Στις σημαντικές παραμέτρους, που θα επηρεάσουν την αγορά εμπορικών ακινήτων τη νέα χρονιά, εστιάζει η Deloitte, στην τελευταία της έρευνα, στην οποία η νέα χρονιά χαρακτηρίζεται ως κομβική για την παγκόσμια αγορά, με σημαντικές ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας της Deloitte, για τις προοπτικές των εμπορικών ακινήτων του 2025, οι ενδείξεις είναι ότι οι ιδιοκτήτες και οι επενδυτές εμπορικών ακινήτων αισιοδοξούν ότι το 2025 θα αναδειχθεί ως έτος ανάκαμψης μετά από δύο χρόνια υποτονικών εσόδων και υποχώρησης των δαπανών.
Η έρευνα συνέλεξε στοιχεία από περισσότερους από 880 διευθύνοντες συμβούλους και υψηλά στελέχη τους σε μεγάλους οργανισμούς ιδιοκτητών και επενδυτών ακινήτων σε 13 χώρες του κόσμου.
Μετά από δύο συνεχόμενα έτη, όπου οι περισσότεροι ερωτηθέντες στην έρευνα ανέμεναν μείωση των εσόδων, το 88% των παγκόσμιων ερωτηθέντων αναφέρει τώρα ότι αναμένουν ότι τα έσοδα των επιχειρήσεών τους θα αυξηθούν στο μέλλον. Μάλιστα, το 60% των ερωτηθέντων αναμένουν ότι η αύξηση θα ξεπεράσει το 5% σε ετήσια βάση.
Ενώ οι επιχειρήσεις μπορεί να προέρχονται από συγκρατημένες οικονομικές επιδόσεις, που εντοπίζονται σε ολόκληρο τον κλάδο των ακινήτων, η αισιοδοξία για μεγαλύτερα έσοδα δείχνει ότι τα παγκόσμια στελέχη του κλάδου των ακινήτων αναμένουν καλύτερες προοπτικές μπροστά τους.
Μία άλλη σημαντική παράμετρος που θα καθορίσει την πορεία του κλάδου των εμπορικών ακινήτων είναι και οι μακροοικονομικές προκλήσεις: Οι μεγαλύτερες ανησυχίες των στελεχών αφορούν στους αυξημένους κινδύνους από τα επιτόκια, τους κινδύνους στον κυβερνοχώρο, τις αλλαγές στη φορολογική πολιτική και το αυξημένο κόστος κεφαλαίου. Αυτοί οι παράγοντες θεωρούνται καθοριστικοί για τη χρηματοοικονομική απόδοση των εταιρειών μέσα στους επόμενους 12-18 μήνες.
Στο κομμάτι των επενδύσεων, σημαντικότερες προοπτικές ανάπτυξης φαίνεται να έχει ο κλάδος των βιομηχανικών μονάδων, τα συγκροτήματα κατοικιών, τα ξενοδοχειακά ακίνητα και τα καταλύματα, τομείς στους οποίους σημειώνεται αυξημένη ζήτηση.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των επιτοκίων και των αγορών, η έρευνα δείχνει ότι αν και τα υψηλά επιτόκια θα συνεχίσουν να φέρνουν προκλήσεις, οι εταιρείες εμπορικών ακινήτων αναμένουν βελτίωση στις χρηματοοικονομικές συνθήκες το 2025, καθώς και προοπτική μείωσης επιτοκίων και ανάκαμψης της αγοράς.
Η έρευνα δείχνει ακόμη ότι υπάρχει σημαντικό περιθώριο για εξαγορές και συγχωνεύσεις. Το 68% των ερωτηθέντων σκοπεύει να αυξήσει τις συγχωνεύσεις και εξαγορές μέσα στους επόμενους 12-18 μήνες, εστιάζοντας στην ενίσχυση της τεχνολογικής υποδομής και, κυρίως, της ανταγωνιστικότητας.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Σε ό,τι αφορά τα τεκταινόμενα στη χώρα μας, οι προοπτικές για τα εμπορικά ακίνητα παραμένουν ευοίωνες, καθώς σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η αγορά επαγγελματικών ακινήτων διατήρησε τη δυναμική της. Τα περισσότερα κεφάλαια κατευθύνθηκαν προς τον τομέα της φιλοξενίας, δηλαδή ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα, ενώ στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρέθηκαν οι επαγγελματικές αποθήκες και οι γραφειακοί χώροι με σύγχρονα βιοκλιματικά χαρακτηριστικά.
Αύξηση 11,3%, ακόμη, παρατηρήθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 και στην οικοδομική δραστηριότητα για εμπορικά ακίνητα.
Από τα κεφάλαια που επενδύθηκαν στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2024, από Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας (ΑΕΕΑΠ) τη «μερίδα του λέοντος» κατέχει η φιλοξενία υψηλών προδιαγραφών, ενώ σημαντική δραστηριότητα καταγράφηκε και στους τομείς καταστημάτων, γραφείων και επαγγελματικών αποθηκών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ελάχιστες αποδόσεις γραφείων υψηλών προδιαγραφών και καταστημάτων στις εμπορικές περιοχές Αθήνας και Θεσσαλονίκης διαμορφώνονται από 5,6 ως 7,5%.