Η Ευρωπαϊκή αυτοχειρία στο όνομα του κλίματος

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με την προσήλωσή της στις φιλόδοξες κλιματικές δεσμεύσεις, μοιάζει να πορεύεται σε μια πορεία αυτοκαταστροφής. Η απόφαση για την πλήρη απαγόρευση των κινητήρων εσωτερικής καύσης από το 2035, παρά τις πρόσφατες εκκλήσεις από την Ιταλία, τη Γερμανία και κορυφαίες αυτοκινητοβιομηχανίες για επανεξέταση της πολιτικής, αποκαλύπτει μια Ευρώπη που φαίνεται διατεθειμένη να καταστρέψει έναν από τους λίγους τομείς όπου εξακολουθεί να διατηρεί παγκόσμια ανταγωνιστικότητα. Σε μια εποχή που η παγκόσμια οικονομία μεταβάλλεται, η ΕΕ αντί να στηρίζει και να προωθεί τη βιομηχανία της, μοιάζει να την καταδικάζει σε μαρασμό.

Ο κινητήρας εσωτερικής καύσης υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του ανθρώπου, συμβάλλοντας καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία. Χάρη σε αυτόν, εκατομμύρια άνθρωποι απέκτησαν πρόσβαση σε προσιτές και αξιόπιστες μετακινήσεις. Οι αγορές επεκτάθηκαν, η παραγωγικότητα εκτοξεύθηκε, και ολόκληρες κοινωνίες απελευθερώθηκαν από γεωγραφικούς περιορισμούς. Εκατομμύρια θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, ενώ η ίδια η τεχνολογία αποτέλεσε τη βάση για καινοτομίες που επηρέασαν θετικά κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής. Η απόρριψη αυτής της τεχνολογίας χωρίς ρεαλιστική εναλλακτική κινδυνεύει να οδηγήσει σε οικονομική αποδυνάμωση και κοινωνική αποδιοργάνωση.

Η μετάβαση σε πιο πράσινες τεχνολογίες είναι αναγκαία και επιθυμητή. Ωστόσο, οι υπερβολικά φιλόδοξοι στόχοι και τα μη ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα οδηγούν σε δυσανάλογο κόστος για την κοινωνία και την οικονομία. Η αδιάκριτη προώθηση των ηλεκτρικών οχημάτων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της παραγωγής τους, οι περιορισμοί στην εξόρυξη πρώτων υλών και η ανεπαρκής ενεργειακή υποδομή, αποκαλύπτει μια πολιτική περισσότερο ιδεολογική παρά πρακτική.

Παράλληλα, αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι η Ευρώπη, λόγω της έλλειψης οικονομικού δυναμισμού, τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, και το αυστηρό ρυθμιστικό περιβάλλον σε εργασία και επιχειρηματικότητα, έχει τεθεί ουσιαστικά εκτός διαγωνισμού στον μαραθώνιο των ηλεκτρικών αυτοκινήτων που έχει ξεκινήσει εδώ και λίγα χρόνια. Οι Κινέζοι πρωτοπορούν και παράγουν αυτοκίνητα σε τιμές που η Ευρώπη δεν μπορεί ούτε καν να πλησιάσει. Αντίστοιχα, οι ΗΠΑ - κυρίως λόγω της Tesla - ηγούνται τεχνολογικά και σε ό,τι αφορά τα ακριβότερα μοντέλα. Από την άλλη πλευρά, τα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα με κινητήρες εσωτερικής καύσης είναι παγκοσμίως ανταγωνιστικά και τουλάχιστον εφάμιλλα με τα κορυφαία του ανταγωνισμού.

Αυτό που χρειάζεται η Ευρώπη δεν είναι ένας ακτιβιστικός φανατισμός που τυφλώνεται από τον στόχο της «πράσινης ουτοπίας», αλλά μια στρατηγική που να ισορροπεί μεταξύ περιβαλλοντικών στόχων και οικονομικής βιωσιμότητας. Μια πολιτική που θα στηρίζει την έρευνα και την καινοτομία, θα προωθεί τη σταδιακή μείωση των εκπομπών, χωρίς να καταστρέφει ολόκληρους κλάδους και θα προσαρμόζεται στις πραγματικές δυνατότητες και ανάγκες των κοινωνιών.

Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Εάν συνεχίσει να αγνοεί την πραγματικότητα, διακινδυνεύει να καταστρέψει τη βιομηχανική της βάση, να χάσει την παγκόσμια ανταγωνιστικότητά της και να παραδώσει το μέλλον της στις δυνάμεις που είναι έτοιμες να εκμεταλλευτούν την αδυναμία της. Ήρθε η ώρα για μια πιο ρεαλιστική, λιγότερο φιλόδοξη αλλά περισσότερο στρατηγική προσέγγιση στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Διότι, αν η επιβράδυνση της κλιματικής αλλαγής σημαίνει την καταστροφή της Δύσης, τότε ο σκοπός παύει να είναι ευγενής και γίνεται αυτοκαταστροφικός.