Ξεκίνησε και θα διαρκέσει ως την 1η Οκτωβρίου έκθεση με σχέδια του Χρήστου Μαρκίδη στην Gallery 7 (Σόλωνος 20 & Βουκουρεστίου, Κολωνάκι). Μετά από τρεις ποιητικές συλλογές (Κιννάβαρι, Άγρα 2009 - Δράκων κατήλθες, Τυπωθήτω-Λάλον Ύδωρ 2013 - Έρεβος ή το άλλο φως, Εκδόσεις του Φοίνικα 2020), ο πολυδιάστατος δημιουργός επανέρχεται στα εικαστικά δρώμενα παράλληλα με το βιβλίο των δοκιμιακών πεζογραφημάτων του «Κατάματα» σε 3η συμπληρωμένη έκδοση από τον Αρμό.
Έχω γράψει στο παρελθόν ότι ο Μαρκίδης ανήκει στους ποιητές που άλλοτε δουλεύοντας το χρώμα, άλλοτε το λόγο, μας οδηγεί σε μια μύηση του «μεγάλου φαιού αινίγματος». Γι’ αυτό αν θέλουμε να προσδιορίσουμε ακριβέστερα την καλλιτεχνική του φύση, ο χαρακτηρισμός ζωγράφος δεν θα ήταν επαρκής. Θα ήταν σωστότερο να λέγαμε ότι είναι καλλιτέχνης με την ευρύτερη έννοια του ποιητικού. Διότι το ακριβές στίγμα του είναι η ποιητικότητα. Όσο και αν η ζωγραφική είναι η κύρια δραστηριότητά του, υπάρχει και η άλλη πλευρά του καλλιτεχνικού του νομίσματος: η γραφή. Ο τίτλος «Κατάματα» των κειμένων που συνθέτουν το βιβλίο των δοκιμιακών πεζογραφημάτων του δεν είναι μεταφορικός, όπως θα υπέθετε κανείς, αλλά κυριολεκτικός. Ο Μαρκίδης κοιτάζει πράγματι κατάματα τα πράγματα, βλέποντας σε αυτά εκείνες τις ουσιώδεις λεπτομέρειες, που μόνον ένας ζωγράφος θα μπορούσε να διακρίνει, γράφει εύστοχα ο Νάσος Βαγενάς.
Άλλωστε, ο ίδιος ο Μαρκίδης σε πρόσφατη συνέντευξή του, εξηγεί ότι «γραφή και ζωγραφική είχαν παράλληλη πορεία, ο Σιμωνίδης, «την μεν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν προσαγορεύει, την δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν». Στην ποίηση κατάφερα να αναμετρηθώ με όσα έλειπαν από την ζωγραφική μου. Αυτό που δεν είχε τρόπο να εκφραστεί στην εικόνα (τα μόνα μου θέματα ήταν η μοναχική φιγούρα και η νεκρή φύση) στην ποίηση άνθισε κατακόρυφα. Άνοιξαν πόρτες του ασυνειδήτου, πύκνωσαν τα σύμβολα, συνομίλησα με νεκρούς και ζωντανούς, συνάντησα τον υπερρεαλισμό μέσα από την αφήγηση. Αναζήτησα το κρυπτικό και το άρρητο. Πολλά ποιήματα γράφτηκαν σε παραφορά έμπνευσης αλλά στη συνέχεια ακολουθούσε επεξεργασία νηφάλια, δεν γίνεται αλλιώς. Τα αμίλητα πρόσωπα των έργων μου αποκτούν λαλιά».
Στο αθηναϊκό κέντρο οι μισοπλασμένες μορφές του Χρήστου Μαρκίδη μας καλούν να αναλάβουμε την ευθύνη μας απέναντι στο έργο τέχνης, να ελπίσουμε πως θα ολοκληρώσουμε την ίδια μας την μορφή, ολοκληρώνοντας την μόνη αλήθεια του βλέμματός μας: την ρευστότητα του Όντος. Και το κάνουν με εκείνο τον «τρομώδη» τρόπο, με τον οποίο το αρχαίο προσωπείο του Διονύσου -πάντα κατά μέτωπο- ρίχνει το ορθάνοιχτο, καθηλωτικό βλέμμα του στον μύστη, σημαίνοντας: «Εγώ είμαι εσύ ολόκληρος» ή μάλλον: «Είμαι το συμπλήρωμά σου, ένα ένα σημείο δίχως το οποίο δεν μπορείς να ελπίζεις παρά μιαν άκαρπη και άνυδρη παραμονή στον περίκλειστο τόπο του θηλαστικού», θα πει ο Γιώργος Μπλάνας.
Γεννημένος στη Δράμα το 1954, ο καλλιτέχνης από νεαρή ηλικία παρουσίασε τις πρώιμες εικαστικές του προτάσεις (1972). Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1974-1979) και η πρώτη του ατομική έκθεση πραγματοποιήθηκε το 1984 στην ιστορική αίθουσα Νέες Μορφές. Ως τώρα, πραγματοποίησε 14 ατομικές εκθέσεις, ενώ συμμετείχε σε περισσότερες από 70 ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ασχολήθηκε επίσης με τη χαρακτική και φιλοτέχνησε εξώφυλλα βιβλίων, περιοδικών, δίσκων και CD, θεατρικά προγράμματα, προμετωπίδες και corpus βιβλίων, διακριτικά σήματα εταιρειών, ετικέτες οίνων κ.ά. Έργα του βρίσκονται σε μουσεία και σημαντικές ιδιωτικές συλλογές.
Χρήστος Μαρκίδης «Η οντολογία της ρευστότητας» Gallery 7, Σόλωνος 20 & Βουκουρεστίου, Ώρες λειτουργίας: Τετ., Σάβ. 11:00 – 15:00, Τρ., Πέμ., Παρ. 11:00 – 14:00 και 18:00 – 21:00