«Ένα από τα πιο σημαντικά πολιτιστικά μνημεία της πατρίδας μας», το παλάτι του Φιλίππου Β' στις Αιγές «επιβεβαιώνει τη διαχρονική ελληνικότητα της Μακεδονίας» και αποτελεί «πολιτιστικό πόλο παγκόσμιας εμβέλειας», τόνισε, μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αναφερόμενος στα εγκαίνια του αναστηλωμένου ανακτόρου του Φιλίππου Β', το οποίο εκτιμάται ότι είναι τρεις φορές μεγαλύτερο από τον Παρθενώνα. Το ανάκτορο του Φιλίππου Β', όπου ο Μέγας Αλέξανδρος στέφθηκε βασιλιάς, θα είναι ανοικτό στο κοινό, από την ερχόμενη Κυριακή.
«Είναι μια κίνηση η οποία δεν έχει μόνο πολιτιστικό αλλά και εθνικό χαρακτήρα, καθώς επιβεβαιώνει την ελληνική διαχρονικότητα της Μακεδονίας στο βάθος των αιώνων και μετατρέπει την περιοχή σας σε έναν πολιτιστικό πόλο, τολμώ να πω παγκόσμιας εμβέλειας. «Για μένα είναι μεγάλη τιμή που ως πρωθυπουργός της πατρίδας μας θα έχω την ευκαιρία να συνδέσω το δικό μου όνομα και το όνομα της κυβέρνησής μας με αυτά τα εμβληματικά έργα αναστήλωσης που γίνονται στον αρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας», συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός.
Το ανάκτορο του Φιλίππου Β'
Το αναστηλωμένο και αποκατεστημένο ανάκτορο του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας, στις Αιγές. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
Επίκεντρο του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος, με το οποίο ο Φιλίππος Β΄ (359-336 π.Χ.) εκσυγχρόνισε και αναβάθμισε τις Αιγές, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων, είναι το ανάκτορο, το «βασίλειον» των Αιγών –με την αρχαία ονομασία του- με έκταση περ. 15.000 τ.μ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΥΠΠΟ.
Κτίριο λιτό και λειτουργικό και συγχρόνως μνημειακό και επιβλητικό, το αρχετυπικό οικοδόμημα χαρακτηρίζεται από την πολυτέλεια των υλικών, την εφευρετικότητα και την τελειότητα της εκτέλεσης, τα απροσδόκητα επιτεύγματα της τεχνολογίας και, συγχρόνως, από τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας που διαμορφώνει ένα σύνολο απαράμιλλης ηρεμίας, κομψότητας και αρμονίας, όπου όλα υποτάσσονται στη γοητεία του μέτρου.
Με το μνημειώδες πρόπυλο, που παραπέμπει σε ιερό, τις εντυπωσιακές διώροφες στοές της πρόσοψης που ανοίγονται στην πόλη και προσκαλούν τους πολίτες να κάνουν χρήση του χώρου τους, το μέγα περιστύλιο, γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι των συμποσίων, την θόλο που σύμφωνα με τις επιγραφές ήταν ιερό του Πατρώου Ηρακλή, τη βιβλιοθήκη/αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις (παλαίστρα κλπ.) το «βασίλειον» καθίδρυμα των Αιγών στέγαζε όλες εκείνες τις δομές που ήταν απαραίτητες για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας.
Με 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, το μέγα περιστύλιο των Αιγών, που εικονοποιεί την έννοια του τετραγώνου, είναι το πρώτο του είδους του. Έχοντας έκταση 4.000 τ.μ., χωρούσε τουλάχιστον 8.000 άτομα και μπορούσε να λειτουργήσει ως τόπος συνάθροισης των Μακεδόνων. Ο τόπος συνάθροισης των πολιτών παίρνει εικόνα αυλής και η λέξη «αυλή» γίνεται συνώνυμη με την έννοια της βασιλείας.
Πηγή φωτ.: Eurokinissi/ Βασίλης Βερβερίδης
Ο αρχιτέκτονας συγχώνευσε με τρόπο εξαιρετικά εφευρετικό παραδοσιακά στοιχεία και ριζοσπαστικές επινοήσεις Το κτίριο άρχισε να κατασκευάζεται στα μέσα του 4ου αι. και είχε ολοκληρωθεί το 336 π.Χ., όταν ο Φίλιππος Β΄, στο αποκορύφωμα του εορτασμού της παντοδυναμίας του, δολοφονήθηκε, καθώς έμπαινε στο γειτονικό θέατρο. Στο μεγάλο περιστύλιο του ανακτόρου ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Μακεδόνων ο Αλέξανδρος Γ΄ (Αρριανός, Αλ. Α. 1.25.1 - 2 ) και ξεκίνησε την πορεία που θα άλλαζε τον κόσμο.
Το ανάκτορο καταστρέφεται παραδειγματικά στα μέσα του 2ου αι.π.Χ., μετά την οριστική κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους του Μέτελλου, το 148 π.Χ.
Ό,τι απέμεινε από τη λιθαρπαγή, που συνεχίστηκε για αιώνες, αποκαλύφθηκε με την ανασκαφή που ξεκίνησε το 1865 και συνεχίστηκε τον 20ό αιώνα, τη δεκαετία του 1930 και τις δεκαετίες του 1950-1960.
Το έργο συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του μνημείου που πραγματοποιήθηκε από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας με αυτεπιστασία. Διήρκεσε από το 2007 μέχρι το 2023 ως συγχρηματοδοτούμενο έργο διαδοχικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων, με συνολικό προϋπολογισμό 20.300.000 ευρώ. Το έργο επεκτάθηκε στο σύνολο της έκτασης του μνημείου (15.000 τ.μ.) και στον περιβάλλοντα χώρο αυτού σε συνολική έκταση περ. 25.000 τ.μ.
Πηγή φωτ.: Eurokinissi/ Βασίλης Βερβερίδης
Έγινε εκ νέου αποκάλυψη των λειψάνων, ανασκαφή και στρωματογραφική τεκμηρίωση, συντήρηση και συστηματική καταγραφή όλων των κινητών ευρημάτων και των λίθινων αρχιτεκτονικών μελών (πολλές δεκάδες χιλιάδες), τεκμηρίωση και στερέωση των σωζόμενων στοιχείων στην θέση τους, συντήρηση και αισθητική αποκατάσταση των ψηφιδωτών και των μαρμαροθετημάτων των δαπέδων (περ. 1.400 τ.μ.), στερέωση, συμπλήρωση και αποκατάσταση θεμελιώσεων και υποβάσεων, αναστήλωση κιονοστοιχιών επιτόπου και αναστήλωση τμήματος του άνω ορόφου της πρόσοψης στο αίθριο του μουσείου, καθώς και το μεγάλο έργο αντιστήριξης του πρανούς πάνω στο οποίο βρίσκεται το μνημείο.
Επιστημονικά και διοικητικά υπεύθυνη του έργου σε όλες τις φάσεις ήταν η Δρ Αγγελική Κοτταρίδη, αρχαιολόγος και επιβλέποντες της τελικής φάσης ήσαν οι: Ολυμπία Φελεκίδου, πολιτικός μηχανικός-αναστηλώτρια, Κική Κυρηττοπούλου, αρχιτέκτων, Εύα Κοντογουλίδου, αρχαιολόγος, Κώστας Τζίμπουλας, συντηρητής αρχαιοτήτων, Γιώργος Κωνσταντινόπουλος, εργατοτεχνίτης.
Ο αριθμός των εργαζομένων ΙΔΟΧ κυμάνθηκε από 70-160.