Η βόμβα έσκασε. Στην Επιτροπή Διαφάνειας της Βουλής τρεις εισαγγελείς κατέθεσαν πως τα τηλέφωνα του ΚΚΕ, το 2016, παρακολουθούνταν παράνομα, δηλαδή χωρίς νόμιμη επισύνδεση και με παράνομο λογισμικό. Ίσως εκεί να βρίσκονται οι ρίζες της μετατροπής αυτής της ποινικά κολάσιμης πράξης από κακούργημα σε πλημμέλημα, που παραγράφηκε, λίγο πριν κλείσει η βουλή τον Ιούνιο του 2019. Για αυτόν τον λόγο οι αρμόδιοι εισαγγελείς δεν μπόρεσαν να διερευνήσουν την υπόθεση.
Το εύλογο ερώτημα είναι ποιος και γιατί παρακολουθούσε τις τηλεφωνικές γραμμές του ΚΚΕ το 2016; Τόσο πολύ ενδιαφερόταν να μάθει τις αποφάσεις και τους σχεδιασμούς ενός κόμματος του 5%;
Και αν όντως υπήρχε-- όπως προκύπτει-- αυτό το ενδιαφέρον, δεν είναι λογικό να παρακολουθούνταν και τα τηλέφωνα της Νέας Δημοκρατίας, ενός κόμματος που έλαβε 30% στις εκλογές του 2015 και το οποίο μόλις είχε αλλάξει την ηγεσία του;
Δια τούτο, ό,τι και να προσάπτει ο ΣΥΡΙΖΑ στη Νέα Δημοκρατία, όσα και να της καταμαρτυρεί, δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχουν διαπραχθεί τα ίδια και ακόμα χειρότερα κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του. Και το έχω γράψει πολλές φορές πως το παιχνίδι της εξουσίας από τα κόμματα εξουσίας παίζεται πολλάκις με παραβίαση των κανόνων.
Αυτό το γνωρίζουν εξίσου καλά με τα στελέχη των δύο σημερινών μεγάλων κομμάτων και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, καθώς ως κυβέρνηση είχαν προχωρήσει σε πολλές πράξεις εκτός των ορίων των νόμων. Αυτές οι θεσμικές ατασθαλίες—κακώς—έγιναν μέρος του πολιτικού παιχνιδιού και γι΄αυτό σε ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι των πολιτών ουδεμία προκαλούν αντίδραση. Τις θεωρούν κάτι το φυσιολογικό.
Θα μου πείτε πως αυτή είναι η δουλειά της εκάστοτε αντιπολίτευσης: Να καταγγέλλει την κυβέρνηση για έκνομες πράξεις, τις οποίες βέβαια και αυτή διέπραξε όταν κυβερνούσε. Όμως έτσι υπονομεύεται ευθύς εξ αρχής ο αντιπολιτευτικός της λόγος. Ο πολίτης αμφιβάλλει για τις προθέσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης, και τα όσα διέπραξαν στο παρελθόν λειτουργούν εξ αντικειμένου συμψηφιστικά με τα όσα διαπράττει η εκάστοτε κυβέρνηση.
Έτσι η δίκη που διεξάγεται στο Ειδικό Δικαστήριο για τις τηλεοπτικές άδειες και τα όσα ακούγονται εκεί μέσα, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στον ΣΥΡΙΖΑ να επικαλείται τη χρηστή διακυβέρνησή του.
Το, ούτως ή άλλως, ανύπαρκτο «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς» βούλιαξε στα βοσκοτόπια του Καλογρίτσα και στο μέηλ με τα ποσοστά των συνεταίρων στον υπό ίδρυση τηλεοπτικό σταθμό. Κάποιος στο διαδίκτυο μίλησε ειρωνικά και απαξιωτικά για «τη συμφωνία των ποσοστών», ενώ ο συνήγορος του Καλογρίτσα, Ανδρέας Λοβέρδος, επεσήμανε πως υπάρχουν δεκάδες παρόμοια μέηλ που απευθύνονται στο υπόδικο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ.
Αν συνοψίσουμε όλα τα παραπάνω καταλαβαίνουμε γιατί αυτό το κόμμα δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι. Γιατί τα ποσοστά του—παρ΄ότι στην κυβέρνηση έτυχαν πολλές και ζόρικες αναποδιές—κινούνται κάτω από το 31% που έλαβε στις βουλευτικές εκλογές του 2019. Το παρελθόν του επιστρέφει και θυμίζει τα πεπραγμένα του.