Εκλογή ΠτΔ και οι εκβιασμένες συναινέσεις

Υπάρχει η πλάνη πως οι μεγάλες πλειοψηφίες που επιτεύχθηκαν στις εκλογές των Προέδρων της Δημοκρατίας ήταν αποτέλεσμα συναινέσεων, ώστε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκφράζει όσο το δυνατόν --τουλάχιστον σε κοινοβουλευτικό επίπεδο-- τη μεγαλύτερη δυνατή εθνική ενότητα. Παραλείπουμε να πούμε ότι αυτές οι ευρείες συναινέσεις προέκυψαν πρωτίστως από συνταγματική αναγκαιότητα, διότι απαιτείτο στην 3η ψηφοφορία μια πλειοψηφία 180 βουλευτών, ειδάλλως προκηρύσσονταν εκλογές. Συνεπώς, αυτές οι εκβιασμένες συναινέσεις υπέκρυπταν παράλληλα και μια κομματική σκοπιμότητα. Την αποφυγή ή την επιδίωξη πρόωρων εκλογών.

Έτσι, να υπενθυμίσω πως ο Κωστής Στεφανόπουλος εκλέχτηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μετά από πρόταση της Πολιτικής Άνοιξης που αποδέχθηκε το ΠΑΣΟΚ, καθώς η προσφυγή στις κάλπες δε συνέφερε και στα δύο κόμματα. Ο ασθενής Ανδρέας Παπανδρέου πολύ δύσκολα θα ανταποκρινόταν τότε στις ανάγκες ενός προεκλογικού αγώνα. Έτσι, ο Στεφανόπουλος εκλέχτηκε με οριακή πλειοψηφία 181 βουλευτών στις 8 Μαρτίου 1995. Επίσης, να υπενθυμίσω, από την ακριβώς αντίθετη σκοπιά, πώς ο Γιώργος Παπανδρέου αρνήθηκε να συναινέσει -βλακωδώς όπως αποδείχθηκε- στην επανεκλογή του Κάρολου Παπούλια, διότι τον συνέφεραν οι πρόωρες κάλπες και η χώρα οδηγήθηκε σε εκλογές τον Οκτώβριο του 2009.*

Συνεπώς, ας μην ωραιοποιούμε καταστάσεις αποσιωπώντας το υπόβαθρο των συναινέσεων.

Σήμερα, μετά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος, ο πρωθυπουργός είναι απαλλαγμένος από τις εκβιασμένες συναινέσεις. Έχει την ευκαιρία να αποδείξει πως το συναινετικό κλίμα είναι πολιτική του επιλογή, επιλέγοντας για Πρόεδρο της Δημοκρατίας μια προσωπικότητα από τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Από την άλλη πλευρά υπάρχει και η επιλογή του «κομματικού τσαμπουκά», να επιλέξει δηλαδή μια προσωπικότητα από τη Νέα Δημοκρατία που θα στηριχτεί αποκλειστικά από τους βουλευτές της, επάνω στη λογική του «έχω την πλειοψηφία και κάνω ό,τι θέλω».

Στην πρώτη περίπτωση μπορεί να επιτύχει μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία άνω των 180 εδρών, στη δεύτερη περίπτωση το πολύ να κινηθεί κοντά στην περιοχή των 160 βουλευτών. Το ζήτημα πλέον είναι κατά πόσον αισθάνεται ασφαλής ο πρωθυπουργός και διαθέτει την αυτοπεποίθηση να διευρύνει το υπάρχον άνοιγμα προς τον κεντρώο μεταρρυθμιστικό χώρο ή θα επιδιώξει να εξασφαλίσει την κομματική συνοχή της παράταξής του, προτείνοντας για Πρόεδρο της Δημοκρατίας πολιτικό από τον δικό του χώρο.

Αλλά το θέμα δεν αφορά μόνον αριθμούς. Αφορά κυρίως το πολιτικό κλίμα, τις συμμαχίες και τις συνεργασίες. Κάποιοι νεοδημοκράτες-- με τον κομματικό τους πατριωτισμό, ζώντας ακόμα στη δεκαετία του 1980-- θέλουν να σπρώξουν το ΠΑΣΟΚ στη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα της Αριστεράς. Δε βλέπουν ούτε δέκα πόντους πέραν από τη μύτη τους. Σήμερα η Νέα Δημοκρατία είναι πολιτικά απομονωμένη, καθώς δεν έχει διαύλους επικοινωνίας με κανένα κόμμα, κάτι που θα δυσκολέψει τις κινήσεις της μέχρι το τέλος της θητείας της. Με την εκλογή, μετά από δική της πρόταση, Προέδρου της Δημοκρατίας από την Κεντροαριστερά, είναι δυνατόν να αποκατασταθεί μια ουσιαστική επαφή με το ΠΑΣΟΚ, αποτρέποντας έτσι τη δημιουργία ενός εναλλακτικού πόλου «προοδευτικής» διακυβέρνησης.

*Να υπενθυμίσω πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τον Μάιο 1990, εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στην 5η ψηφοφορία, με απλή πλειοψηφία 149 βουλευτών.