεί τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, φέρνει επενδύσεις στη χώρα, οδηγεί σε μείωση της ανεργίας και δίνει προοπτική αύξησης μισθών και συντάξεων.
Αντιθέτως, στην Κουμουνδούρου, τα «φώτα» είναι ακόμη στραμμένα στο εσωτερικό και το «στοίχημα» για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι να φτάσει και να ξεπεράσει χωρίς νέες απώλειες, το ορόσημο του συνεδρίου, τον Φεβρουάριο. Με τις δημοσκοπήσεις να φέρουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην τρίτη θέση, οι επόμενοι έξι μήνες και η κάλπη των ευρωεκλογών αποκτούν υπαρξιακό χαρακτήρα για ένα κόμμα, που αυτή την ώρα απευθύνεται σε μια δεξαμενή ψηφοφόρων, που πλέον «κοιτούν» τόσο προς το ΠΑΣΟΚ, όσο και προς το νεοσύστατο κόμμα της Νέας Αριστεράς και καλείται να διαμορφώσει και να παρουσιάσει μια πολιτική πλατφόρμα με την υπογραφή του νέου του προέδρου Στέφανου Κασσελάκη. Σε αγώνα δρόμου μετατρέπεται το επόμενο εξάμηνο και για τη Χαριλάου Τρικούπη, με τον Νίκο Ανδρουλάκη να επιδιώκει την επιβεβαίωση στην κάλπη των ευρωεκλογών της δεύτερης θέσης για το ΠΑΣΟΚ, όπως καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών.
Με την κυβέρνηση να διαμορφώνει την ατζέντα της πολιτικής επικαιρότητας, ο Ιανουάριος αναμένεται να μετατραπεί σε μήνα κοινοβουλευτικών «μαχών», καθώς τρία νομοσχέδια για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, την επιστολική ψήφο και τους νέους Ποινικούς Κώδικες, προωθούνται στην ολομέλεια. Το πλέον εμβληματικό, το νομοσχέδιο του υπουργείου παιδείας, που θα ανοίξει τον δρόμο για τη λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών ξένων πανεπιστημίων στη χώρα και το οποίο αναμένεται να πυροδοτήσει σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ και τα υπόλοιπα κόμματα της αριστερής αντιπολίτευσης να διατυπώνουν ξεκάθαρα αρνητική θέση και το ΠΑΣΟΚ να λέει «Ναι» υπό προϋποθέσεις, το Μέγαρο Μαξίμου βάζει σαφές ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο στις θέσεις, που θα διατυπωθούν στον δημόσιο διάλογο, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να σημειώνει ότι θα φανεί στην πράξη ποιος βρίσκεται στον προοδευτικό χώρο τύποις και ποιος επί της ουσίας.
Μετά από μία χρονιά, που έφερε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, εσωκομματικές ανακατατάξεις, αλλά και ένα μπαράζ φυσικών καταστροφών, που οδήγησε στην αναπροσαρμογή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων, το 2024, αυτή την ώρα, μοιάζει ως μια χρονιά, που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε περίοδο πολιτικής ουσίας, αν απρόσμενες εξελίξεις δεν αλλάξουν και πάλι την ατζέντα. Με δύο πολεμικές αναμετρήσεις σε πλήρη εξέλιξη -στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία- η κυβέρνηση παραμένει σε ετοιμότητα, επιδιώκοντας να «τρέξει» όσο οι συνθήκες ευνοούν.