Με δύο παναθηναϊκούς αμφορείς που μας στέλνει το Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο, θα γιορτάσει στις 20 Ιουνίου τα γενέθλιά του το Μουσείο Ακρόπολης. Μία από τις ωραιότερες Κόρες της Ακρόπολης εκτίθεται ήδη Royal Ontario Museum. Πρόκειται για μια συνεργασία ανάμεσα στα δύο μουσεία, η οποία είχε προγραμματιστεί προ κορονοϊού, αλλά τώρα μπορεί να υλοποιηθεί. Η Κόρη θα είναι στον Καναδά έως τα τέλη Σεπτεμβρίου, ενώ οι αμφορείς θα παρουσιαστούν επίσημα ανήμερα της επετείου.
Οι δύο παναθηναϊκοί αμφορείς που θα φιλοξενήσουμε σε ανταπόδοση, έχουν επιλεγεί προ πανδημίας από τον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου Ακρόπολης, καθηγητή Δημήτρη Παντερμαλή.Η αρχική πρόθεση ήταν η άφιξη της Κόρης στο Τορόντο να ενταχθεί στις εκδηλώσεις για τον εορτασμό των 200 ετών από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, αλλά όλα μετακινήθηκαν χρονικά. Οι επισκέπτες του Μουσείου θα βλέπουν τους παναθηναϊκούς αμφορείς από μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου του 23.
Οι Παναθηναϊκοί Αμφορείς είχαν θεσπιστεί ως βραβεία στους νικητές των αθλητικών αγώνων των Παναθηναίων από τον Πεισίστρατο, το 566. Ο τύραννος είχε τότε αναδιοργανώσει την πανάρχαιη αθηναϊκή γιορτή. ΟΙ αμφορείς δίνονταν γεμάτοι λάδι από τα ιερά δέντρα της θεάς. Ο καθένας περιείχε 38-39 λίτρα λάδι, διανέμονταν δε γύρω στους 1300 αμφορείς. Αν και η ερυθρόμορφη τεχνική επικρατεί στα αγγεία από τα μέσα του 5ου αιώνα, παραδοσιακοί οι παναθηναϊκοί αμφορείς θα παραμείνουν μελανόμορφοι ως και τα ρωμαϊκά χρόνια. Η διάταξη των θεμάτων είναι τυποποιημένη: στην κύρια όψη εμφανίζεται η Αθηνά σε στάση μάχης, (Πρόμαχος Αθηνά) στη δευτερεύουσα το αγώνισμα στο οποίο διακρίθηκε ο αθλητής.
Οι δύο παναθηναϊκοί αμφορείς είναι ο ένας του 525- 500 π.Χ. και ο άλλος του 490 π.Χ. Ο πρώτος φέρει παράσταση της θεάς Αθηνάς και δρομέων και ο δεύτερος, που αποδίδεται στον Ζωγράφο του Ευχαρίδη, έχει παραστάσεις Αθηνάς και ιπποδρομίας.
Ο πρόεδρος του Μουσείου, Δημήτρης Παντερμαλής και ο γενικός διευθυντής Νίκος Σταμπολίδης θα τους παρουσιάσουν στο κοινό, κατά τη βραδιά των γενεθλίων.
Η Κόρη αρ 670 όπως είναι γνωστή (ο αριθμός είναι του ευρετηρίου) έχει ύψος 1,15 εκ. και χρονολογείται στο 520 – 510 π.Χ. Βρέθηκε το 1886 βορειοδυτικά του Ερεχθείου σε θραύσματα.
Φορά μόνο χιτώνα που τον ανασύρει από την κεντρική πτυχή και σχηματίζει κόλπο πάνω από τη ζώνη. Χειρονομία σπάνια, που επαναλαμβάνεται ακριβώς μόνο σε μια πολύ μικρή κόρη, τη λεγόμενη «με τα κόκκινα παπούτσια», η οποία δεν φτάνει την ποιότητα της Κόρης 670. Η στεφάνη που φοράει στο κεφάλι φέρει ζωγραφισμένο διάκοσμο και έχει οπές που δείχνουν ότι είχε μεταλλικό κόσμημα.
Ο χιτών είναι λεπτό λινό ένδυμα, κοντό για τους άνδρες, εκτός εξαιρέσεων και πάντοτε μακρύς για τις γυναίκες. Εξαιρείται η Κυνηγέτιδα Άρτεμις που καμιά φορά τον ανασηκώνει. Οι γυναίκες τον φορούσαν στο σπίτι και ήταν ανοιχτός στη δεξιά πλευρά, όπου τον συγκρατούσαν μικρές πόρπες, λιγότερο ή περισσότερο πυκνές. Όταν έβγαιναν από το σπίτι, οι γυναίκες φορούσαν πάνω από το χιτώνα ένα μάλλινο ύφασμα ποικίλων διαστάσεων.
Οι Κόρες της Ακρόπολης είναι το πολυπληθέστερο σύνολο γυναικείων αγαλμάτων που έχει εντοπισθεί. Βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές στη λεγόμενη Περσική Τάφρο της Ακρόπολης, το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και είναι αναθηματικά αγάλματα (προσφέρονταν δηλαδή, από τον αναθέτη στους θεούς). Μελετώντας τις, φάνηκε η εξέλιξη της αρχαϊκής γλυπτικής στο διάστημα από το 570 έως το 480 π.Χ.
Σε αντίθεση με τους κούρους, ο αγαλματικός τύπος της κόρης δεν είναι καθορισμένος με μεγάλη αυστηρότητα. Πέραν της τυπικής όρθιας και μετωπικής στάσης τους και την προβολή του ενός χεριού, με το οποίο κρατούν μία προσφορά, οι κόρες παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, κυρίως, ως προς τη μορφή του ενδύματος και τον τρόπο, που το φορούν. Επίσης, και ως προς τα κοσμήματα και τις κινήσεις των χεριών (άλλοτε μπροστά στο στήθος, άλλοτε προτεταμένα με την προσφορά και άλλοτε ανασύροντας το ένδυμα). Η Κόρη 670 πιθανώς έφερε πέπλο, όπως είπαμε, ενώ φορά και βραχιόλι στο χέρι.
Το Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο φιλοξενεί μια παγκόσμιας κλάσης συλλογή 13 εκατομμυρίων έργων τέχνης, πολιτιστικών αντικειμένων και δειγμάτων φυσικής ιστορίας, που παρουσιάζονται σε 40 γκαλερί και εκθεσιακούς χώρους.