Το 2023 ήταν μια χρονιά δύσκολη, αλλά και, ταυτόχρονα, φωτεινή με τη διπλή πολιτική απόφαση των περισσότερων Ελλήνων να ξαναδώσουν εντολή διακυβέρνησης στον Κ. Μητσοτάκη, στις διπλές εκλογές του καλοκαιριού. Η τραγωδία των Τεμπών, οι βιβλικές πλημμύρες του Σεπτεμβρίου, οι καταστροφικές θερινές πυρκαγιές, ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ουκρανίας εναντίον των Ρώσων εισβολέων στον οποίο προστέθηκε κι αυτός της Μ. Ανατολής, όταν οι τρομοκράτες της Χαμάς εισέβαλαν, ένα Σάββατο του Οκτωβρίου, στο νότιο Ισραήλ σκοτώνοντας κι απαγάγοντας πολίτες του κράτους για να εισβάλλει στη συνέχεια κι εκείνο με τον δικό του στρατό στη Λωρίδα της Γάζας προκειμένου να εξοντώσει την ισλαμική οργάνωση, τα αδικαιολόγητα πολλά τροχαία δυστυχήματα κι οι πρόσφατες απώλειες των αστυνομικών στο βωμό της βίας και της παραβατικότητας, είναι η «φωτό» με την οποία θα περιέγραφε κάποιος τη χρονιά.
Η δοκιμασία της κοινωνίας από το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, τεράστια. Κατέρρευσε όλη η εμπιστοσύνη προς το Κράτος, το οποίο δεν μπορούσε να εγγυηθεί μια απλή σύνδεση με τρένο από τον ελληνικό νότο στο βορρά. Ράγισε η καρδιά της Ελλάδας και κόπηκε στα δύο. Τη στιγμή της εκλογικής κρίσης πάνω στην κάλπη, οι Έλληνες έδειξαν σοβαρότητα. Τα παθήματα του πρόσφατου παρελθόντος έγιναν πράγματι μαθήματα. Αποδείξαμε ότι έχουμε απαλλαγεί από την αφέλεια κι ευπιστία να ακολουθούμε λαοπλάνους λαϊκιστές και εχθροπαθείς τυχοδιώκτες πολιτικούς.
Οι φωτιές το καλοκαίρι και οι πλημμύρες στη συνέχεια μας «βύθισαν» στην απελπισία που συνδυάστηκε με την εξόφθαλμη κυβερνητική παραλυσία από τους απροετοίμαστους, στο νέο ρόλο που τους ανατέθηκε από τον Πρωθυπουργό, υπουργούς. Το ροτέισον επικρίθηκε έντονα. Προφανώς, η Κυβέρνηση είχε πολλές και πολλές «ταχύτητες».
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η ανάδειξη της Ελλάδας από τον διεθνή Economist, ως χώρας της Χρονιάς, με βάση κριτήρια αξιολόγησης και σε συνδυασμό με τις μεταρρύθμισης, που μπήκαν σε τροχιά το τελευταίο διάστημα, είναι μια σαφής αχτίδα για ένα μέλλον, πιο ευρωπαϊκό, εναρμονισμένο με την πραγματικότητα σε άλλα κράτη. Η Ελλάδα θέλει να οργανωθεί και να προχωρήσει σε αλλαγές, οι οποίες δεν συζητούνταν καν έως πρότινος.
Η προσπάθεια αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, οι αλλαγές στην εργατική νομοθεσία που δίνει ευκαιρίες απασχόλησης στους συνταξιούχους χωρίς να θίγεται το εισόδημα τους από το κράτος, η αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα κι η περαιτέρω ενεργοποίηση της Δικαιοσύνης, η αποκάλυψη της κρυφής και «μαύρης» απασχόλησης των μεταναστών, προκειμένου να καλυφθούν με κάποιον τρόπο κι οι ελλείψεις σε χιλιάδες θέσεις εργασίας στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας μαζί με την παρουσίαση, μόλις πριν από μία εβδομάδα, του σχεδίου για την ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ, είναι η απόδειξη της κυβερνητικής ενεργοποίησης που άρχισε να εκδηλώνεται προς το τέλος του 2023.
Σε όλο το διάστημα του χρόνου, η πλειονότητα των πολιτών παρείχε δημοσκοπικά ψήφο εμπιστοσύνης στον Πρωθυπουργό, πέραν από την διπλή εκλογή. Δεν αμφιβάλλουν οι πολλοί, πως ο μόνος ικανός να αποδώσει κυβερνητικό έργο εξακολουθεί να παραμένει ο Μητσοτάκης. Μετά την συντριβή του Α. Τσίπρα και την παραίτηση του από την Προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ οι εξελίξεις έφεραν στην ηγεσία έναν αρχηγό που βυθίζει καθημερινά το κόμμα, το οποίο δημοσκοπικά κατρακύλησε μια θέση κάτω από το δεύτερο ΠΑΣΟΚ.
Όλη μαζί η Αντιπολίτευση δεν προσφέρει καμία εγγύηση στους πολίτες ότι δύναται να κυβερνήσει αποτελεσματικά κι ουσιαστικά. Πλειάδα μικρών κομματικών σχηματισμών, στα Αριστερά και στα Δεξιά της Νέας Δημοκρατίας δεν μπορεί εκ των δεδομένων να αποτελέσει απειλή για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Αυτή κινδυνεύει μόνο από τον εαυτό της, τα λάθη της και τις στιγμές που τα γεγονότα αποδεικνύονται ισχυρότερα από το Κράτος, το οποίο υστερεί. Και προφανώς η βελτίωση του είναι στα πρώτα ζητούμενα μαζί με την εμπέδωση περισσότερης δημόσιας τάξης, ασφάλειας και τήρησης των Νόμων.
Βγαίνουμε σοφότεροι, με εμπειρία στη «διαχείριση κρίσεων», αφήνοντας πίσω δια παντός -κατά πως φαίνεται-την αναγκαία κάποτε δυστοπία του lockdown. Τον κορονοϊό, ωστόσο, τον παντρευτήκαμε καθώς είναι ακόμη εδώ οι παραλλαγές του και με πολυάριθμα κρούσματα να χάνεται το μέτρημα. Είναι ζήτημα πλέον ατομικής ευθύνης και σεβασμού προς τον συνάνθρωπο αλλά και τα δύο προϋποθέτουν κοινωνική συμπεριφορά. Ίσως, όμως, και εφέτος να χρειαζόταν, ακόμη μία φορά, η κυβερνητική παρότρυνση για εμβολιασμό, όπως συμβαίνει με την αντίστοιχη κατά την ετήσια αντιμετώπιση της γρίπης.
Επιλέγω να κλείσω το τελευταίο σημείωμα με πρόσδεση στην αισιοδοξία, τη θετική ματιά στην επόμενη στιγμή χωρίς να χάνω την προσήλωση μου στην απαραίτητη εποικοδομητική κριτική στην Κυβέρνηση που λειτουργεί ως παρότρυνση να βελτιώνεται και να επιχειρεί.
Καλή Χρονιά με Υγεία, προσπάθεια, καλοτυχία και ατομική ευημερία που εγγυάται τη συλλογική…