Ο όρος «αναστρέψιμος» αναμένεται να χαρακτηρίσει την στρατηγική που θα ακολουθήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής των Βρυξελλών σε σχέση με την ευρωτουρκική ατζέντα. Η Ελλάδα θα βρεθεί στο τραπέζι με τις υπόλοιπες 26 χώρες στηρίζοντας την ευρωπαϊκή προοπτική της Άγκυρας μέσα από μία «θετική» προσέγγιση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι σε όλα θα πει ναι, χωρίς μια εποικοδομητική στάση.
Σύμφωνα λοιπόν με την στρατηγική που έχει χαραχθεί από το Μέγαρο Μαξίμου σε μία ειδική σύσκεψη που έγινε στο πρωθυπουργικό γραφείο η χώρα μας θα επιμείνει κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων στις πάγιες ελληνικές θέσεις ζητώντας και από την Τουρκία να επιδείξει μία στάση που θα την χαρακτηρίζουν οι καλές προθέσεις.
Στην περίπτωση που αυτό δεν συμβεί και δεν καταγραφεί κάτι τέτοιο, τότε η ελληνική στάση θα προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα με όπλα τα κείμενα συμπερασμάτων περασμένων ευρωπαϊκών συμβουλίων, τα οποία προβλέπουν ρητές συνέπειες προς την τουρκική πλευρά.
Με άλλα λόγια η θετική προσέγγιση προς την γειτονική χώρα θα συνεχιστεί από την Ελλάδα όμως θα πρόκειται για μία στάση που μπορεί να αλλάξει ανάλογα με τις διαθέσεις του Τούρκου Προέδρου.
Η ελληνική αποστολή ήδη πάντως στο παρασκήνιο δίνει «μάχη» προκειμένου στο κείμενο συμπερασμάτων που θα εκδοθεί μετά το τέλος της συνόδου στις 25 Ιουνίου να περιληφθεί μία ξεκάθαρη πρόταση που θα απορρίπτει την ιδέα δύο κρατών στην Κύπρο και να υπάρξει σαφής αναφορά σε σχέση με τα Βαρώσια ενόψει και της επίσκεψης του Ταγίπ Ερντογάν στο τέλος Ιουλίου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έχει όμως μαζί του στην βελγική πρωτεύουσα και ένα ακόμα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο. Πρόκειται για τον νόμο περί Άμυνας και Διακοινοβουλευτικής εταιρικής σχέσης ΗΠΑ-Ελλάδας που ψηφίστηκε στην επιτροπή διεθνών σχέσεων της αμερικανικής γερουσίας.
Με την κίνηση αυτή οι ΗΠΑ στέλνουν μήνυμα ενίσχυσης της αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Δίνει μάλιστα τη δυνατότητα στη χώρα μας να αγοράσει πιο εύκολα αμερικανικό αμυντικό υλικό όπως τα F-35, εφόσον η Ελλάδα το θελήσει.
Πρόκειται για ένα «χαρτί» που από μόνο του λέει πολλά για τις εξαιρετικό επίπεδο στις σχέσεις Ελλάδας ΗΠΑ και κυρίως για το πώς αντιλαμβάνεται ο κ. Μπάιντεν αυτή την περίοδο την κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Είναι προφανές ότι έστω και με διακριτικές κινήσεις η αμερικανική εξωτερική πολιτική αυτό το διάστημα πριμοδοτεί τη χώρα μας, εγκαταλείποντας την στάση που είχε κρατήσει ο Ντόναλντ Τραμπ. Μια επιλογή που προφανώς και η Αθήνα θα θελήσει να «εκμεταλλευθεί».