Αναγκαία θεωρεί τη λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση της απόκτησης κατοικίας η Τράπεζα της Ελλάδος στην πρόσφατη έκθεση της για τη Νομισματική Πολιτική. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να έχουν ως στόχο την ενίσχυση της προσφοράς προσιτής κατοικίας, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου η πληθυσμιακή συγκέντρωση είναι υψηλή.
Η σημαντική και συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών των ακινήτων, σύμφωνα με την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία οδηγεί και σε άνοδο των ενοικίων, αποτελεί μια σημαντική πρόκληση για το μέσο νοικοκυριό, καθώς καθιστά απαγορευτική την απόκτηση κατοικίας και αυξάνει σημαντικά το κόστος στέγασης, ειδικά για τα νέα ζευγάρια.
Αυτό επιτείνει την κοινωνική ανισότητα, ενώ έχει αρνητικές προεκτάσεις και στον οικογενειακό προγραμματισμό, δυνητικά επηρεάζοντας δυσμενώς και το ποσοστό γεννήσεων.
Όπως δείχνουν στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η ελληνική αγορά ακινήτων συνέχισε το 2023, αλλά και κατά τους πρώτους μήνες του 2024, να προσελκύει επενδυτική ζήτηση, ιδιαίτερα από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα οι τιμές να κινηθούν περαιτέρω ανοδικά.
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών σημειώθηκαν στην αγορά κατοικίας, υπό συνθήκες περιορισμένης προσφοράς ποιοτικού ή νέου αποθέματος. Ως εκ τούτου, διαμορφώνονται επίπεδα τιμών δυσανάλογα προς το διαθέσιμο εισόδημα, τα οποία δυσχεραίνουν την απόκτηση πρώτης κατοικίας και συμπαρασύρουν ανοδικά τόσο τις τιμές κατοικιών υποδεέστερων χαρακτηριστικών (π.χ. ακίνητα με μεγάλη παλαιότητα) όσο και τα μισθώματα, αναδεικνύοντας τη στέγαση σε σημαντικό ζήτημα για τα ελληνικά νοικοκυριά.
Στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων, η στροφή των εταιριών και των επενδυτών προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και τα βιοκλιματικά ακίνητα έχει εντείνει τις διαφορές στα επίπεδα τιμών της αγοράς, όμως παράλληλα έχει επηρεάσει ανοδικά και τις τιμές ακινήτων συμβατικών προδιαγραφών σε θέσεις υψηλής εμπορικότητας.
Οι πρόσφατες παρεμβάσεις με στόχο τον περιορισμό της επενδυτικής ζήτησης για οικιστικά ακίνητα σε περιοχές πρώτης κατοικίας (βραχυχρόνιες μισθώσεις, Golden Visa) εκτιμάται ότι κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως επίσης και οι παρεμβάσεις που αφορούν την παροχή επιδοτούμενων ή άτοκων δανείων σε νέα ζευγάρια για την αγορά κατοικίας καθώς και η σημαντική αύξηση του αφορολόγητου ορίου των γονικών παροχών και δωρεών που παρείχε κίνητρα για μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας σε νέες γενιές.
Ωστόσο, κρίνεται αναγκαία η περαιτέρω λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση της απόκτησης κατοικίας και την ενίσχυση της προσφοράς προσιτής κατοικίας, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα με υψηλή πληθυσμιακή συγκέντρωση, καταλήγει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Επανεκκίνηση του προγράμματος «Σπίτι μου»
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο προβλέπει, μεταξύ άλλων δανειοδότηση με ευνοϊκού όρους για την απόκτηση κατοικίας, αναμένεται η ανακοίνωση της επανεκκίνησης του από τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη στη φετινή ΔΕΘ.
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, το νέο πρόγραμμα «Σπίτι μου 2» θα προβλέπει υψηλότερα ηλικιακά όρια (για δικαιούχους 30-50 ετών), καθώς και διευρυµένα εισοδηµατικά κριτήρια (έως 40.000 ευρώ) ώστε να περιλαµβάνουν περισσότερους δικαιούχους. Ταυτόχρονα, αναµένεται να αρθεί και το σκέλος της παλαιότητας κτιρίων που ήταν µέχρι 15 χρόνια και να επεκταθεί στα 30 χρόνια, λόγω της αδυναµίας της αγοράς ακινήτων να καλύψει τις ανάγκες.
Έτσι, με συμμετοχή από τον κρατικό προϋπολογισμό ύψους 300 εκατ. ευρώ και 1,7 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης θα χρηματοδοτηθεί η συνέχεια του προγράμματος με 20.000 φτηνά δάνεια σε οικογένειες.
Έως το τέλος του έτους αναμένεται να τεθεί σε ισχύ και το πρόγραμμα «Κοινωνική Αντιπαροχή», με σκοπό την παροχή κατοικιών έναντι χαμηλού αντιτίμου από τη «δεξαμενή» της αδρανούς ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου. Σχεδιάζεται η ανέγερση περισσότερων από 2.500 κατοικιών οι οποίες θα διατεθούν σε πολίτες έως 39 ετών (με βάση εισοδηματικά και οικογενειακά κριτήρια), με πολύ χαμηλό ενοίκιο και δυνατότητα αγοράς τους μετά από μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο (rent to own).