Στα ψιλά γράμματα της ανακοίνωσης της Τράπεζας της Ελλάδας για τις τιμές των ακινήτων αναφέρεται ότι από τα χαμηλά του 2017, οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 60%.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Μετατροπή του «ονείρου» απόκτησης ιδιόκτητης στέγης σε εφιάλτη. Ας αφήσουμε κατά μέρος την περίοδο 2017-2019 κατά την οποία επικρατούσαν ειδικές συνθήκες στην Ελλάδα: δημευτική φορολογία, κατάρρευση επενδύσεων και προσπάθεια εξόδου από τα μνημόνια υπό σκληρές συνθήκες για τους πολίτες αυτής της χώρας. Πάμε στην τελευταία 4ετία της ανάπτυξης και της γρήγορης επούλωσης των πληγών που άνοιξε η πανδημία.
Τι έγινε από το 2020 και μετά; Τα ακίνητα ανατιμήθηκαν κατά 40% ενώ οι ονομαστικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 20%. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι πρέπει να «δεσμευτεί» μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματος ενός ζευγαριού και για πολύ περισσότερα χρόνια προκειμένου να αγοράσει ένα ιδιόκτητο… κεραμίδι. Και ιδού το ερώτημα στην πράξη: Λαμβάνεται εύκολα η απόφαση να «δεσμεύσει» κάποιος από τώρα το 40% του εισοδήματός του για 40 ολόκληρα χρόνια ποντάροντας στο ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες όσον αφορά στο ύψος του εισοδήματος αλλά και όσον αφορά στο κόστος του χρήματος;
Αύξηση 40% στην τιμή του ακινήτου σημαίνει ότι το διαμέρισμα που μπορούσε να αποκτηθεί το 2020 με 180.000 ευρώ, σήμερα πωλείται προς 250.000 ευρώ. Για να χρηματοδοτήσει η τράπεζα την αγορά ακινήτου θα ζητήσει να υπάρχει το 20-30% σε «ζεστό χρήμα» ήτοι 50-75.000 ευρώ.
Εξετάζεται το ενδεχόμενο για νέους αγοραστές να περιοριστεί το ποσοστό κάλυψης με ίδια κεφάλαια στο 10% οπότε σε αυτή την περίπτωση θα μιλάμε για 25.000 ευρώ. Στον λογαριασμό των μετρητών θα πρέπει να προστεθούν και τα περίπου 6000-7000 ευρώ που θα χρειαστούν για μεσιτικά, συμβολαιογραφικά, έξοδα μεταβίβασης κλπ.
Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι το υπόλοιπο του δανείου θα συγκρατηθεί επομένως στα 200.000 ευρώ, τότε ποια θα είναι η μηνιαία δόση που θα πρέπει να καταβληθεί; Δεν θα υποθέσουμε ότι το επιτόκιο δανεισμού θα είναι το 5,5% που ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδας αλλά ένα πιο συγκρατημένο σταθερό επιτόκιο στην περιοχή του 4-4,5% (για να έχει και η σταθερότητα μια διάρκεια).
Με επιτόκιο 4,5%, η δόση βγαίνει:
- Στα 1,125 ευρώ τον μήνα για 25ετή περίοδο αποπληρωμής
- Στα 1,027 ευρώ τον μήνα για 30 χρόνια αποπληρωμής
- Στα 961 ευρώ τον μήνα για 35 χρόνια αποπληρωμής και
- Στα 914 ευρώ τον μήνα για 40 χρόνια αποπληρωμής.
Για να δανειστεί όμως κάποιος αυτό το ποσό και να αναλάβει μια τέτοια δόση, θα πρέπει να έχει καθαρό εισόδημα τουλάχιστον 2,000 ευρώ τον μήνα. Μιλάμε δηλαδή για ένα ζευγάρι που θα λαμβάνει τουλάχιστον τον μέσο μεικτό μισθό της χώρας ο καθένας (1,250 ευρώ μεικτά ή 1,000 ευρώ καθαρά). Μπορεί να εξυπηρετηθεί αυτό το δάνειο; Το ρίσκο είναι προφανές ειδικά όταν μιλάμε για μια τόση μεγάλη περίοδο και μια τόσο μεγάλη οικονομική υποχρέωση. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, το σημερινό δάνειο των 200.000 ευρώ, θα φτάσει να κοστίσει ακόμη και 440.000 ευρώ μέχρι την οριστική αποπληρωμή δηλαδή παραπάνω από τα διπλά.