Την ίδια στιγμή που η χώρα διανύει μια δύσκολη περίοδο και αντιμετωπίζει προκλήσεις μπροστά στις οποίες δείχνει ανέτοιμη, ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολείται με τον αυλικό πόλεμο και την ταυτοτική του κρίση. Ξαπλώνει στο κρεβάτι του ψυχαναλυτή και εκφράζει τις ... αγωνίες του.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει από τη στεναχώρια στην αγωνία», είπε από την Καβάλα η εκ των υποψηφίων αρχηγών του κόμματος, Έφη Αχτσιόγλου» για να προσθέσει ότι «θα πρέπει να έχουμε μία πολύ πιο ουσιώδη συμμετοχή, παρουσία και παρέμβαση στην αυτοδιοίκηση, στους επιστημονικούς φορείς και συλλόγους, στα συνδικάτα. Εκεί βρίσκεται ο πυρήνας των προβλημάτων και των ανθρώπων που θέλουμε να εκφράσουμε».
Την ώρα δηλαδή που το ζητούμενο από ένα διεκδικητή της αρχηγίας στην αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας είναι να απαντήσει στις αγωνίες των πολιτών μπροστά στις προκλήσεις της νέας εποχής, με προτάσεις από τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης απέναντι στις κρίσεις μέχρι τη βελτίωση της πυρασφάλειας κρίσιμων στρατιωτικών υποδομών, αυτός μοιράζεται με την κοινωνία την προσωπική του υπαρξιακή αγωνία.
Και ενώ σε συνθήκες 4ης βιομηχανικής επανάστασης και καλπάζουσας τεχνολογίας, έννοιες όπως ο συνδικαλισμός έχουν χάσει το βάρος τους γιατί έχει περιοριστεί ο ρόλος της εργασίας με την παραδοσιακή της μορφή, ακούμε να μας μιλάει για συνδικάτα.
Η αντίφαση είναι προφανής. Δεν την αντιλαμβάνονται. Απέναντι στη σύνθετη πραγματικότητα που μεταβάλλεται ραγδαία στην Ελλάδα και σε όλο τον πλανήτη, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει κολλήσει σε σχήματα, όχι μόνο ερμηνευτικά, αλλά και ουσιαστικής πολιτικής.
Αντί να καταπιάνεται με τα μεγάλα, από τη βελτίωση των κενών στην πυρόσβεση, την προστασία του περιβάλλοντος σε καθεστώς επελαυνουσας κλιματικής κρίσης και την προσαρμογή της εργασίας σε συνθήκες τεχνητής νοημοσύνης, έως τις ανάγκες της Παιδείας και του σύγχρονου κοινωνικού κράτους, αναλώνεται σε ζητήματα που απλώς δεν υπάρχουν.
Δεν μπορεί ένα κόμμα σαν το δικό μας να μην έχει εκπροσώπηση στους παραγωγικούς φορείς, λέει η κα. Αχτσιόγλου, που διερωτάται πως θα εκφράσει τον κόσμο αν δεν είναι πλάι του, θυμίζοντας τον κ. Τσίπρα μετά την ήττα που επέμενε ότι δεν επικοινωνήθηκε σωστά το πρόγραμμα μας.
Μα πως να εκφράσει τον κόσμο ένα κόμμα όταν ένα και πλέον μήνα μετά τις εκλογές παραμένει προσκολλημένο στο παρελθόν, δεν έχει να πει τίποτα το καινούργιο πάνω στα δύσκολα, παρά γενικολογίες, ιδεολογικές αεροβασίες και παλαιοκομματικές ρητορικές;
Δεν είναι το μόνο κόμμα που κυνηγάει τις εξελίξεις αντί να επιχειρεί να τις διαμορφώσει. Μπροστά στο άγνωστο και τη ριζική αλλαγή της πραγματικότητας, όλοι υποσυνείδητα αναζητούν αποκούμπι σε δοκιμασμένες συνταγές από το παρελθόν. Διότι οι διαχωριστικές πλέον γραμμές δεν είναι μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς αλλά μεταξύ «αυτών που γνωρίζαμε» και «αυτών που έρχονται», τα οποία δεν ξέρουμε. Και ο συντηρητισμός είναι μηχανισμός άμυνας. Απλώς στον ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα είναι πολύ πιο έντονο. Διότι για να πουλήσεις ένα νέο προϊόν πρέπει και να το πιστεύεις. Κι αυτοί, άλλα πιστεύουν κι άλλα προσπαθούν να πουλήσουν.
Το βραχυκύκλωμα αντανακλάται και στο αλαλούμ με τους υποψηφίους του ΣΥΡΙΖΑ για το Δήμο Αθηναίων. Έχουν μικρότερη σημασία οι θέσεις για τα προβλήματα του Δήμου και μεγαλύτερη το να κατεβάσει η κάθε φατρία τον δικό της υποψήφιο.
Ενώ μέχρι χθες είχαν συγκεντρωθεί… τέσσερις υποψηφιότητες, των Ζαχαριάδη, Φίλη, Μπαλαούρα και Τσουκαλά, από την Παρασκευή προστέθηκαν άλλοι δύο, ο δήμαρχος Σαρωνικού Πέτρος Φιλίππου και ξανά ο μπασκετμπολίστας Νίκος Παππάς, που κάθε εβδομάδα μπαινοβγαίνει στους υποψηφίους του ΣΥΡΙΖΑ για το Δήμο. Κάθε ομάδα θέλει να ασκήσει επιρροή στο εσωκομματικό πεδίο. Και δικαιολογεί την επιλογή της επικαλούμενη ότι ο δικός της υποψήφιος είναι ιδεολογικά καθαρότερος των άλλων. Μαλλιά κουβάρια.
Ξαπλώνοντας στο κρεβάτι του ψυχαναλυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει εκτός από το τραύμα που του δημιούργησαν οι πρόσφατες και αλλεπάλληλες εκλογικές να αναλύσει λίγο και την παιδική του ηλικία ως πολιτικός οργανισμός.
Διότι εκείνα που έλεγε το 2006 ο Αλέξης Τσίπρας όταν κατέβηκε ως υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων του ΣΥΝ, λαμβάνοντας τότε ποσοστό 10,5% και 4 έδρες στο δημοτικό συμβούλιο, αφορούσαν ένα κόσμο ο οποίος έχει πάψει προ πολλού να υπάρχει, τόσο γενικά, όσο και ειδικότερα στην τοπική αυτοδιοίκηση...