Δεν έχει ύψος το πάτωμα, δεν έχει βάθος η πόρτα –σχήματα και διαστάσεις που ορίζουν και περιορίζουν. Το μέσα και το έξω, η όψη και το βάθος, εναπόκεινται στα κτίσματα, σαφώς και στα ανθρώπινα όντα. Σε ορισμένα δε, μάτια – όπως στα δικά μου – ένα κτίσμα ενέχει ανθρώπινα στοιχεία στη μορφολογία του, γνωρίζουμε επίσης ότι ο χώρος στον οποίο κατοικούμε ή συμβιώνουμε με άλλους ανθρώπους αποτελεί προέκταση του εαυτού μας. Και εντός του εκάστοτε χώρου εγκιβωτίζονται επίσης καταστάσεις που ορίζουν, ενίοτε έρχονται σε αντιπαραβολή ή συμπληρώνουν όσα εκτυλίσσονται εκτός της οικίας.
Το τζάμι που διαχωρίζει το εσωτερικό του σπιτιού από το εξωτερικό, αστικό τοπίο στο παραπάνω έργο του Αντώνη Στάβερη, μας κάνει γνώστες ενός κόσμου διαφορετικού από το εσωτερικό τοπίο του αναπαριστάμενου προσώπου. Στη ζωγραφική σύνθεση ενέχονται τρεις «καθρέπτες»: το τζάμι που αναφέρουμε, τμήμα πίνακα στα δεξιά της σύνθεσης και το βλέμμα της κοπέλας στην άλλη πλευρά της σύνθεσης. Στραμμένο προς τα έξω, καθοδηγεί το δικό μας βλέμμα και η αντιπαράθεση είναι εσωτερική και ιδωμένη από υποκειμενική κάθε φορά ματιά. Εντός του δωματίου η μοναχικότητα συντροφιά με την ενδοσκόπηση και εκτός του δωματίου, στο πάρκο, πλήθος κόσμου που διακρίνεται από τις λιλιπούτειες μαύρες πινελιές, όπου δεν γνωρίζουμε ποια συναισθηματική κατάσταση κυριαρχεί.
Η στάση της κοπέλας μας καλεί να σκύψουμε και να την αγκαλιάσουμε, να αφουγκραστούμε ίσως τα μύχιά της αν και γνωρίζουμε ότι αυτό δεν ηδύνατο. Τα μύχια της ψυχής είναι προφυλαγμένα από γυάλινα τείχη (όπως το τζάμι στη σύνθεση του Στάβερη). Παρότι ανθεκτικά αυτά τα τείχη, τους δημιουργούνται ρωγμές εκφραζόμενες – στην προκειμένη – στο υγρό βλέμμα της κοπέλας και στη μετέπειτα κίνηση του αριστερού χεριού της να απαλύνει το βλέμμα. Σαν ο εαυτός, τη στιγμή που έχει λαβωθεί, γίνεται στρατιώτης και πασχίζει να απαλύνει την πληγή.
Άτιτλο έργο του Αντώνη Στάβερη (2022, λάδι σε καμβά, 140x11 εκ.), τμήμα του έργου στην κεντρική φωτογραφία
Προκαλούμενο από διάφορους λόγους, το υγρό βλέμμα αποτελεί μία κατάσταση εφήμερη, ρευστή· ρευστές οι εποχές κι οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, ενώ ψήγματα σταθερότητας στη ζωγραφική σύνθεση εντοπίζονται στο φυτό στη γλάστρα δίπλα της καθώς το φυτό αποτελείται από ρίζες. Ενδεχομένως ένα σχόλιο για την αναγκαιότητα ύπαρξης σταθερών, στοιχειωδών, για να αντιμετωπιστεί η ρέουσα πραγματικότητα. Η διαχείρισή της αποτελεί μία τρόπον τινά μορφή τέχνης, η καθημερινότητα έχει τις δικές της ρίζες καθότι περιλαμβάνει πολλά πεδία. Εντός αυτών κι η απώλεια οποιασδήποτε μορφής, από κάτι μικρό – όπως το χάσιμο ενός μολυβιού – έως το μέγιστο, μίας ζωής.
Αυτή την κλιμάκωση στην απώλεια και τη διαχείριση της απώλειας πραγματεύεται η Αμερικανίδα ποιήτρια Ελίζαμπεθ Μπίσοπ (1911-1979) στο ποίημά της «One Art» με αποκορύφωμα τους τελευταίους στίχους: «Είναι προφανές. Την τέχνη της απώλειας δεν είναι δύσκολο να μάθεις/ παρόλο που μοιάζει με (γράψτο!) με καταστροφή». Ανακαλούνται με αφορμή τη σύνθεση του Στάβερη, ενώ, η οπτική μου – μεταξύ πολλών άλλων – είναι μία ένδειξη της απουσίας καθολικής υποκειμενικότητας στην ανάγνωση έργων. Κατ’ επέκταση, και της μη ευκολίας «ανάγνωσης» των μυχίων των ανθρώπων. Καθένας μας, ένα έργο (τέχνης) διαφορετικά και περίπλοκα καμωμένο, με μπαλώματα και παλίμψηστα ενώ περίβλημα και βάθος διαρκώς διαμορφώνονται.
Η ζωγραφική σύνθεση που αναφέραμε, φιλοτεχνημένη από τον Αντώνη Στάβερη, παρουσιάζεται (έως 8/6) στην γκαλερί «Σκουφά» (Σκουφά 4), από κοινού με άλλα έργα του καλλιτέχνη, στο πλαίσιο της ατομικής του έκθεσης «Ενδιάμεσα» την οποία επιμελείται ο ιστορικός τέχνης Γιώργος Μυλωνάς. Αναλυτικά για την έκθεση και την τεχνοτροπία του Στάβερη στο παρακάτω σημείωμα «Ενδιάμεσα»: