Του Βασίλη Γεώργα
Η χθεσινή «προκαταρκτική» συμφωνία στο Eurogroup αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύονταν τους τελευταίους δέκα μήνες μόνο για τον χρόνο εφαρμογής των πρόσθετων μέτρων και για την εικόνα της απέναντι στους βουλευτές και τους ψηφοφόρους της.
Ούτε το περιεχόμενο, ούτε το μείγμα των μέτρων άλλαξαν σε κάτι ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί η πολύμηνη καθυστέρηση και η ζημιά που έγινε στην οικονομία με πρόσχημα την βελτίωση της συμφωνίας.
Αντίθετα διαπιστώθηκε πως όλα όσα ζητούσαν το ΔΝΤ και το Βερολίνο από πέρυσι τον Ιούνιο (περαιτέρω μείωση στις συντάξεις και χαμηλότερο αφορολόγητο) θα προνομοθετηθούν και εφαρμοστούν μέχρι κεραίας, ενώ τα περιβόητα «αντίμετρα» θα αποτελούν μια μαγική εικόνα μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου.
Η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να φέρει στη Βουλή ένα πακέτο μέτρων πολύ χειρότερο από αυτό που στο παρελθόν είχε καταγγείλει. Το αν οι περικοπές θα εφαρμοστούν από αυτή ή από κάποια άλλη, δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα τους πολίτες.
Όμως η επανάληψη των ίδιων και των ίδιων μέτρων δεν απαντά σε καμία ερώτηση για το τι διαφορετικό κατάφερε τελικά να κομίσει ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία δυόμιση χρόνια που κυβερνά.
Με 18 δισεκατομμύρια νέων φόρων και περικοπών σε αυτό το διάστημα, η σημερινή κυβέρνηση καταλαμβάνει και εκείνη μια περίοπτη θέση δίπλα σε όλες τις προηγούμενες που ποτέ δεν στήριξαν ουσιαστικές πολιτικές εξοικονόμησης δαπανών και ενίσχυσης της ανάπτυξης, αλλά φόρτωναν εξακολουθητικά όλο και μεγαλύτερα φορολογικά βάρη στα συνήθη υποζύγια.
Σε αυτό τον νέο κύκλο διαπραγμάτευσης πληρώσαμε ήδη ως προκαταβολή δύο συνεχόμενα τρίμηνα ύφεσης με κόστος περί τα 2,5 δισ. ευρώ μόνο από την προσδοκώμενη για φέτος ανάπτυξη. Και αυτό ήταν μόνο το τίμημα για να κρυφτεί πίσω από προπέτασμα καπνού το «μεταμνημόνιο» των 4 δισ. ευρώ που καλείται να ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, και το οποίο θα προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη τρύπα στα μελλοντικά εισοδήματα και θα θέσει σε αβεβαιότητα την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Επί της ουσίας διαπραγμάτευση για τα δημοσιονομικά μέτρα δεν έγινε ποτέ. Εν πλήρη γνώσει ότι η οικονομία θα πληρώσει αργότερα το μάρμαρο, επιχειρήθηκε από το Μαξίμου ένας διακανονισμός ισορροπιών στο εσωτερικό του κόμματος με στόχο να μετακινηθούν κατά το δυνατόν μακρύτερα από το προσδόκιμο του κυβερνητικού της βίου τα πρόσθετα μέτρα που συμφωνήθηκαν.
Πλέον η πρωτοχρονιά του 2019, όταν δηλαδή θα τεθούν σε εφαρμογή οι περικοπές στις συντάξεις, αποτελεί το απόλυτο ορόσημο για το πολιτικό σύστημα. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι βουλευτές της κυβερνώσας παράταξης ξεπεράσουν τις πολιτικές αναστολές τους και ψηφίσουν σε λίγες εβδομάδες τη μείωση των συντάξεων και την αύξηση των φόρων, πολύ δύσκολα θα φτάσουν μέχρι το τέλος.
Οι εκλογές εκτιμάται ότι θα έχουν μεσολαβήσει πολύ νωρίτερα, πιθανόν μέσα στο πρώτο 6μηνο του 2018 είτε ως αποτέλεσμα αστοχιών που θα διαπιστωθούν την Άνοιξη εκείνης της χρονιάς και θα φέρουν νωρίτερα την εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων, είτε πλέον ως συνέπεια της αδυναμίας να ολοκληρωθεί ομαλά το τρίτο μνημόνιο το καλοκαίρι του 2018 και συνεπώς να χρειαστεί επαναδιαπραγμάτευση για την παράτασή του.
Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ενώ έκανε κι εκείνος μια χαρά τη δουλειά των δανειστών δεν έχει αυτή τη στιγμή κανένα αφήγημα για την επόμενη μέρα.
Ακόμη και αν μετά από λίγους μήνες επιχειρήσει να παίξει το στοίχημα της «δεξιάς παρένθεσης» αφήνοντας την επόμενη βόμβα στα χέρια της Νέας Δημοκρατίας, θα είναι ίσως το πρώτο κόμμα στην Ιστορία που ως κυβέρνηση θα έχει ψηφίσει μέτρα με τα οποία διαφωνεί, και που ως αντιπολίτευση δεν θα μπορεί να καταγγείλει καθώς θα έχει πάρει πάνω του όλη την ευθύνη.