Προσεγγίζοντας τη φύση του πολέμου
Εικαστικά

Προσεγγίζοντας τη φύση του πολέμου

Το παιδί έχει στηρίξει τις σκέψεις του στα δυο του χέρια, σταυρωμένα, επάνω στα ερείπια μιας βομβαρδισμένης πόλης. Μια ψυχική αναδιαμόρφωση μετά το γεγονός ενώ το βλέμμα του στρέφεται προς τα έξω, γνωρίζοντας ότι επίκειται να αναζητήσει μια νέα πατρίδα στην οποία θα φτάσει με το μυτερό, κίτρινο καραβάκι –παραπέμπει στο αυτοσχέδιο χάρτινο, ως ένα σημάδι αθωότητας την οποία αποβάλει ο βομβαρδισμός κατά τη συνθήκη ενός πολέμου. Αλλά και ως σύμβολο (σ.σ το καραβάκι) της παιδικότητας που επίκειται να κρατηθεί μέσα του, για να αντλεί δύναμη.

Βασίλης Πέρρος, «Απόπλους» (2017)

Η φυγή του δεν είναι η μόνη, στο κάτω δεξιά μέρος αυτού του πίνακα, «Απόπλους» (2017) του Βασίλη Πέρρου (γενν. 1981), διακρίνουμε λιλιπούτιες ανθρώπινες μορφές που αναγκάζονται να αφήσουν την πατρίδα τους. «Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του,/ εκτός αν πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία/ τρέχεις προς τα σύνορα μόνο όταν βλέπεις/ ολόκληρη την πόλη να τρέχει κι εκείνη/ οι γείτονές σου τρέχουν πιο γρήγορα από σένα/ με την ανάσα ματωμένη στο λαιμό τους» είναι οι πρώτοι στίχοι του ποιήματος «Πατρίδα» της Κενυάτισσας Ουαρσάν Σάιρ (γενν. 1988), που θα μπορούσαν να συνοδεύουν το ζωγραφικό έργο «Απόπλους».

Η συνθήκη είναι επιτακτική εξ αφορμής του πολέμου που μαίνεται από το Φεβρουάριο στην Ουκρανία, όπως και του επετειακού μας «ΟΧΙ». Και είναι επιτακτική καθώς οι μεγαλύτερες συνέπειες της πολεμικής σύγκρουσης απαντώνται στην ψυχή ενός παιδιού, πτυχή στην οποία αναφερθήκαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας «’’Έλα να δεις’’ την αλήθεια του πολέμου». Εν προκειμένω, το σκηνικό που έχει ποιήσει ο Πέρρος μας παραπέμπει στις ταινίες του ιταλικού νεορεαλισμού, μεταξύ άλλων γυρισμένες σε πραγματικές τοποθεσίες και αναφερόμενες στις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο· συνθήκες μέσα από τις οποίες το παιδί ωριμάζει απότομα, αποκτά ευθύνες ενήλικα.

«Ο πόλεμος αν και διαχρονικός σαν θέμα, αποτελεί θέμα επικαιρότητας» αναφέρει στο Liberal ο Βασίλης Πέρρος. Ο ίδιος αποτυπώνει στα έργα του το γενικό κλίμα του πολέμου με τρόπο ώστε να καθίσταται ανεπίκαιρο, διαχρονικό, «χωρίς συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, συνήθως μέσα από τα απορημένα μάτια ενός παιδιού ή από τη βαλίτσα –σύμβολο του αιώνιου πρόσφυγα».

Πρόκειται για τη βαλίτσα στην οποία στοιβάζονται αναμνήσεις, ενίοτε αυτές απορρέουν από αντικείμενα που ο κάτοχός της έβαλε μέσα στη βιάση του για τη σωτήρια φυγή. Αναμνήσεις επάνω στις οποίες στηρίζεται καθένας –και το παιδί– σαν νιώσει κουρασμένος, ώστε να καταφέρει να ορθοποδήσει, ακόμη και αν νιώθει γυμνός από οτιδήποτε τριγύρω του. Γυμνός λόγω του φόβου, του άγχους, οποιασδήποτε μορφής κρίσης, που αποτελούν και τρεις μόνο από τις λέξεις που διαβάζουμε στο έργο του «Ο έφηβος» (2015).

Βασίλης Πέρρος, «Ο έφηβος» (2015)

Και σαν καταπιαστήκαμε με το θέμα του πολέμου και της προσφυγιάς, αξίζει να εστιάσουμε στο έργο της Ερατώς Χατζησάββα (γενν. 1966, Λευκωσία). «Κουβαλάω μέσα μου μνήμες πολέμου και προσφυγιάς. Οδυνηρές εμπειρίες από το κυπριακό  ‘74 . Ακούω ακόμη σειρήνες να ηχούν, τον φρικτό ήχο των αεροπλάνων και τις εκρήξεις από τις βόμβες τους. Και ύστερα οι καταυλισμοί των προσφύγων. Εκατοντάδες αντίσκηνα στη σειρά. Ξεριζωμένοι ηλικιωμένοι, νέοι και παιδιά με το βλέμμα της απόγνωσης και της ελπίδας, όλα αυτά σε έναν τόπο σημαδεμένο από την ιστορία και τους μύθους» μας λέει η Χατζησάββα και συνεχίζει: «Σε κάθε βήμα η Αφροδίτη. Παραδίπλα σου η θάλασσα στην οποία γεννήθηκε η θεά. Αυτή η θάλασσα που σήμερα έγινε θάλασσα προσφυγιάς. Αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης με πλεούμενα επικίνδυνα». 

Υπό αυτές τις αναμνήσεις και υπό αυτή τη σύνδεση (σ.σ της Αφροδίτης ως Κυπρίας θεάς) γεννήθηκαν έργα της όπως «Η Αφροδίτη των προσφύγων», μια σπουδή της Αφροδίτης του Ιταλού Τζορτζόνε (1477-1510) πλαισίωσε τις Αφροδίτες της Αναγέννησης  με εικόνες από την σύγχρονη προσφυγιά· ένα μόνο παράδειγμα από την αλληγορία που διατρέχει το έργο της: το αέναο σύμβολο ομορφιάς και πόνου. 

Μαζί με τον πόνο της προσφυγιάς και η απαγόρευση, η γραμμή από συρματοπλέγματα που αποτελούν θύμησες της τουρκικής εισβολής. Και αυτό το όριο, το συρματόπλεγμα, να εμποδίζει τους κατοίκους να επιστρέψουν στο χώμα εκείνο όπου μεγάλωσαν και έζησαν, γεννήθηκαν και άνθισαν οι μνήμες τους. 

Οι σκέψεις αυτές αναπτύχθηκαν κατά την παρατήρηση του έργου «Η Άνοιξη στη Λευκωσία» (2020, μεικτά υλικά, φώς) της Ερατώς Χατζησάββα, η οποία φιλοτέχνησε το έργο επαναπροσεγγίζοντας τον πίνακα «Η Αλληγορία της Άνοιξης» του Μποτιτσέλι, με πυκνές διαστρωματώσεις επιφανειών, δουλεμένες με ψηφιακά μέσα και επεξεργασμένα με ζωγραφικές επεμβάσεις.

Ερατώ Χατζησάββα, «Η Άνοιξη στη Λευκωσία» (2020)

Παρατηρούμε πίσω από το πνιγηρό συρματόπλεγμα να γεννιέται η άνοιξη, επάνω από το κεφάλι της Αφροδίτης διακρίνουμε σε στρογγυλό πλαίσιο το σύμβολο της Λευκωσίας με τις πύλες της πόλης επί Ενετοκρατίας.  Ο θεός Ερμής από τον πίνακα του Μποτιτσέλι έχει εδώ αντικατασταθεί από ένα στρατιώτη του ΟΗΕ και ένα παιδί με την ίδια στολή.

Με τις έννοιες του πολέμου, της προσφυγιάς, της απώλειας και της συλλογικής μνήμης καταπιάνεται και η επίσης Κύπρια, Ελένη Νικολάου (γενν. 1999), φοιτήτρια στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (ΙΓ' Εργαστήριο Ζωγραφικής. Διευθύντρια δρ. Ερατώ Χατζησάββα), «με αφορμή διηγήσεις συγγενών για την Τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο», μας λέει και εμείς θυμόμαστε το έργο της «Επιστροφές» (2020), βασισμένο στο ομώνυμο ποίημα του Δ. Δασκαλόπουλου. Η κάμερα εστιάζει σε ένα παραδοσιακό ασημένιο κυπριακό σκεύος με περίτεχνη διακόσμηση, γεμάτο σιτάρι, τοποθετημένο πάνω σε λευκό κεντημένο τραπεζομάντηλο. Ένα γυναικείο χέρι παίρνει το ασημένιο κουταλάκι δίπλα στο σκεύος και με σταθερά αυξανόμενο ρυθμό αφαιρεί ευλαβικά το σιτάρι. Σταδιακά διακρίνεται ο πάτος του πιάτου «από τον οποίο ξεκινά προβολή αρχειακού υλικού της εισβολής από τις πηγές “Euronews -Κύπρος: 20 Ιουλίου 1974 - 45χρόνια από την τουρκική εισβολή” και “ΝΕΤΠολεμικό ανακοινωθέν-20 Ιουλίου 1974”» διευκρινίζει η Νικολάου.

Στιγμιότυπο από το βίντεο «Επιστροφές» (2020) της Ελένης Νικολάου

Παρατηρούμε το χέρι να εντείνει τις κινήσεις του μέχρι να αφαιρεθεί όλο το σιτάρι, ενώ ακούγονται οι σειρήνες της εισβολής. «Οι σειρήνες ηχούν κάθε 15 και 20 Ιουλίου, δεν σε αφήνουν να ξεχάσεις. Κάθε χρόνο, τις ίδιες ώρες 08:20 και 05:30 το πρωί αντίστοιχα, όπως τότε που ήχησαν για το πραξικόπημα, και την εισβολή του 1974», διηγείται και εμείς παρακολουθούμε εναλλαγές έγχρωμων και μαυρόασπρων σκηνών αλεξιπτωτιστών, στρατιωτών, καπνού, ερειπίων, προσφύγων έως και την τελευταία: μια έγχρωμη σκηνή της σημερινής εικόνας της πράσινης γραμμής στη Λευκωσία. 

Στιγμιότυπο από το βίντεο «Επιστροφές» (2020) της Ελένης Νικολάου

Η εικόνα αποτυπώνει το συλλογικό τραύμα, ο ξεριζωμός αποτελεί συνώνυμο του πένθους. Όσοι και όσα χάθηκαν θα πάρουν μορφή μέσω της τέχνης και θα «φωνάξουν» όσα έγιναν. Με το όποιο αντικείμενο επιλέξει κάθε δημιουργός, να αποτελεί από μόνο του ένα μήνυμα.

Το χαλί αποτελεί και αυτό ένα έργο. Αντικείμενο αισθητικού πλούτου, όπως και χρηστικό, ντύνει το πάτωμα, γίνεται δέκτης αντικειμένων, «σφαδάζει» κι αυτό δεχόμενο βομβαρδισμούς. Σαν καταστρέφεται «καταστρέφονται όλα όσα χάνονται εν μέσω πολέμου: μνήμες, στιγμές, εδάφη, ψυχές, ζωές» υπογραμμίζει στο σημείωμά της η Λουσίν Φισντακτζιάν (γενν. 1993), απόφοιτη της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών (ΙΓ' Εργαστήριο Ζωγραφικής. Διευθύντρια δρ. Ερατώ Χατζησάββα)

Λήψη από την επιτοίχια εγκατάσταση χαλιών της Λουσίν Φισντακτζιάν

Με καταβολές από την Αρμενία, τη Συρία και τον Λίβανο, και ακούγοντας συχνά βομβαρδισμούς κατά τις τηλεφωνικές συνομιλίες με συγγενείς της εκεί, η Φισντακτζιάν επέλεξε να παρουσιάσει για την πτυχιακή της εργασία μια επιτοίχια εγκατάσταση με μικρά θραύσματα και κακοποιημένα χαλιά τα οποία επικοινωνούν με την καταστροφή, την εγκατάλειψη και την απώλεια. Κάποια είναι μερικώς καμένα, άλλα υπολείπονται κομματιών, παραπέμπουν σε τομάρια ζώων, από ορισμένα κρέμονται οι κλωστές. Μεταφέρουν μια αίσθηση αποσύνθεσης και αντιπροσωπεύουν την εν μέσω πολέμου ανθρώπινη ψυχή: διαμελισμένη.

Λήψη από την επιτοίχια εγκατάσταση χαλιών της Λουσίν Φισντακτζιάν

Δεν θα σταματήσει να μας αποστρέφει η φρίκη που σπέρνει καθώς ξεκινά και εξελίσσεται ο πόλεμος. Θαρρείς πώς βγάζει τη μάσκα του στο τέλος, αφότου σκορπίσει απώλεια και πόνο, καθώς δεν απομένει κάτι άλλο να αφανίσει. Επεκτατικός αλλά θέλοντας να κυριαρχήσει μόνος, γι’ αυτό είναι παγερός και φονιάς ο πόλεμος, σφάζοντας με τις πρακτικές του την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το παιδί –που αποτελεί την αρχή.

Κεντρική φωτογραφία: Λεπτομέρεια από το έργο «Απόπλους» (2017) του Βασίλη Πέρρου

Διαβάστε Περισσότερα

Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για το Λέμφωμα

#LightItGreen: Στα «πράσινα» τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς της Αθήνας, στο «φως» η Ομόνοια