Δημήτρης Κατσιγιάννης: Ο ζωγράφος της αέρινης τοπιογραφίας

Δημήτρης Κατσιγιάννης: Ο ζωγράφος της αέρινης τοπιογραφίας

Μια φλέβα κρητικής γης χτυπά στην γκαλερί Σκουφά. Στην τρέχουσα έκθεσή του στο Κολωνάκι, ο Δημήτρης Κατσιγιάννης (γ. 1960) μάς μεταφέρει στον ανόθευτο και φωτεινό κόσμο της κρητικής υπαίθρου μέσα από τις λεπταίσθητες ακουαρέλες του. Άγρια φυτά και δέντρα λουσμένα στο αιθέριο φως του νησιού, σκιές που ρευστοποιούνται και αλλάζουν χρώμα μέσα στη διαύγεια του νερού, λόφοι και παραλίες που αναφύονται με στοχαστική οικονομία μέσων, αναδεικνύουν έναν ζωγράφο που γνωρίζει πώς να αποστάζει την ουσία του θέματός του, δημιουργώντας εικόνες μετέωρες ανάμεσα στην παρατήρηση και την αίσθηση που το τοπίο αφήνει. 

Αν και γεννημένος στη Δράμα, ο Δημήτρης Κατσιγιάννης έχει αναπτύξει μια βαθιά, σχεδόν βιωματική σχέση με την Κρήτη, η οποία διατρέχει το έργο του σαν μια εσωτερική φλέβα έμπνευσης. Η ζωγραφική του δεν είναι η εξιδανικευμένη καρτποσταλική εκδοχή του νησιού, αλλά ένα πεδίο αισθητικής και υπαρξιακής αναζήτησης, ένας κόσμος όπου το τοπίο και ο χρόνος αλληλοπεριχωρούνται. Οι διαφάνειες, οι απαλές τονικές μεταβάσεις και η αίσθηση της ρευστότητας που χαρακτηρίζουν τις συνθέσεις του μοιάζουν να αντηχούν το διάχυτο φως της Κρήτης, εκείνη τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην υλική και την άυλη διάσταση του τοπίου.

Έργο του Δημήτρη Κατσιγιάννη

Ο θεατής πρόκειται να συναντήσει στη Σκουφά ένα τοπίο που ισορροπεί ανάμεσα στη μεταφυσική καθαρότητα του Παρθένη και τη δομική ευαισθησία του Παπαλουκά. Από τον πρώτο δανείζεται την αφαίρεση, την πνευματικότητα, τον σχεδόν οραματικό χαρακτήρα της τοπιογραφίας που συναντούμε στις μεταϊμπρεσιονιστικές συνθέσεις του.

Η λιτή, μουσική δόμηση των συνθέσεών του και οι ήπιες μεταβάσεις της χρωματικής κλίμακας θυμίζουν τον τρόπο που ο Παρθένης «εξαγνίζει» τη θάλασσα, αφαιρώντας κάθε τι περιττό και δίνοντας έμφαση στην εσωτερική της αρμονία. Από τον δεύτερο αντλεί μια βαθύτερη σχέση με τη γη, με την υλικότητα του χώρου και τη χειρονομία του ζωγράφου που ανασυνθέτει το τοπίο μέσα από το προσωπικό βλέμμα.

Έργο του Δημήτρη Κατσιγιάννη

Ο Παπαλουκάς, ιδιαίτερα μέσα από τα τοπία και τα μνημεία του Αγίου Όρους, ανέδειξε μια χρωματική τόλμη που παρέμεινε, ωστόσο, σε πλήρη ισορροπία με την απλότητα της φόρμας. Ο Κατσιγιάννης δεν ακολουθεί την ένταση των χρωμάτων του Παπαλουκά, αλλά φαίνεται να αντλεί από αυτόν τη βαθιά κατανόηση του τόπου, την ικανότητα να μεταδίδει, όχι μόνο την όψη, αλλά και την αίσθηση του φυσικού τοπίου. Η δομική σαφήνεια στις ακουαρέλες του, η προσήλωσή του στη ζωγραφική ως μέσο κατανόησης του χώρου και της ύλης, αποκαλύπτουν μια συγγένεια με τον Παπαλουκά, ιδιαίτερα στον τρόπο που οι φόρμες ενοποιούνται και διαλύονται ταυτόχρονα μέσα στο φως (θυμίζω τα τοπία της Αίγινας).

Έργο του Δημήτρη Κατσιγιάννη

Η ζωγραφική του Δ.Κ. διατηρεί τη δική της αυτόνομη φωνή, μετασχηματίζοντας αυτές τις επιρροές σε μια χειρονομία που παραμένει ανάλαφρη, διαυγής, με μια αίσθηση ευγένειας και λεπτότητας που τη φέρνει κοντά στην ανατολική τέχνη. «Στα δεκατρία μου αντέγραφα ό,τι γιαπωνέζικο μπορούσα να βρω» έχει γράψει ο ίδιος. Στη δική του πρόταση, το ελληνικό φως δεν είναι εκτυφλωτικό ούτε δραματικό, αλλά διαχέεται με μια εσωτερική ηρεμία, μετατρέποντας την τοπιογραφία σε στοχασμό πάνω στη φύση και τον χρόνο. Αυτή η διττή προσέγγιση - το ελληνικό τοπίο ιδωμένο με μια ανατολική ευαισθησία – είναι που καθιστά τη ζωγραφική του τόσο ιδιαίτερη και αφοπλιστικά ειλικρινή.

Έργο του Δημήτρη Κατσιγιάννη

Δεν είναι τυχαίο πως τα έργα του, αν και απαθανατίζουν συγκεκριμένες τοποθεσίες – απόψεις από τον Σταυρό Ακρωτηρίου στα Χανιά – μοιάζουν συχνά με θύμησες ενός τοπίου περισσότερο παρά σαν τεκμηριώσεις της πραγματικότητας. Θα έλεγα μάλιστα ότι δείχνεται περισσότερο επιτυχημένος στις μικρές σε διάσταση συνθέσεις όποτε γίνεται πιο αφαιρετικός. Σε κάθε περίπτωση, η κρητική γη που τόσο συχνά υμνολογεί, αποκτά και στην τελευταία του έκθεση έναν χαρακτήρα σχεδόν ονειρικό.

Η ζωγραφική του Κατσιγιάννη δεν είναι κραυγαλέα ούτε επιδιώκει να εντυπωσιάσει με την ακριβολογία της. Είναι ένας ψίθυρος, μια ανάσα φωτός και νερού πάνω στο χαρτί, μια απόδειξη ότι η τέχνη ανοίγει τα μάτια ως στοχαστικός τρόπος θέασης του κόσμου. Και μέσα σε αυτήν τη χαμηλόφωνη προσέγγιση, βρίσκεται όλη η δύναμή της.

«διάΚΟΣΜΟΙ - en plein air» στη Σκουφά 4 (πλ. Κολωνακίου) έως 1 Μαρτίου.