Την ερχόμενη Τετάρτη θα συνεδριάσει το υπουργικό συμβούλιο, το τελευταίο πριν από την ολιγοήμερη ανάπαυλα του Αυγούστου.
Η συνεδρίαση θα είναι η πρώτη μετά τη σαφή διάψευση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη των σεναρίων περί φθινοπωρινών εκλογών. Παράλληλα θα είναι η πρώτη φορά που τα μέλη της κυβέρνησης θα βρεθούν ενώπιον του κ. Μητσοτάκη μετά τις πρόσφατες διαρροές που έθεσαν τέλος στις πληροφορίες περί καλοκαιρινού ανασχηματισμού.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή ο κ. Μητσοτάκης, μπροστά στους υπουργούς και αναπληρωτές υπουργούς, θα τονίσει ότι απαιτείται εγρήγορση και επιτάχυνση της κυβερνητικής δράσης με ορίζοντα την άνοιξη του 2023. Ο πρωθυπουργός θα επιμείνει στην ανάγκη επικοινωνίας και προώθησης του κυβερνητικού έργου σε ολόκληρη τη χώρα μέσα από περιοδείες και στοχευμένες επισκέψεις των υπουργών, βουλευτών και στελεχών.
Στην ίδια συνεδρίαση ο πρωθυπουργός θα καταστήσει σαφές ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία και θα ζητήσει από τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου σαφή προγραμματισμό των δράσεων κάθε υπουργείου ξεχωριστά.
Παράλληλα θα ζητήσει έμφαση στο νομοθετικό έργο προκειμένου να ενισχυθεί από τη μία το μεταρρυθμιστικό προφίλ της κυβέρνησης και από την άλλη να προωθηθούν λύσεις στα προβλήματα της λεγόμενης καθημερινότητας.
Σε συνέχεια λοιπόν της ψήφισης του νομοσχεδίου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και του αντίστοιχου για την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, σειρά παίρνουν το νομοσχέδιο του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής για τα ασυνόδευτα παιδιά και το νομοθέτημα του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για τις ενίσχυση της ψηφιακής διακυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση το Μέγαρο Μαξίμου θέλει μέσα στον Σεπτέμβριο σειρά νομοθετημάτων να γίνουν νόμοι του κράτους, ώστε εκτός των άλλων να σταλεί το μήνυμα ότι η κυβέρνηση έχει μία πορεία διάρκειας περίπου εφτά μηνών μέχρι τις εθνικές εκλογές, την οποία και σκοπεύει να διανύσει με ανεβασμένους ρυθμούς.
Βασικός στόχος του πρωθυπουργικού γραφείου είναι οι πολίτες την ώρα της εθνικής κάλπης να έχουν μπροστά τους ένα συγκεκριμένο και μετρήσιμο κυβερνητικό έργο προκειμένου να το συγκρίνουν με το αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ. Από μία τέτοια σύγκριση μόνο κερδισμένοι μπορούμε να βγούμε επιμένουν κυβερνητικά στελέχη.