Του Γιάννη Σιδέρη
Με τη συνάντηση σήμερα το απόγευμα Γεννηματά - Θεοδωράκη ξεκινάει η ουσιαστική προσπάθεια για την συσπείρωση της Κεντροαριστεράς. Άδηλο το μέλλον του εγχειρήματος, ενέχει δυσκολίες, προσκόμματα, παγίδες, επί μέρους ασυμβατότητες. Ενδεχομένως ο δρόμος να αποδειχτεί ατέρμων, αλλά αυτό δεν θα το ξέρουν ως το τέλος. Πάντως, όπως λέει και μια κινέζικη παροιμία «Ο δρόμος με τα χίλια βήματα, ξεκινάει από το πρώτο».
Αυτό το πρώτο βήμα ξεκινούν σήμερα η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και ο επικεφαλής του Ποταμιού. Σαφώς ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες. Η κα Γεννηματά είναι σίγουρη για την κοινοβουλευτική παρουσία του κόμματός της και στην επόμενες εκλογές. Το ΠΑΣΟΚ πέρασε την κόλαση του Ιανουαρίου του '15, παίρνοντας το 4,68% των ψήφων για να φτάσει τον Σεπτέμβριο 6,28%, σε συνεργασία με την ΔΗΜΑΡ (της οποίας ωστόσο το ποσοστό εκτιμάται ότι κυμαινόταν περί το 0,5%).
«Σωσίβιο» η ενωμένη Κεντροαριστερά
Η ανάγκη της να συσπειρωθεί το σύνολο της Κεντροαριστεράς, πηγάζει από την στρατηγική διάχυσης του ΠΑΣΟΚ σε ένα ευρύτερο σύνολο, δεδομένου ότι το κόμμα έχει «ποινικοποιηθεί» από τους αντιπάλους του, ενώ η κοινή γνώμη έχει υιοθετήσει το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ για τα δύο κόμματα που «κατέστρεψαν την Ελλάδα».
Σε αυτή την λογική βασίζεται και η κάποια «έπαρση» ισοτιμίας που εκδηλώνουν στελέχη της ΔΗΜΑΡ, και η οποία έπαρση βρήκε την κορύφωσή της με αφορμή τη διαγραφής του βουλευτή Λεωνίδα Γρηγοράκου, από την κα Γεννηματά. Σε κατ' ιδίαν συζητήσεις εκφράζουν τη άποψη ότι έδωσαν …προοδευτικό άλλοθι στο ΠΑΣΟΚ, άρα δικαιούνταν να συναποφασίσουν αν το ΠΑΣΟΚ θα διέγραφε έναν βουλευτή του, καθώς αυτός είχε εκλεγεί υπό την αιγίδα της Δημοκρατικής συμπαράταξης.
Από την πλευρά του ο Σταύρος Θεοδωράκης, ενώ ξεκίνησε με φιλοδοξίες, είδε τα ποσοστά του κόμματος να μειώνονται το Σεπτέμβρη, ενώ την ίδια τάση δείχνει και η δημοσκοπική τους αποτύπωση σήμερα. Αιτίες δικά του λάθη, η συναινετική στάση προς τον ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο εξάμηνο της θητείας του (και η οποία στάση εξελήφθη από το εκλογικό σώμα ως διάθεση συμμετοχής στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ), η οργανωτική χαλαρότητα του κόμματος, αλλά και η - τουλάχιστον - αντιδεοντολογική προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ, που τον παρουσίασε ως όργανο συμφερόντων (στα έντυπα των οποίων, δεν φείδεται πλέον να δίνει συνεντεύξεις ο πρωθυπουργός και βασικά κυβερνητικά στελέχη).
Στο προσκήνιο επανήλθε και ο πρόεδρος του ΚΙΔΗΣΟ Γιώργος Παπανδρέου, με αφορμή επιστολή που του είχε απευθύνει αρχικά η κ. Γεννηματά. Στην απαντητική επιστολή του ο πρώην πρωθυπουργός είχε προτείνει στο εγχείρημα να μετάσχει και... ο ΣΥΡΙΖΑ ( αυτοί δηλαδή που τον χαρακτήριζαν Τσολάκογλου, Πινοσέτ, προδότη και άλλα εύοσμα).
Χθες ο κ. Παπανδρέου απέστειλε απαντητική επιστολή και στον «αγαπητό Σταύρο» Θεοδωράκη, με κοινοποίηση στην κα Γεννηματά. Αποδέχεται να συμμετάσχει στον διάλογο «για την συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων». Αυτή τη φορά δεν ζητάει να συμμετάσχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιθέτως τονίζει «Η πρωτοβουλία είναι επιτακτική, ειδικά σήμερα, που η αποτυχία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η αντίστοιχη της ΝΔ (…) έχουν οδηγήσει την ελληνική κοινωνία σε μια επικίνδυνη στασιμότητα. Για όλα αυτά, καταλήγει, «θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε σύντομα από κοντά».
Αρχίζει η ώσμωση στην Βουλή
Φυσικά η συνάντηση αιχμής είναι η σημερινή Γεννηματά - Θεοδωράκη. Υπάρχει μια λείανση εδάφους, έχουν μεριμνήσει γι αυτό κατά τη διάρκεια συναντήσεών τους οι κ. Πρωτόπαπας και Τσιόδρας, Μειμάρογλου (ο τελευταίος από την «επιτροπή διαλόγου» που έχει συγκροτήσει το Ποτάμι).
Οι δυο πλευρές έχουν αποφασίσει να κάνουν τις πρώτες αναγκαίες υποχωρήσεις, (για παράδειγμα η επιτροπή διαλόγου δεν θα φέρει τον μεγαλόσχημοι τίτλο «Κοινοβούλιο του Κέντρου», που της είχε προσδώσει κ. Θεοδωράκης, και δεν θα απαρτίζεται μόνο από εξωκομματικούς). Θα εκφράζει «τον κεντροαριστερό χώρο, τις κινήσεις πολιτών για την κεντροαριστερά και την σοσιαλδημοκρατία, αλλά και την ευρύτερη κοινωνία. Σαφώς δεν θα μετάσχουν πρώην υπουργοί», κατά τους επιτελείς των δύο κομμάτων.
Παράλληλα, και με αφορμή την προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή, θα αρχίσει μια ώσμωση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΠΑΣΟΚ – Ποτάμι, όσον αφορά την κατά το δυνατόν κοινή στάση στα νομοσχέδια, στις ερωτήσεις που θα υποβάλλουν, και γενικώς στην όλη κοινοβουλευτική διαδικασία.
Τα προβλήματα και τα προσχήματα παραμένουν πολλά. Όχι μόνο στις μεταξύ τους ισορροπίες (κάποια στιγμή θα τεθεί και θέμα αρχηγού, και κεντρικού επιτελείου), αλλά και στο εσωτερικό των κομμάτων τους. Ιδιαίτερα η κα Γεννηματά αντιμετωπίζει διττή αντίρρηση. Αφενός από την πλευρά του κλίματος Βενιζέλου, η οποία ωστόσο δεν κραυγάζει την αντίρρησή της, αλλά και από ιστορικά - επιφανή και μεσαία - στελέχη του ΠΑΣΟΚ, τα οποία δεν θέλουν το ιστορικό κόμμα να διαχυθεί σε ένα κεντροαριστερό σύνολο.
Κατά τη λαϊκή ρήση κάθε αρχή και δύσκολη, αλλά ούτως ή άλλως, είναι η λαϊκή «κρησάρα» αυτή που θα κρίνει το εγχείρημα, το αν αυτό είναι τέκνο ιστορικής αναγκαιότητας ή μια συμπόρευση που δεν αφορά κανέναν.