Φαίνεται το ιδεολογικό DNA της Αριστεράς, είναι σκληρό στον πυρήνα του και δεν επιδέχεται εξέλιξης. Το ίδιο ισχύει και για τα… αποπαίδια της Αριστεράς, τους τρομοκράτες, που κατά την εμβληματική Ιταλίδα κομμουνίστρια, Ροσάνα Ροσάντα, «ανήκουν στο οικογενειακό άλμπουμ της Αριστεράς».
Φυσικά - προς άρσιν παρανοήσεων - η επίσημη Αριστερά ποτέ δεν τους αποδέχτηκε. Για το ΚΚΕ ήταν προβοκάτορες, δημιουργούσαν εμπόδια και συκοφαντούσαν το λαϊκό κίνημα, ενώ μπορεί να ήταν και διαβρωμένοι από όργανα των μυστικών υπηρεσιών.
Για το προ ΣΥΡΙΖΑ κόμμα, τον Συνασπισμό, όπως φυσικά και για το ΚΚΕ εσωτερικού, οι οργανώσεις αυτές ήταν μιλιταριστικά γκρουπούσκουλα, με ανελεύθερη, μανιχαϊστική άποψη περί πολιτικής και κοινωνικών κινημάτων.
Και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδέχτηκε ποτέ αυτή τη δράση. Απλώς στην ιδεολογική ένδεια και πολιτική του αμηχανία, υιοθέτησε τον δικαιωματισμό των καιρών (που αγγίζει ταυτόχρονα και κάποιους φιλελεύθερους), και εξ αυτού εν μέσω πανδημίας αγωνίστηκε για τα… δικαιώματα του Κουφοντίνα – να μεταφερθεί στη φυλακή που γούσταρε.
Και η νεολαία του στοιχιζόταν πίσω από το πανό «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη». Δικαιωματικές αστειότητες, γιατί ως κόμμα ποτέ δεν δικαιολόγησε ή αποδέχτηκε την τρομοκρατική δράση. Αγρυπνεί πάντως μήπως θιχτούν τα δικαιώματα των τρομοκρατών!
Περισσότερο από τη χώρα μας τη δεκαετία του '70 με τη «17 Ν», αρνητική υποδοχή βρήκε το φαινόμενο στην Ευρώπη. Στην Ιταλία ας πούμε, το πανίσχυρο τότε Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν το πιο επιθετικό απέναντι στις «Ερυθρές Ταξιαρχίες», τη «Λότα Κοντίνουα» και άλλες ένοπλες οργανώσεις.
Το ίδιο απορριπτική ήταν η στάση και του ετέρου ισχυρού κομμουνιστικού κόμματος της Ευρώπης, του γαλλικού, υπό τον ηγεσία του σοβιετόφιλου Ζώρζ Μαρσέ. Πολιτική τρομοκρατία ασκούσε επίσης και η ΡΑΦ στη Γερμανία (γνωστή ως Μπάαντερ Μάινχοφ).
Οι υπόλοιπες μεγάλες τρομοκρατικές οργανώσεις είχαν εθνικοαπελευθερωτικό προσανατολισμό. Όπως ο «ΙΡΑ» στην Ιρλανδία, η βασκική «ΕΤΑ» στην Ισπανία, και το «Εθνικό Μέτωπο Απελευθέρωσης της Κορσικής» στη Γαλλία.
Όλες αυτές οι οργανώσεις, με πρώτους διδάξαντες τους «Τουπαμάρος» της Ουρουγουάης και τους «Μοντενέρος» της Αργεντινής, μαράθηκαν και αποδιοργανώθηκαν πνιγμένες στο αίμα ανθρώπων που κατ’ αυτούς ήταν ένοχοι και κλειδιά του κρατούντος συστήματος. Οι λαοί, οι καταπιεσμένες κοινωνικές τάξεις για την… απελευθέρωση των οποίων αγωνίζονταν, δεν τους ακολούθησαν στην αιματηρή δράση.
Νόμιζε κανείς ότι αυτά ανήκουν σε μια ιστορική όξυνση, μια ιδεολογική παράκρουση, που πλέον βρίσκεται στα σκονισμένα ντουλάπια της εξτρεμιστικής Αριστεράς.
Όμως, στη χώρα της παραδοξότητας, ο χρόνος κλείνει με την εμφάνιση της «Ένοπλης Προλεταριακής Δικαιοσύνης». Τα 18 μέλη της οργάνωσης («μαχητές» κατά τους ίδιους) προσέγγισαν το Κεντρικό Στρατόπεδο των ΜΑΤ/ΕΚΑΜ και τοποθέτησαν βόμβα κάτω από το φυλάκιο του σκοπού.
Εδώ να πούμε και το τρελό του δικαιωματισμού. Όπως έγραψε ο δημοσιογράφος Γ. Παπαχρήστος στα ΝΕΑ, η κάμερα του στρατοπέδου δεν τους κατέγραψε γιατί η Αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων απαγορεύει η κάμερα να βλέπει στον δρόμο (η κάμερα του στρατοπέδου των ΜΑΤ! είναι να χτυπιέσαι!).
Στην πρώτη τους ανακοίνωση γράφουν ότι «Το αντάρτικο πόλης συγκροτείται ως ένας πόλος αντιπαράθεσης με την αστική ιδεολογία και τις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες. Σε αυτό το πλαίσιο επιλέξαμε τη συγκρότηση της Ένοπλης Προλεταριακής Δικαιοσύνης για να εναποθέσουμε με σεμνότητα το λιθαράκι μας στο μεγάλο ψηφιδωτό της ιστορίας και να προχωρήσουμε μπροστά. Αντλούμε πολύτιμα διδάγματα από τις ιστορικές εμπειρίες των προηγούμενων ένοπλων οργανώσεων».
Μα αυτό λέει και ο γράφων! Ότι τα διδάγματα της ιστορίας τους διαψεύδουν. Οργανώσεις που είχαν μαζικότερη αποδοχή και ισχυρό θεωρητικό υπόβαθρο (στην Ιταλία εμπλούτισε τη θεωρία τους ο σπουδαιότερος θεωρητικός του ρεύματος της Αυτονομίας και του αντάρτικου πόλεων Τόνι Νέγκρι), αποδιοργανώθηκαν, αυτοκαταργήθηκαν, και ζήτησαν συγγνώμη.
Μισό αιώνα μετά, μόνο στην Ελλάδα παρουσιάζονται οι νέοι Μαριγκέλα (Βραζιλιάνος πρώτος διδάξας με «Το Εγχειρίδιο Του Αντάρτη Των Πόλεων»). Αλλά αυτός δικαιολογείται. Είχε να αντιπαλέψει δικτάτορες, και κυρίως ήταν άλλη η εποχή. Οι επαναστάσεις Κούβας και Κίνας είχαν θριαμβεύσει και ακόμη έλαμπαν (μετά μάθαμε τα ζοφερά τους), ενώ η αποικιοκρατία υποχωρούσε και μια σειρά χωρών απολάμβαναν την ανεξαρτησία τους.
Η ιστορία που επικαλούνται και που τελείωσε σε φυλακές, και με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς ισχυροποιημένους εξαιτίας της δράσης τους, μάλλον δεν τους διδάσκει.