Η Maria Lassnig στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων

Η Maria Lassnig στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων

Ο επιμελητής της έκθεσης Hans Ulrich Obrist, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Πινακοθήκης του Δήμου Αθηναίων, Ντένης Ζαχαρόπουλος και ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Maria LassnigPeter Pakesch, θα παρουσιάσουν αύριο, Παρασκευή 31 Μαρτίου, στις 7 μμ, την έκθεση Maria Lassnig. Tο Μέλλον Επινοείται με Θραύσματα του Παρελθόντος, σε μια συζήτηση που διοργανώνεται με στόχο να προάγει τη βαθύτερη κατανόηση των εκθεμάτων της έκθεσης, να αποκρυπτογραφήσει την στενή σχέση της καλλιτέχνιδος με την Ελλάδα, την αρχαιότητα και την μυθολογία και να επικοινωνήσει την σημασία του έργου της Maria Lassnig στο ευρύ κοινό.

Η συζήτηση θα πραγματοποιηθεί μέσα στον χώρο της έκθεσης προσφέροντας την ευκαιρία στο κοινό να ενημερωθεί μέσα από την παρουσίαση για την σημασία του ιστορικού έργου της Maria Lassnig αλλά και για τη σημασία της έκθεσης στο σήμερα.

“Η έκθεση «Σπασμένος Kαθρέφτης» (1992) εγκαινίασε την εντατική μου συνεργασία και στενή φιλία με τη Maria Lassnig, που κράτησε πάνω από δύο δεκαετίες και καρποφόρησε, μεταξύ άλλων, στην επιμέλεια της έκδοσης του συνόλου των κειμένων της, καθώς και στην καθοριστική έκθεσή της στη Serpentine Gallery του Λονδίνου το 2008. Τα έργα της καταδύονται στο βάθος των πραγμάτων, και η στοχαστική προσέγγισή της στη ζωγραφική διαδικασία, κατά την οποία η καλλιτέχνις αφουγκράζεται με τη μέγιστη προσοχή την εσωτερική της αίσθηση, διασφαλίζει ότι το έργο που προκύπτει οδηγεί τον θεατή σε εσωτερικές περιοχές, δυσδιάκριτες ή και αόρατες ζώνες, εκεί όπου ποτέ δεν θα διεισδύσει ο φωτογραφικός φακός. Πεθαίνοντας, σε ηλικία 94 ετών, η Lassnig άφησε μια εντυπωσιακή κληρονομιά, που εξακολουθεί να επηρεάζει πολλούς καλλιτέχνες και να συγκινεί όποιον έρχεται σε επαφή με το έργο της. Στην τελευταία συνάντησή μου με τη Maria Lassnig, συζητήσαμε για μια συνεργασία που έμελλε να είναι η τελευταία μας, μια έκθεση για τη σχέση της με τις μυθολογίες τις αρχαίας Ελλάδας. Με τα συχνά ταξίδια της στην Ελλάδα, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, δημιούργησε ένα εκτενές σώμα από σχέδια με ακουαρέλες που απεικονίζουν μυθολογικά όντα, μορφές και τοποθεσίες. Το στοιχείο της αρχαίας μυθολογίας στο έργο της καλλιτέχνιδας είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστο. Είναι, ωστόσο, συνυφασμένο με τα χαρακτηριστικά θέματά της, τη «συνειδητότητα μέσω του σώματος», καθώς και την υπερβατική απεικόνιση του εσωτερικού της και εξωτερικού κόσμου”.
-Hans Ulrich Obrist

“Αν όλη η ιστορία ξεκινά από το μοίρασμα της εξουσίας, η Lassnig τόσο ως καλλιτέχνης όσο και ως άτομο, προσπαθεί όλη της τη ζωή να μείνει έξω από αυτή τη λογική και διαλεκτική. Με το έργο της κάνει σαφές πως ο αυτοπροσδιορισμός του ανθρώπου είναι πιο δυνατό όπλο από την όποια διεκδίκηση της εξουσίας και της απεικόνισής της. Η αυτοπροσωπογραφία, έτσι όπως συνιστά σχεδόν σε όλα τα της τα έργα τη θεμελιακή δομή του έργου της, δείχνει ξεκάθαρα το ακριβές όριο του τι παριστά και τι αναπαριστά η τέχνη. Δείχνει το ακριβές όριο μεταξύ παρουσίας και αναπαράστασης. Η Lassnig στις αυτοπροσωπογραφίες της θέτει όλη τη δύναμη που αντιτάσσει το «ποιος είσαι» σε σχέση με το «πως σε βλέπουν», ποιος μπορείς και ποιος θέλεις να είσαι πέρα από το πως σου το επιτρέπουν ή σου το επιβάλλουν. Η Lassnig δε χρειάζεται ούτε στέμμα, ούτε θρόνο, ούτε δράμα, ούτε θαύμα για να είναι «ο εαυτός της». Παράλληλα όποια μορφή μπορεί να αγγίζει την εικονογραφία της εξουσίας και τη διαδικασία μοιράσματός της, γίνεται παιχνίδι και σαρκασμός, είτε επάνω της είτε μπροστά της, με ένα λεπτό και σχεδόν αδιάφορο χιούμορ χωρίς ίχνος υπαρξιακού αυτισμού. Δεν απεικονίζει ούτε το ένα ούτε το άλλο, ούτε το βασιλικό σκήπτρο ούτε την κουδουνίστρα του γελωτοποιού. Η μυθολογία είναι ένα με την έλλειψη νοήματος ή με την ταύτιση με λαϊκές, κοινότυπες εκφράσεις, όπως «πιάνω τον ταύρο από τα κέρατα». Τίποτα παραπάνω. Πόσο μάλλον που δεν απεικονίζει ούτε το εκάστοτε στιλ ή κυρίαρχο τρόπο γραφής του καιρού, που θα την έβαζαν στη σειρά όσων περιμένουν την αναγνώριση τους ως καλλιτέχνες μέσα από την ένταξή τους στην εποχή. Και βέβαια, ειρωνεύεται με τον πιο άμεσο τρόπο –κι εδώ η σχέση με τη μυθολογία είναι άμεση– όσους θεωρούν τον καλλιτέχνη ως υποκατάστατο του Δημιουργού και πιστεύουν πως υπερβαίνουν την εποχή διεκδικώντας την αιωνιότητα. Η Lassnig δεν διεκδικεί καμία τέτοια αναγνώριση. Προχωρά αυθόρμητα, σε μια συνεχή άσκηση αυτογνωσίας όπου το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός καταλύουν τις περισσότερες φορές το έλλογο και αναφορικό περιεχόμενο του έργου της”. 
-Ντένης Ζαχαρόπουλος

“Τα πρώτα ταξίδια της Maria Lassnig στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1950 αλλά έμελλε να επαναληφθούν και κατά τη διάρκεια πολλών άλλων καλοκαιριών. Για την ίδια, η μυθολογία ουδέποτε έπαψε να αποτελεί ένα επίκαιρο διανοητικό ταξίδι. Στο έργο της, η ερμηνεία και η επανερμηνεία της μυθολογίας συνιστούν σημαντικό σημείο αναφοράς, στο οποίο η ίδια επανερχόταν ξανά και ξανά όπως, για παράδειγμα, στα ταξίδια της κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, όπου τη βρίσκουμε να ενσωματώνει στοιχεία της μυθολογίας στο φυσικό τοπίο. Σε μια από τις τελευταίες της συνομιλίες με τον Hans Ulrich Obrist, ο οποίος μελέτησε και υποστήριξε για πολλά χρόνια το έργο της, η Maria Lassnig είχε εκδηλώσει το ενδιαφέρον να αναδείξει αυτά τα ζητήματα σε αντικείμενο μιας θεματικής έκθεσης. Χάρη στο ενδιαφέρον του Ντένη Ζαχαρόπουλου, ενός μεγάλου θιασώτη της αυστριακής τέχνης, κατέστη δυνατόν να παρουσιάσουμε το εν λόγω εγχείρημα σε έναν ιδεώδη τόπο. Η Αθήνα δεν αντιπροσωπεύει μόνο έναν τόπο με πλήθος ιστορικών αναφορών αλλά και –υπό το φως των σημερινών εξελίξεων– έναν τόπο άρρηκτα συνδεδεμένο με τη φλέγουσα επικαιρότητα και τη βαρύτητα του ευρωπαϊκού ζητήματος.”
-Peter Pakesch

Λίγα λόγια για την καλλιτέχνιδα

Η Maria Lassnig (1919–2014) θεωρείται μία από τις σημαντικότερες καλλιτέχνιδες σήμερα. Στη διάρκεια της πολύχρονης σταδιοδρομίας της, δημιούργησε ένα σημαντικό σύνολο έργων στα καλλιτεχνικά είδη της ζωγραφικής και της γραφιστικής, με παράλληλες εξορμήσεις στον κινηματογράφο (animation) και τη γλυπτική. Η Lassnig διατηρούσε έναν εστιασμένο διάλογο με την τέχνη της, η οποία βρισκόταν αδιάλειπτα στο επίκεντρο της ζωής της.

Η κεντρική έννοια που διέπει το έργο της Lassnig είναι, πάνω απ' όλα, η αντίληψη του Korpergefuhl, δηλαδή η επίγνωση μέσω του σώματος: ανακαλύπτοντας, δια της ενδοσκόπησης, την πραγματική φύση της κατάστασής της, εξέφραζε σωματικές αισθήσεις με καλλιτεχνικά μέσα. Μεγάλος αριθμός αυτοπροσωπογραφιών συνηγορεί για τη διαδικασία και τη μορφή της αυτοανάλυσης στην οποία υπέβαλλε ακατάβλητα τον εαυτό της η εξαιρετικά ευαίσθητη καλλιτέχνιδα. Δεδομένου ότι η Lassnig άφησε το στίγμα της σε ένα ευρύ πεδίο καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, θεωρείται ως μία από τις ιδρύτριες της αυστριακής art informel (άμορφης τέχνης), αλλά και πρωτοπόρος της γυναικείας χειραφέτησης στον ανδροκρατούμενο κόσμο της τέχνης. Το έργο που οραματίστηκε και πραγματοποίησε άσκησε ευρύτατη επίδραση στις μεταγενέστερες γενιές καλλιτεχνών.

Η ευρύτατη απήχηση του έργου της Lassnig καταδεικνύεται και από την απονομή του Διεθνούς Βραβείου Roswitha Haftmann το 2002 και το Παράσημο Τεχνών και Επιστημών της Αυστρίας το 2005. Η κορυφαία διάκριση που έλαβε ήταν ο Χρυσός Λέων στη Μπιενάλε της Βενετίας για τη συνολική προσφορά της (Lifetime Achievement) το 2013.

Η Maria Lassnig πέθανε σε ηλικία 94 ετών, στις 6 Μαΐου 2014, στη Βιέννη.

Λίγα λόγια για τους ομιλητές

Ο Hans Ulrich Obrist (γεν. 1968 στη Ζυρίχη, Ελβετία) είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής των Serpentine Galleries στο Λονδίνο. Πριν από αυτή τη θέση, ήταν Επιμελητής του Musee d'Art Moderne de la Ville de Paris στο Παρίσι. Από την πρώτη του έκθεση World Soup (The Kitchen Show) το 1991 έχει πλέον επιμεληθεί πάνω από 300 εκθέσεις ανά τον κόσμο. Το 2011 έλαβε το βραβείο CCS Bard for Curatorial Excellence και το 2015 βραβεύτηκε με το International Folkwang Prize για την αφοσίωσή του στις τέχνες. Ο Obrist έχει παραδώσει διαλέξεις διεθνώς σε ακαδημαϊκά και καλλιτεχνικά ιδρύματα και εργάζεται συχνά ως συντάκτης σε πληθώρα περιοδικών και εκδόσεων. Στις πρόσφατες εκδόσεις του περιλαμβάνονται τα: Conversations in Mexico, Ways of Curating, The Age of Earthquakes με τον Douglas Coupland και τον Shumon Basar, και το Lives of The Artists, Lives of The Architects.

Ο Peter Pakesch (γεν. 1965 στο Γκρατς, Αυστρία) σπούδασε αρχιτεκτονική στο Graz Technical University και μεταξύ του 1976–79 εργάστηκε ως συντονιστής καλών τεχνών στο Forum Stadtpark Graz, όπου και γνώρισε για πρώτη φορά τη Maria Lassnig. Μεταξύ του 1981–1993 ήταν Διευθυντής της γκαλερί Peter Pakesch στη Βιέννη την οποία επισκεπτόταν συχνά η Lassnig. Ο Pakesch εργάστηκε σε εκθέσεις για την Εθνική Πινακοθήκη στην Πράγα (1993–95) και διετέλεσε Διευθυντής της Kunsthalle Basel (1996–2003). Μεταξύ του 2003– 2015 ήταν Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Universalmuseum Joanneum στο Γκρατς και ιδρυτής-διευθυντής του Kunsthaus Graz. Η μακρά και στενή συνεργασία του με τη Lassnig ξεκινάει με την έκθεση Abbild (Απεικόνιση) στο φεστιβάλ Steirischer Herbst του Γκρατς (2001) και συνεχίζει με την έκθεση Two or Three or Something. Maria Lassnig, Liz Larner στο Kunsthaus Graz το 2006 και τη μέλετη του για την αναδρομική έκθεση της καλλιτέ- χνιδος Maria Lassnig. The Location of Pictures στη Neue Galerie Graz, Universalmuseum Joanneum (2012–13). Από το 2015 είναι Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Maria Lassnig Foundation.

Ο Ντένης Ζαχαρόπουλος είναι επιμελητής, ιστορικός τέχνης, ακαδημαϊκός ερευνητής και συγγραφέας. Από το 2015 είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Πινακοθήκης του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ). Σπούδασε φιλοσοφία, ιστορία και θεωρία τέχνης και πολιτισμού υπό την διδασκαλία των Jean Cassou, Gaetan Picon, Louis Marin και Roland Barthes στη Γαλλία. Μεταξύ του 1986–1999 υπήρξε Διευθυντής του Domaine de Kerguehennec στη Βρετάνη. Έχει επιμεληθεί πληθώρα εκθέσεων σε Ευρώπη και Αμερική, έχει διατελέσει συνδιευθυντής της Ντοκουμέντα IX το 1992 με τον Jan Hoet κι έχει επιμεληθεί το Γαλλικό Περίπτερο το 1999 στην Μπιενάλε της Βενετίας. Δούλεψε ως Γενικός Επιθεωρητής Σύγχρονης Τέχνης στο Υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας μεταξύ του 1999– 2000, ενώ διετέλεσε Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονική από το 2006 έως το 2015. Η ακαδημαϊκή του καρίερα ως καθηγητής σε σχολεία και ακαδημίες τέχνης μετράει τρεις δεκαετίες και συμπεριλαμβάνει τη Γενεύη και την Γκρενόμπλ (Le Magazin), τη Βιέννη, το Άμστερνταμ (Rijksakademie), τη Λέσβο και την Αθήνα (Σχολές Καλών Τεχνών). Διατελεί σύμβουλος σε αρκετές δημόσιες συλλογές και η συγγραφική του δουλειά έχει εμφανιστεί σε πολλά περιοδικά κι ερευνητικές εκδόσεις που αφορούν τη σύγχρονη τέχνη.

Περισσότερες πληροφορίες: www.opanda.gr