Η ιστορική συντηρητική εφημερίδα του Λονδίνου στο πρόσφατο κύριο άρθρο της υπό τον τίτλο «Η άποψη των Times για τα Ελγίνεια Μάρμαρα: Ενώνοντας την Ελληνική Κληρονομιά» ανάμεσα σε άλλα, πολύ ενδιαφέροντα σημεία της επιχειρηματολογίας με την οποία τεκμηριώνει, γιατί, μετά από πενήντα χρόνια, αλλάζει στάση στο θέμα της επιστροφής των αρχιτεκτονικών γλυπτών του Παρθενώνα, σημειώνει: «Αφήστε στην άκρη το Βρετανικό Μουσείο. Δεν είναι αυτό αρμόδιο. Είναι η κυβέρνηση, και, εν ολίγοις, το Βρετανικό Κοινοβούλιο. Εάν και εφόσον υπάρξει η πολιτική βούληση, είναι εύκολο να γίνει». Είναι φανερό ότι ο αρθρογράφος είχε μελετήσει τη σχετική με τα Γλυπτά Απόφαση, της 22ης Συνόδου της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσής τους, που φαίνεται ότι προκάλεσε μείζονα αναστάτωση στο Λονδίνο.
Η Επιτροπή, στις 29 Σεπτεμβρίου 2021 -για πρώτη φορά από το 1984, όταν το θέμα της επιστροφής των Παρθενωνείων ετέθη από τη Μελίνα Μερκούρη- κατέληξε ομόφωνα σε Απόφαση ότι το αίτημα της Αθήνας είναι δίκαιο και νόμιμο και καλεί επιτακτικά το Ηνωμένο Βασίλειο να αναθεωρήσει τη στάση του και να συνομιλήσει με την Ελλάδα, αναγνωρίζοντας τον διακυβερνητικό χαρακτήρα του ζητήματος -σε αντίθεση με τα όσα εξακολουθεί να υποστηρίζει το Λονδίνο ότι η υπόθεση του επαναπατρισμού των Γλυπτών στην Αθήνα αφορά στο Βρετανικό Μουσείο.
Προφανώς, η Διακυβερνητική δεν κατάληξε τυχαία στην Απόφαση αυτή. Τα μέλη της γνωρίζουν καλά ότι αν η βρετανική κυβέρνηση έχει τη βούληση η British Museum Act του 1963 τροποποιείται, ειδικά και μόνον για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, με αντίστοιχη απόφαση του Κοινοβουλίου. Επίσης, όσοι διεθνώς ασχολούνται με το θέμα πολύ καλά γνωρίζουν ότι οι συνθήκες παγκοσμίως έχουν αλλάξει σε σχέση με την αντιμετώπιση των κλεμμένων και βιαίως εξαχθέντων πολιτιστικών αγαθών από τις χώρες που τα δημιούργησαν και στις οποίες ανήκουν. Αυτό το ευνοϊκό και για την υπόθεση των Γλυπτών κλίμα αξιοποιήσαμε συστηματικά, με αθόρυβη και πολλή δουλειά, από τον Σεπτέμβριο του 2019.
Ο συντάκτης των Times τονίζει επιτακτικά ότι «τα Γλυπτά ανήκουν στην Αθήνα. Και θα πρέπει να επιστραφούν τώρα. Το πρόσφατο προηγούμενο είναι η συμφωνία ανάμεσα σε Ιταλία και Ελλάδα για την επιστροφή μαρμάρινου θραύσματος της θεάς Αρτέμιδος, το οποίο το πήραν, όπως και τα Γλυπτά του Παρθενώνα, από την ελεγχόμενη από τους Οθωμανούς Αθήνα, στις αρχές του 19ου αιώνα. Αργότερα πουλήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο». Η συμφωνία μεταξύ της Αυτόνομης Κυβέρνησης της Σικελίας και της Ελλάδας, προϊόν 14μηνης συνεργασίας και διαβουλεύσεων μεταξύ των επικεφαλής των Υπουργείων Πολιτισμού Σικελίας και Ελλάδας, προβλέπει την κατάθεση (deposito) του θραύσματος για μακρό χρονικό διάστημα (4+4 χρόνια) στο Μουσείο της Ακρόπολης. Συγχρόνως, η Σικελία προωθεί τη νομική διευθέτηση, βάσει του Κώδικα περί Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ιταλικής Δημοκρατίας, προκειμένου το απότμημα να παραμείνει σε μόνιμη βάση (sine die) στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Η Συμφωνία περιλαμβάνει και την αποστολή δύο σημαντικών αρχαιοτήτων, οι οποίες δεν εκτίθενται, από τις Συλλογές του Μουσείου της Ακρόπολης στο Παλέρμο, μία ανά τετραετία. Εν τοις πράγμασι, η συγκεκριμένη συμφωνία υποδεικνύει το δρόμο, που μπορεί να ακολουθήσει το Λονδίνο, ενώ συγχρόνως ευθυγραμμίζεται με την πρόθεση της Ελλάδας, όπως διατυπώθηκε από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη προς τον Βρετανό ομόλογό του, τον παρελθόντα Νοέμβριο: Να θεραπεύσει, δηλαδή, η Αθήνα το κενό που θα δημιουργήσει η επιστροφή των Γλυπτών, με περιοδικές αρχαιολογικές εκθέσεις.
Επειδή πολλά λέγονται και γράφονται αυτές τις μέρες, με αφορμή τους Times, τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι το ελληνικό κράτος μεθίσταται της πάγιας θέσης του ότι τα παρθενώνεια βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο ως προϊόν κλοπής. Η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει οποιοδήποτε δικαίωμα κυριότητας, κατοχής και νομής επ’ αυτών. Αντίθετα, υποχρεούται συνταγματικά και νομιμοποιείται ηθικά να αξιώνει και να επιδιώκει, με κάθε νόμιμο και πρόσφορο μέσο, την οριστική, μόνιμη και αμετάκλητη επιστροφή τους, προς επανόρθωση του δικαίου και της ηθικής τάξης, και κυρίως της αποκατάστασης της ακεραιότητας του μνημείου.
Αντίθετα με άλλα λεηλατημένα μνημεία, με αυτοτελή, αυθύπαρκτη και ανεξάρτητη από το εκάστοτε φυσικό περιβάλλον υπόσταση, τα αρχιτεκτονικά Γλυπτά του Παρθενώνα αποτελούν οργανικά και αναπόσπαστα μέλη του σύνθετου αρχιτεκτονήματος και καλλιτεχνικού δημιουργήματος, καθώς συναποτελούν ενιαία και αδιαίρετη φυσική, αισθητική και νοηματική οντότητα. Παράλληλα, ο Παρθενώνας βρίσκεται σε άμεση διαλεκτική σχέση και συνάφεια με τα οικοδομήματα που τον περιβάλλουν και -που συνολικά- συγκροτούν μία αδιάσπαστη ενότητα, η οποία προσδιορίζεται και αναδεικνύεται από τον Βράχο και το φυσικό τοπίο της Ακρόπολης.
Ο επαναπατρισμός των Γλυπτών αποτελεί ηθική υποχρέωση για όλη την Ευρώπη, στο πλαίσιο της προστασίας της κοινής πολιτισμικής της κληρονομιάς. Η μεγαλύτερη δύναμη για την επανένωσή τους είναι η πίστη των ίδιων των ευρωπαίων, όπως και των βρετανών πολιτών, για τη σημασία του Παρθενώνα, του μέγιστου αυτού μνημείου του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Στον Παρθενώνα μετουσιώνονται σε τέχνη, οι πλατωνικοί διάλογοι, η αριστοτέλεια λογική, η μαθηματική επιστήμη, η πολιτική σκέψη του Περικλέους, όλες οι μετέπειτα αξίες του ουμανισμού και εν τέλει του δυτικού κόσμου. Η ζωφόρος, με την πομπή των Παναθηναίων, αποτελεί το απείκασμα της αθηναϊκής δημοκρατίας, υπέρτατες αξίες της οποίας είναι η Ειρήνη και η Δημιουργία. Το δημιούργημα του Φειδία εκπέμπει ασύγκριτη δύναμη, τελειότητα και ομορφιά.
Αυτή τη μοναδική σύνθεση της Δημιουργίας, της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας δικαιούται να δει, στην ολότητά της, η Ανθρωπότητα. Η διεθνής κοινότητα δικαιούται και απαιτεί να δει το αριστουργηματικής τέχνης δημιούργημα στο σύνολό του, επανενωμένο στο Μουσείο της Ακρόπολης, και όχι διαμελισμένο ανάμεσα στην Αθήνα και το Λονδίνο. Για τον επαναπατρισμό και την επανένωση των μελών του μνημείου εργαζόμαστε συστηματικά υπό την καθοδήγηση του Πρωθυπουργού, ο οποίος επανέφερε το θέμα στο διεθνές προσκήνιο. Αν «μια κρυφή Ελλάδα υπάρχει στην καρδιά όλων των ανθρώπων της Δύσης», οι Έλληνες ξέρουμε καλά ότι «αυτές οι πέτρες δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό».
*Η Λίνα Μενδώνη είναι υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού