Το εύρος και το βάθος των ενεργειών στις οποίες έχει προχωρήσει τόσο η ελληνική δικαιοσύνη όσο και η κυβέρνηση και η βουλή που υποστηρίζουν το έργο της, με στόχο την επιτάχυνση της διερεύνησης και εκδίκασης της υπόθεσης, αναδεικνύει σε ανάρτησή του ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος.
«Όσοι θέλουμε την απονομή δικαιοσύνης -και είμαστε οι περισσότεροι- δεν μπορούμε να αμφισβητούμε την αποκλειστική αρμοδιότητα και ικανότητα της Ελληνικής Δικαιοσύνης να φέρει εις πέρας αυτή την τόσο σημαντική υπόθεση. Όσοι το πράττουν δυστυχώς δεν πιστεύουν ούτε στο κράτος δικαίου ούτε στη δημοκρατία», επισημαίνει κ. Σκέρτσος.
Η ανάρτηση του Άκη Σκέρτσου
Καθυστερεί πράγματι η Δικαιοσύνη στη διαλεύκανση του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών;
Ας δούμε 12+2 σημεία που αναδεικνύουν το εύρος και το βάθος των ενεργειών στις οποίες έχει προχωρήσει τόσο η ελληνική δικαιοσύνη όσο και η κυβέρνηση και η βουλή που υποστηρίζουν το έργο της, με στόχο την επιτάχυνση της διερεύνησης και εκδίκασης της υπόθεσης:
Κατάθεση από τον Υπ. Δικαιοσύνης και ψήφιση από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία διάταξης, τον Ιούλιο 2023, με την οποία επιτράπηκε στον ανακριτή η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών όσων έκρινε ότι εμπλέκονται στην υπόθεση πέραν των επιχειρησιακών παραγόντων, οι οποίες ενσωματώθηκαν στη δικογραφία. Η διάταξη καταψηφίστηκε από την αντιπολίτευση.
Κατάθεση από τον Υπ. Δικαιοσύνης και ψήφιση διάταξης από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τον φεβρουάριο 2024, με την οποία αφαιρέθηκε από την υπόθεση αυτή η χρονοβόρα διαδικασία των δικαστικών συμβουλίων, ώστε να προσδιοριστεί ταχύτερα η έναρξη της δίκης. Η διάταξη καταψηφίστηκε από την αντιπολίτευση.
Προετοιμασία ειδικού χώρου στη Λάρισα για την πραγματοποίηση της δίκης (ο χώρος δεν υπήρχε) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Χαρακτηρισμός της υπόθεσης από την ηγεσία της Δικαιοσύνης ως «εξαιρετικής σημασίας» (όπως έχει συμβεί αντίστοιχες μειζονες υποθέσεις στο παρελθόν για τη δίκη της Χρυσής Αυγής, της Siemens, της 17Ν κοκ), και ανάθεσή της σε εφέτη ανακριτή που υποστηρίζεται από 6 αντι-εισαγγελείς εφετών.
Εξέταση ενός συνόλου εγγράφων, στοιχείων κλπ, που υπερβαίνει τις 600.000 σελίδες. Από αυτές, οι 54.000 κρίθηκαν ως ουσιώδεις, δηλαδή ότι έχουν σχέση με την υπόθεση.
Έκδοση 240 ανακριτικών παραγγελιών για διερεύνηση ζητημάτων που τέθηκαν από τους διαδίκους.
Έκδοση 60 ανακριτικών διατάξεων.
Πραγματοποίηση 2 πολυήμερων ερευνών (άνω των 20 ημερών η κάθε μία) με αυτοπρόσωπη παρουσία του ανακριτή.
Λήψη υλικού από 8 διαφορετικά σημεία της περιοχής του δυστυχήματος και συνολικά 140 δειγμάτων τα οποία εστάλησαν για έρευνα της σύστασής τους.
Έγγραφη παραγγελία πριν ένα χρόνο της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου στον ανακριτή να εξετάζει κάθε θέμα που θέτουν κυρίως οι συγγενείς.
Ερώτημα πριν από ένα χρόνο της Προέδρου του Αρείου Πάγου προς την τότε πρόεδρο του Εφετείου αν χρειάζεται περισσότερους ανακριτές με αρνητική απάντηση.
Εξέταση 110 μαρτύρων κατά την ανακριτική διαδικασία.
Απαγγελία κατηγοριών σε περισσότερους από 40 κατηγορούμενους.
Δύο επιπλέον στοιχεία που πρέπει να γνωρίζουμε:
Σε αντίστοιχα πολύνεκρα δυστυχήματα ο μέσος χρόνος ολοκλήρωσης των τελικών τεχνικων εκθέσεων από τους επίσημους πραγματογνώμονες διαρκεί από 6 έως 24 μήνες τουλάχιστον (κάποιες φορές και έως 36 μήνες). Εδώ η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται στους 24 μήνες.
Η εκδίκαση αντίστοιχων πολύνεκρων σιδηροδρομικών και αεροπορικών δυστυχημάτων ξεκινάει διεθνώς από 4 έως και 13 χρόνια μετά το δυστύχημα, όπως δείχνει η εμπειρία του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στην Ισπανία το 2013 που ξεκίνησε το 2022, του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στη Γερμανία το 1998 που ξεκίνησε το 2002 και του αεροπορικού δυστυχήματος με το γαλλικό airbus το 2009 που ξεκίνησε το 2022.
Μετά από όλα αυτά μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει την καθυστέρηση της δίκης;
Συμφέρει την κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης;
Και υπαρχει λογικός, αντικειμενικός και δημοκρατικός πολίτης που επιθυμεί την γρήγορη και δίκαιη απονομή ευθυνών να ισχυριστεί ότι η ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη καθυστερεί ή συγκαλύπτει με κάποιον τρόπο την εκδίκαση αυτής της τόσο σημαντικής υπόθεσης;
Όσοι θέλουμε την απονομή δικαιοσύνης -και είμαστε οι περισσότεροι- δεν μπορούμε να αμφισβητούμε την αποκλειστική αρμοδιότητα και ικανότητα της Ελληνικής Δικαιοσύνης να φέρει εις πέρας αυτή την τόσο σημαντική υπόθεση.
Όσοι το πράττουν δυστυχώς δεν πιστεύουν ούτε στο κράτος δικαίου ούτε στη δημοκρατία».