Η πρόσφατη αποκάλυψη του Politico για πιθανή υπεξαίρεση δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, προορισμένων για αγροτικές ενισχύσεις, επαναφέρει στο προσκήνιο το δομικό πρόβλημα της «κοινής αγροτικής πολιτικής» στην Ευρώπη. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ένα κύκλωμα «κατόχων» βοσκοτόπων - χωρίς ουσιαστική ιδιοκτησία ή πραγματική εκμετάλλευση - εκταμιεύει επιδοτήσεις που ανήκαν σε δικαιούχους, ενώ ο ΟΠΕΚΕΠΕ, ο φορέας διανομής στην Ελλάδα, φέρεται ως αδύναμος ή απρόθυμος να πατάξει το φαινόμενο. Για τους αληθινούς φιλελεύθερους, δεν προκαλεί έκπληξη ότι ένα ακόμα σύστημα κρατικών επιδοτήσεων οδηγεί σε διαφθορά. Είναι, όμως, σημαντικό να αναδειχθεί το γιατί αυτά τα φαινόμενα εκδηλώνονται ξανά και ξανά.
Πρώτον, η ίδια η δομή της ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής προκαλεί διαρκείς στρεβλώσεις. Οι επιδοτήσεις δημιουργούν πανίσχυρα κίνητρα για απάτη και μη παραγωγική συμπεριφορά. Αντί να επιβραβεύεται ο ικανός αγρότης που προσφέρει ποιοτικά προϊόντα, η κατανομή των κονδυλίων συχνά βασίζεται σε δήθεν «αγροτικά προφίλ» ή κριτήρια εκτάσεων, όπου το κέρδος προκύπτει, όχι από την πραγματική παραγωγή, αλλά από την ικανότητα να πείσει κανείς τις αρμόδιες αρχές πως του ανήκουν επιλέξιμες εκτάσεις. Στο μεταξύ, οι πραγματικοί αγρότες παραμένουν δέσμιοι ενός γραφειοκρατικού λαβυρίνθου, αγωνιζόμενοι να διατηρήσουν βιώσιμες τις εκμεταλλεύσεις τους.
Δεύτερον, δεν πρέπει να υποτιμούμε τον ρόλο των εγχώριων κρατικών οργανισμών, που υποτίθεται πως ελέγχουν την ορθή κατανομή. Όπως κατέδειξε το Politico, όποιος επιχείρησε να αναδείξει τις απάτες αντιμετώπισε αντίποινα: Απομακρύνσεις στελεχών, κλείδωμα γραφείων και απαγόρευση πρόσβασης σε βάσεις δεδομένων. Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο το πολιτικό - διοικητικό περιβάλλον, που χειρίζεται και διανέμει τα χρήματα, δεν έχει αρκετές δικλείδες ασφαλείας για να για να εγγυηθεί την έντιμη κατανομή των πόρων. Το φαινόμενο, φυσικά, δεν είναι μόνο «ελληνικό»: Όσο πιο πολλά κονδύλια διαχειρίζονται φορείς που δεν υφίστανται επιχειρηματικό ρίσκο, τόσο πιο εύκολη γίνεται η διαφθορά - σε κάθε χώρα όπου το κράτος, μέσω των γραφειοκρατικών του δομών, κατέχει σημαντικό ρόλο στην οικονομική δραστηριότητα.
Τρίτον, η ολιγωρία της ίδιας της ΕΕ, όπως φαίνεται από την αργή αντίδραση των ευρωπαϊκών μηχανισμών, υπαινίσσεται ότι όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται πολύ μακριά από το πεδίο δράσης, η λογοδοσία θολώνει. Αν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) μόλις τώρα ξεμπλέκει τα νήματα της φερόμενης απάτης, αυτό υποδεικνύει ότι όσο τεράστιο είναι το περιθώριο διαφθοράς, τόσο πιο βραδεία είναι και η μηχανή ανίχνευσής της.
Σε μια πραγματικά ελεύθερη αγορά, χωρίς επιδοτήσεις, η ικανότητα απόσπασης πλούτου στηρίζεται στη δημιουργία αξίας για τον καταναλωτή. Στην ΕΕ της κρατικοδίαιτης οικονομικής φιλοσοφίας, αρκετά συχνά παρατηρούμε το φαινόμενο απόσπασης πλούτου από εκείνους που γνωρίζουν καλύτερα πως να παίρνουν εγκρίσεις και επιδοτήσεις, ασχέτως αν αυτό που παράγουν είναι χρήσιμο, οικονομικό, ή ακόμα και υπαρκτό.
Κάθε φορά που αποκαλύπτεται σκάνδαλο αγροτικών επιδοτήσεων, ακούμε κλισέ για «ελληνική παθογένεια». Ωστόσο, το πρόβλημα είναι συστημικό και όχι μια «ιδιοτροπία» της Ελλάδας. Η πολιτική μηχανή της ΕΕ διανέμει λεφτά κατά τρόπο παρεμβατικό, δημιουργώντας κίνητρα για καταστρατήγηση των κανόνων. Αν θέλουμε όντως να ξεριζώσουμε το φαινόμενο, ίσως χρειάζεται να αμφισβητήσουμε την ίδια τη βάση του συστήματος των επιδοτήσεων. Εναλλακτικά, μπορεί να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε παρόμοιες ιστορίες, κουνώντας το κεφάλι μας λυπημένοι, λες και δεν υπήρχε άλλος δρόμος.