Το πλαίσιο του νόμου περί Ευθύνης Υπουργών στην Ελλάδα αναλύει το νέο κείμενο πολιτικής που δημοσιεύει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ) και υπογράφει ο πρώην Βουλευτής και σύμβουλος του ΑΣΕΠ Παναγιώτης Καρκατσούλης.
Ο νόμος περί Ευθύνης Υπουργών στην Ελλάδα εισάγεται ήδη με το Σύνταγμα του 1864 και φτάνει μέχρι τις μέρες μας, ωστόσο η ισχύουσα σήμερα ρύθμιση μάλλον δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα επιλύει.
Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης:
- Η συνταγματική πρόνοια για την ποινική ευθύνη των υπουργών απαντάται ήδη στο Σύνταγμα του 1864, ακολουθώντας άλλα ευρωπαϊκά συντάγματα με ανάλογες ρυθμίσεις. Έκτοτε, η πρόνοια αυτή παραμένει σταθερή και διακομματικά γενικά αποδεκτή.
- Η Βουλή, το κατ’ εξοχήν θεσμοθετημένο πολιτικό όργανο που σκοπό έχει την άσκηση της νομοθετικής λειτουργίας, δεν μπορεί να μετατρέπεται σε δικαστική αρχή. Η εμπειρία από τις εξεταστικές και προκαταρκτικές επιτροπές με τα παράλληλα πορίσματα των κομμάτων είναι δηλωτική της αδυναμίας της να υποκαταστήσει τη δικαστική λειτουργία.
- Η διατύπωση του άρθρου 86 του Συντάγματος, καλύπτει οποιαδήποτε ποινικά κολάσιμη πράξη τελέστηκε από υπουργούς «κατά την άσκηση των καθηκόντων τους» κι όχι μόνον εκείνες που συνδέονται με το λειτούργημα ενός υπουργού. Εάν προσθέσει κανείς σ’ αυτή τη ρύθμιση και το ότι η ποινικώς κολάσιμη πράξη που εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς παραγράφεται σε συντομότατο χρόνο, του οποίου η διάρκεια μπορεί να περιοριστεί σε μερικές εβδομάδες, τελικά η ρύθμιση δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα υποτίθεται ότι θα έλυνε.
- Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών της ΕΕ στις οποίες η παραπομπή Υπουργού αποφασίζεται από τη Βουλή. Η Βουλή παρέχει την άδεια δίωξης, δηλαδή αποφασίζει για την άρση της ασυλίας του.
- Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες η αρμοδιότητα της εκδίκασης των υποθέσεων που σχετίζονται με την υπουργική ευθύνη ανατίθεται σε ειδικό δικαστήριο. Η διαφορά είναι πως στην Ελλάδα στο ειδικό δικαστήριο μετέχουν μόνον ανώτατοι δικαστές, ενώ στα δικαστήρια άλλων ευρωπαϊκών χωρών (Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ισλανδία, Νορβηγία, Πολωνία) μετέχουν, εκτός από δικαστές, και βουλευτές κοινοβουλευτικών ομάδων.
Μεταξύ των προτάσεων που διατυπώνει το ΚΕΦΙΜ επισημαίνεται η αναθεώρηση του άρθρου του άρθρου 86 του Συντάγματος και του εκτελεστικού νόμου 3126/2003 στη διπλή κατεύθυνση της οριοθέτησης των αδικημάτων για τα οποία μπορεί να ενεργοποιηθεί η συνταγματική διάταξη και της κατάργησης του διαμεσολαβητικού ρόλου της Βουλής, καθώς και η ενίσχυση των κωδικών δεοντολογίας της κυβέρνησης και των κομμάτων, αλλά και των κανόνων λογοδοσίας των Υπουργών.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΚΕΦΙΜ Νίκος Ρώμπαπας έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Το θεσμικό πλαίσιο της ευθύνης των Υπουργών πρέπει να αλλάξει ώστε να γίνει σαφές πως οι σχετικές ρυθμίσεις εξυπηρετούν τη διαφάνεια και τη χρηστή διακυβέρνηση και όχι μικροκομματικές ανάγκες πολιτικής διαχείρισης. Η αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος ώστε το ειδικό καθεστώς να καλύπτει μόνο τις πράξεις που συνδέονται με το λειτούργημα ενός υπουργού και η κατάργηση του διαμεσολαβητικού ρόλου της Βουλής είναι αναγκαίες κινήσεις για την ενίσχυση της διαφάνειας και την κατοχύρωση της ισονομίας μεταξύ των Ελλήνων πολιτών».