Του Γιάννη Σιδέρη
Ανακάλυψε το κέρας της Αμάλθειας στη νομοθετική αύξηση μισθών ο υπουργός Νίκος Παππάς. Έγραψε στο Twitter: Αν νέοι άνθρωποι είχαν αξιόλογες αμοιβές θα επέλεγαν να μείνουν στη χώρα μας, γι αυτό θα πρέπει να συγκλείνουμε όλοι στην αύξηση μισθών ώστε να αναχαιτίσουμε αυτό το φαινόμενο» - (όπου καταδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι η ανώριμη πολιτική σκέψη του ΣΥΡΙΖΑ έχει καθηλωθεί στην αφελή κεϋνσιανή εποχή του πρώιμου ΠΑΣΟΚ. Να νομοθετήσουμε αυξήσεις).
Μόνο που οι… μικρές συγκριτικές διαφορές είναι α) ότι το ΠΑΣΟΚ είχε λεφτά από τις κοινοτικές επιδοτήσεις και τα δανεικά β) η αύξηση μισθών δεν μπορεί να ορισθεί νομικά, όταν οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταποκριθούν.
Το τμήμα μακροοικονομικής ανάλυσης και ευρωπαϊκής πολιτικής του ΣΕΒ στην έκθεσή του αναφέρει ότι ένας στους τέσσερις εργαζόμενους αμείβεται με μισθό κάτω από 500 ευρώ! Οι κλάδοι που εμφανίζονται στις τρεις πρώτες θέσεις απασχόλησης με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό, είναι αυτοί που εμφανίζονται και στην πρώτη δεκάδα κλάδων με τη μεγαλύτερη μεταβολή συνολική απασχόλησης και αντιπροσωπεύουν το 52% των νέων θέσεων εργασίας.
Να νομοθετηθεί η αύξηση, μόνο που κατά την έρευνα του ΣΕΒ το 77,14% των εργαζομένων απασχολούνται σε πολύ μικρές και σε μικρές επιχειρήσεις. Στις μεσαίες επιχειρήσεις ο λόγος γίνεται 1 προ 2 και στις μεγάλες επιχειρήσεις 1 στους 10 εργαζόμενους. Όπερ η αύξηση δεν θα πονέσει τις μεγάλες και τις μεσαίες επιχειρήσεις που αντέχουν τις αυξήσεις, αλλά τις μικρές και πολύ μικρές που αφορούν το 77,14% των εργαζομένων. Και επειδή οι επαγγελματίες ανθρωπιστές αυτό το θεωρούν νεοφιλελεύθερη λογική, μπαίνει το στοίχημα αν οι μικρές επιχειρήσεις θα αντέξουν να συνεχίσουν, στο μέτρο που ο κύκλος εργασιών τους δεν έχει αυξηθεί, αφού η οικονομία εξακολουθεί καθηλωμένη.
Η μόνη λύση για να επέλθει σταθερή αύξηση μισθών είναι η ανθηρή ανάπτυξη. Βέβαια η κυβέρνηση πλέει σε ρόδινα σύννεφα αισιοδοξίας σύμφωνα με τον προϋπολογισμό που κατέθεσε, αλλά στην εφαρμογή του συνήθως έχει αναταράξεις και η προσγείωση γίνεται ανωμάλως.
Στον περσινό π.χ. προϋπολογισμό αρχικά την είχε υπολογίσει 2,7%, την κατέβασε στο 2,3, ο πρωθυπουργός σε κάθε ομιλία του ήταν έμπλεος αισιοδοξίας «πίστευε» ότι αυτή θα ξεπερνούσε οπωσδήποτε το 2%, και κατέληξε στο αναιμικό 1,4%. Τώρα ο αισιόδοξος Προϋπολογισμός που κατέθεσε στη βουλή προβλέπει 2,5% αν και η Κομισιόν την υπολογίζει στο 2% και ο ΟΟΣΑ στο 2,2%.
Το πλέον απαισιόδοξο είναι πως ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί από το 3,7% στο 3,5%, αλλά κατά την κυβέρνηση ελληνική οικονομία θα κάνει το μέγα θαύμα. Θα πλεύσει αντίστροφα στο παγκόσμιο ρεύμα, αυξανόμενη. Είθε, αλλά θα είναι κάτι που θα γραφεί στην ιστορία, καθώς ουδέποτε έχει συμβεί κάτι τέτοιο.
Πολύ περισσότερο που το 2019 είναι έτος διαρκούς προεκλογικής παραζάλης, όπου υπουργοί κατεβάζουν τα μολύβια έχοντας στο μυαλό τους το κυνήγι της ψήφου, σύμπας ο κρατικός μηχανισμός υπολειτουργεί και τον τελευταίο μήνα προ εκλογών παραλύει, ενώ οι ελεγκτικοί φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί δεν δείχνουν ιδιαίτερο ζήλο – συχνά κατόπιν άνωθεν εντολών.
Πολύ περισσότερο επίσης, που ο ΟΟΣΑ χτυπάει καμπανάκι για τους αργούς ρυθμούς προσέλκυσης ξένων επενδύσεων και την καθυστέρηση στους ρυθμούς αποκρατικοποιήσεων. Ακόμη και την ανάπτυξη, για την οποία προσπαθεί να πείσει η κυβέρνηση ότι εγκαθίσταται στον οικονομικό ορίζοντα, η έκθεση την χαρακτηρίζει εύθραυστη, με κύρια αιτία την χαμηλή ροή επενδύσεων.
Από την άλλη, η Κομισιόν παρότι ενέκρινε το σχέδιο προϋπολογισμού ( θεωρώντας ότι ανταποκρίνεται στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, και αφήνοντας ανοιχτό το παράθυρο για τη μη περικοπή των συντάξεων), εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για την πορεία των μεταρρυθμίσεων.
Λογικό είναι ότι οι πραγματικοί επενδυτές, δεν πείστηκαν από την κυβερνητική πολιτική. Το ίδιο και οι αγορές ομολόγων (σ.σ. ορίζονται και αυτοί ως επενδυτές, αλλά τους αντιδιαστέλουμε, καθώς όσοι αγοράζουν ομόλογα, είναι αγοραστές, δεν είναι επενδυτές). Η Ιταλική κρίση λειτουργεί περισσότερο ως δικαιολογία παρά ως πυροκροτητής της ελληνικής αστάθειας, αφού η πηγή του κινδύνου η Ιταλία έχει μικρότερη αύξηση στα ομόλογα της από ό,τι η Ελλάδα!
Πάντως τα δύσκολα θα έρθουν μετά τις εκλογές έτσι που ναρκοθέτησε η κυβέρνηση επί 3,5 χρόνια τις προϋποθέσεις ανάπτυξης. Θα το κατανοήσει ο λαός όταν θα επέλθει η ώρα; Διατηρούμε επιφυλάξεις.