Έγραφα χθες ότι στον ΣΥΡΙΖΑ μαλώνουν για τις καρέκλες. Δεν υπάρχουν πολιτικές διαφωνίες, διαφωνίες θέσεων. Και για αυτό τα μπλοκ δεν είναι δύο, ως είθισται στις περιπτώσεις εσωκομματικών πολιτικών συγκρούσεων, αλλά πολύ περισσότερα. Είναι οι 87 του Τσίπρα, οι φίλοι του Πολάκη, οι φίλοι του Κασσελάκη και κάπου περιφέρεται και η ομάδα Παππά.
Να σημειώσω ότι το καλοκαίρι του 2015, όταν αποχώρησαν από το κόμμα οι Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου, Βαρουφάκης, η διαφωνία ήταν βαθύτατα πολιτική και αφορούσε την αλλαγή πορείας, εν μια νυκτί κυριολεκτικά, του Αλέξη Τσίπρα. Σήμερα αυτό που βλέπουμε να γίνεται στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας πόλεμος «χωρίς αρχές», όπως θα έλεγαν οι κομμουνιστές άλλων εποχών.
Στην απέναντι πλευρά, στη Νέα Δημοκρατία, ο Αντώνης Σαμαράς διαφωνεί με την ηγεσία του κόμματος σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και σε διάφορα κοινωνικά θέματα, έχοντας ουσιαστικά μια διαφορετική πλατφόρμα και εκφράζοντας ένα μέρος της βάσης του κόμματος.
Σε όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά κόμματα -τα συντηρητικά, τα σοσιαλδημοκρατικά και παλιότερα ακόμα και στο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα- υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν τάσεις με τους επικεφαλής τους, χωρίς κανένας να μιλά για υπονομευτές ή για διασπαστές. Τα μαζικά κόμματα εξουσίας προχωρούν με πολιτικές συνθέσεις και συγκλίσεις και όχι με διασπάσεις και αποχωρήσεις.
Απαραίτητη προϋπόθεση για αυτές τις συνθέσεις και τις συγκλίσεις, είναι η κυριαρχία της πολιτικής επί της εσωκομματικής ίντριγκας, διότι μόνον τότε υπάρχει πολιτικός διάλογος και όχι ανταλλαγή ύβρεων και απειλές διαγραφών. Ανέκαθεν η Νέα Δημοκρατία ήταν ανοικτή στη διαφορετική άποψη και μεγαλόκαρδη σε όσους αποχώρησαν, για έναν απλό λόγο: διότι η εκάστοτε ηγεσία της είχε από κάτω μια συμπαγή βάση που ήταν πάντα νομιμόφρων σε αυτήν και την ακολουθούσε πιστά, ακόμα και στα δύσκολα, όπως έδειξαν τα γεγονότα.
Ποτέ κανένας αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας δε διαπραγματεύτηκε με τους «βαρόνους» του κόμματος, διότι δεν υπήρχαν βαρόνοι. Ο αρχηγός ήταν πανίσχυρος και για αυτό ουδείς αποχωρήσας μακροημέρευσε. Είτε επέστρεψαν είτε ιδιωτεύουν. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι το μεγαλύτερο κόμμα από συστάσεως του ελληνικού κράτους.
Να υπενθυμίσω ότι κατά το παρελθόν η αποχώρηση του Αντώνη Σαμαρά και η διαγραφή της Ντόρας Μπακογιάννη ήταν αποτέλεσμα διαφωνιών επί κεντρικών πολιτικών επιλογών της τότε ηγεσίας, διαφωνιών που δεν επιδέχονταν κανέναν συμβιβασμό. Σχεδόν πάντα η πολιτική διαφωνία φανερώνει και μια εντιμότητα από τη μια μεριά και από την άλλη, την αδυναμία της ηγεσίας να πείσει όλα τα στελέχη για την ορθότητα μιας στρατηγικής επιλογής.
Τούτων δοθέντων, δεν είναι τυχαία η πορεία της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ. Η Νέα Δημοκρατία, παρά τις κάποιες αστοχίες και τη δύσκολη διεθνή συγκυρία, διατηρεί σταθερό τον βασικό ιστορικό πυρήνα της και προχωρεί χωρίς κλυδωνισμούς, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ του οποίου την πορεία ουδείς μπορεί να προδικάσει. Ένα κόμμα όπου όλοι μαλώνουν με όλους, χωρίς εμφανή πολιτική διακύβευση, δεν έχει μέλλον. Δεν έχει να προσφέρει τίποτα στον τόπο.